Σου το έλεγα, μάνα το «σ΄ αγαπώ» όσο πιο πολλές φορές το τελευταίο διάστημα. Και εσύ απαντούσες με μάτια που έλαμπαν. Γιατί όσο κι αν το μυαλό είχε αρχίσει να βυθίζεται στα βαθιά σκοτάδια αυτής της αρρώστιας, τα μάτια σου και η ψυχή σου ήταν γεμάτα φως.

Στο φως έζησες άλλωστε, μια ζωή δύσκολη με πολλές πίκρες αλλά και χαρές. Ήσουν πάντα δυνατή κι ας μην το έδειχνες. Είχες μια ευαίσθητη ψυχή, μια μεγάλη καρδιά και μια τεράστια αγκαλιά που τους χωρούσε όλους.

Έφυγες, μάνα, και ήρθε η ώρα σου να πας να βρεις εκεί ψηλά τον πατέρα. Τον άντρα σου. Τον άντρα της ζωής σου. Τον Βασίλη σου. Τον χάσαμε πολύ νωρίς, μάνα, ήσουν νέα γυναίκα, αλλά στάθηκες βράχος. Τώρα που θα τον συναντήσεις, μετά από 44 χρόνια, έχεις πολλά να του πεις.

Θα του πεις πως ανάθρεψες τα παιδιά σας, με τις αρχές και τις αξίες που σου άφησε παρακαταθήκη. Πως ήσουν πάντα δίπλα τους, ακοίμητος φρουρός, στις καλές αλλά και στις δύσκολες στιγμές. Δεν έλειψες από το προσκέφαλό τους ποτέ. Ήσουν πάντα εκεί δίπλα τους, μάνα και πατέρας μαζί.

Θα τους πεις πως μεγάλωσες τα εγγόνια σου. Τον Γιώργο το φανταράκι, που ήσουν η αδυναμία του, τον καμάρωσες να σπουδάζει δικηγόρος. Ήσουν δίπλα του στα φοιτητικά του χρόνια και τον στήριξες άοκνα, ανεβοκατεβαίνοντας συχνά Ηράκλειο-Θεσσαλονίκη.

Θα ήσουν δίπλα και στον Βασίλη το άλλο σου εγγόνι, που πρόσφατα ορκίστηκε δάσκαλος. Αλλά η αρρώστια, σου είχε χτυπήσει ήδη την πόρτα. Δεν μπόρεσες να πας να του συνδράμεις, ήσουν όμως έστω και νοερά κοντά του.

Αγάπησες και το τρίτο εγγονάκι σου το μικρό το Βασιλάκι, έστω κι αν δεν πρόλαβες να το χαρείς όσο θα ήθελες. Ήσουν η μάνα αλλά και η γιαγιά που κάθε παιδί και κάθε εγγόνι θα ήθελε να έχει.

Ήσουν όμως και μια ΚΥΡΙΑ. Με όλα τα γράμματα κεφαλαία. Που εκτός από τις θυσίες που έκανες για τα παιδιά σου και την οικογένειά σου ήσουν εκεί για όλους. Μια καλή αδερφή, συγγενής, φίλη, μια καλή γειτόνισσα. Δεν είναι τυχαίο, μάνα, που όλοι όσοι σε γνώρισαν έχουν μόνο καλά λόγια να πουν για σένα. Κι όχι επειδή έτσι είθισται αλλά γιατί έτσι είναι. Ήσουν δοτική, πονετική, καλόκαρδη. Η αγκαλιά σου, μάνα χωρούσε όλο τον κόσμο.

Έφυγες, μάνα, αλλά είσαι εδώ και θα είσαι για πάντα με μια γλυκιά ανάμνηση. Όλοι θα θυμούνται την καλοκάγαθη «Κυρά Λευτερία». Θα έχουν την εικόνα σου, αυτήν της πάντα ευγενικής και πρόθυμης να σταθείς σε οποιοδήποτε είχε ανάγκη.

Η αρρώστια, μάνα, σε κατέβαλε. Ακόμα κι έτσι όμως, ακόμα κι αν δεν μπορούσες να εκφράσεις με λόγια τα συναισθήματά σου, μιλούσαν τα μάτια σου, η ψυχή και η καρδιά σου.

Έφυγες, μάνα, αλλά θα σε έχουμε πάντα μέσα μας. Ο Νίκος σου, η Αννούλα σου κι ακόμα ο Γιάννης, η Μαρία, τα εγγονάκια σου αλλά και όλοι όσοι σε αγάπησαν. Και είναι πολλοί.

Έφυγες, πονεμένη, μάνα, αλλά με αξιοπρέπεια. Όπως ακριβώς έζησες.

Καλό σου ταξίδι στο φως, μάνα, χαιρετισμούς στον μπαμπά και καλή αντάμωση…