Πάνε, τελειώσανε οι γιορτές. Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Φώτα, του Αϊ-Γιαννιού και από σήμερα τα κεφάλια μέσα για μικρούς και μεγάλους. Ή όπως μας έλεγαν παλαιότερα οι γονείς μας, όταν ερχόταν η ώρα να ανοίξουν τα σχολεία «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του».
Τέλος τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες, το Χριστουγεννιάτικο δένδρο ανεβαίνει ξανά στο πατάρι, τα στολίδια κατεβαίνουν από τις βιτρίνες και τα λαμπιόνια σβήνουν – η αλήθεια είναι ότι σε κάποιες περιπτώσεις ο στολισμός άρχισε από πολύ νωρίς, πριν καν πιάσουν τα κρύα του χειμώνα.
Τέλος και η εορταστική ατμόσφαιρα η οποία σκεπάζει, ή έτσι θέλουμε να πιστεύουμε, τη μελαγχολία που κρύβουν αυτές οι μέρες, κυρίως για τους μοναχικούς ανθρώπους. Οι φωτισμένες πόλεις, τα στολισμένα μπαλκόνια, οι πολύβουοι δρόμοι και οι πλατείες παίρνουν ξανά το καθημερινό τους ρουτινιάρικο γκρίζο χρώμα, αφήνοντας πίσω αναμνήσεις και φέρνοντας την επιστροφή στην καθημερινότητα.
Πάει και ο Αϊ-Βασίλης. Γύρισε πίσω κι αυτός στην πατρίδα του να ξαποστάσει έχοντας φέρει ξανά σε πέρας την αποστολή του. Μπορεί να μην έχουν όλα τα σπίτια καμινάδες αλλά πάντα υπάρχει τρόπος για να κάνει την εμφάνισή του ο γενναιόδωρος γέροντας ενίοτε και με την μορφή του πατέρα είτε με φυσική παρουσία είτε αφήνοντας το δώρο ως είθισται κάτω από το δένδρο.
Δεν θα ακούσουμε πλέον και τα κάλαντα. Αν και αυτά τα ακούμε όλο και λιγότερο τα τελευταία χρόνια. Έχουν αλλάξει οι εποχές έστω κι αν ακόμα είναι ζωντανός ο… εφιάλτης του πιτσιρικά που θα χτυπήσει την πόρτα και θα ακούσει από μέσα μια φωνή με φάλτσο ήχο να του λέει «μας τα ‘πανε…». Οι γειτονιές δεν είναι όπως παλιά, που όλοι γνωριζόμασταν με τα μικρά μας ονόματα, που κάναμε βεγγέρες στου γείτονα και αφήναμε ξεκλείδωτες τις πόρτες στα σπίτια.
Πλέον οι πόρτες δεν ανοίγουν εύκολα, χώρια που τα παιδιά χρειάζονται… σωματοφύλακα για να πάνε το μεσημέρι σπίτι τους με τα χρήματα από τα κάλαντα, γιατί σε κάποια γωνιά μπορεί να παραμονεύει ένας… «καλικάντζαρος» να τους τα αρπάξει.
Το μόνο που δεν τελειώνει είναι η κοπή της βασιλόπιτας. Συνηθίζεται να πηγαίνει σε πολλές περιπτώσεις μέχρι και τον Μάρτιο. Μην το πείτε όμως στα παιδιά που ακόμα γκρινιάζουν γιατί δεν τους έπεσε το φλουρί. Είναι κι αυτό ένα θέμα σε κάθε σπίτι, όταν φυσικά το ματς δεν είναι… στημένο. Όταν το παιδί είναι μικρό είναι πιο εύκολο αλλά όταν μεγαλώσει πώς να το ξεγελάσεις.
Εδώ ακόμα και στα Θεοφάνια στο Θερμαϊκό έγινε παρεξήγηση γιατί, λέει, οι κολυμβητές είχαν συνεννοηθεί από πριν να αφήσουν ένα 11χρονο αγόρι να πιάσει τον σταυρό. Έλα όμως που ένας δεν ήταν στο… κόλπο και τους πρόλαβε και έγινε ο χαμός. Τελικά έδωσε τον σταυρό στον μικρό και τέλος καλό όλα καλά…
Δεν ξέρω αν είναι όλα καλά και με τον δύσμοιρο πιστό στα Τρίκαλα που έφαγε τον σταυρό στο… δόξα πατρί, αφού ο παπάς δεν υπολόγισε σωστά και τον πέταξε στο κεφάλι του άτυχου άνδρα που στεκόταν δίπλα του και περίμενε αμέριμνος να δει τους «βουτηχτάδες» να πέφτουν στο νερό.
Δεν ξέρω αν αυτό ήταν κάποιο σημάδι αλλά υπήρχε κι άλλο ατυχές περιστατικό στη ρίψη του σταυρού, στην Δεξαμενή όπου ήταν παρών και ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Εκεί λοιπόν ο σταυρός δεν ήταν δεμένος στο χέρι του Επισκόπου Ευρίπου Χρυσόστομου με αποτέλεσμα όταν τον πέταξε στο νερό να χαθεί. Έπρεπε να περάσουν 20 λεπτά και να στηθεί ολόκληρη επιχείρηση για να τον ανασύρουν με ένα κοντάρι και να πάει η καρδιά όλων στη θέση τους. Μάλιστα η ρίψη δεν πραγματοποιήθηκε τρεις φορές όπως είναι το έθιμο. Γκάφα, απροσεξία ή γκαντεμιά;
Ας αφήσουμε την πλάκα και μην προσθέτουμε τύψεις στον πρωθυπουργό για κάτι που δεν φταίει. Τώρα μάλιστα που του έπεσαν όλα μαζεμένα. Από την μια ο θάνατος του πνευματικού του πατέρα Κώστα Σημίτη και από την άλλη η επιλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Αντί επιλόγου, μια ερώτηση: Γιατί για τον Κώστα Σημίτη τετραήμερο εθνικό πένθος και για τα Τέμπη τριήμερο;