Κάποιοι «εμμονικοί προβοκάτορες» θέλησαν να δουν το Mega ως τον υπ’ αριθμόν ένα εχθρό.

Τα ξημερώματα της Κυριακής δεν κοιμήθηκα. Κι όχι γιατί, όπως έκανε μία θεία στο χωριό, περίμενα να πάει 4:00, για να αλλάξω την ώρα και να γίνει η αλλαγή σωστά.

Περίμενα ώς τη στιγμή που θα πέσει “μαύρο” στο Mega, παρακολουθώντας «Απαράδεκτους» και λοξοκοιτώντας τα λούτρινα κουκλάκια των παιδικών μου χρόνων, τη γατούλα Meg και τον σκύλο Ega.

Ήταν μια πολύ άβολη στιγμή, όχι τόσο γιατί ένα κανάλι έκλεινε, αλλά γιατί ένα μαύρο ορθογώνιο φως, ανάμεσα σε τέσσερις εξίσου μαύρες λωρίδες πλαστικού, έκλεινε μέσα του μια άβολη σιωπή σχεδόν τριάντα χρόνων.

Το νούμερο 3 στο τηλεκοντρόλ δεν ήθελα να το αλλάξω. Ήθελα να το αφήσω μαύρο, για να μου θυμίζει, έστω ως πικρή ανάμνηση, όλα όσα χάθηκαν: Από τη Μαρούσκα και τον Χοσέ, ώς τον Παυλίτο και τον Βλάσση, από την Ερατώ και τη Μαρία, μέχρι καθέναν πρωταγωνιστή ξεχωριστά, έχεις να θυμάσαι πως το Mega έδωσε χώρο στη δραματουργία, την ποιότητα, το διαφορετικό και προσέφερε εργασία σε εκατοντάδες ανθρώπους.

Κάποιοι «εμμονικοί προβοκάτορες» ωστόσο, θέλησαν να δουν το Mega ως τον υπ’ αριθμόν ένα εχθρό και να πασχίσουν για τον θάνατό του. Όπως απέδειξε, όμως, η ιστορία, πυροβόλησαν τον καθρέπτη, αφού αυτό τελικά που μισούσαν στο Mega ήταν ότι υπήρξε τόσο ίδιο με αυτούς. Λάτρευαν να το μισούν, γιατί ήταν το Alter Ego τους, που δεν μπόρεσαν ποτέ να φθάσουν.

Μα τελικά, αφού πανηγύρισαν πίσω από κλειστά γραφεία, τόνισαν και επίσημα πως το «Mega ασφαλώς το έκλεισαν οι ιδιοκτήτες του και όχι οι πολιτικές μας». Κρύφτηκαν πίσω από το δάχτυλό τους, βλέποντας πως ό,τι σκότωσαν τελικά αναγεννιέται μέσα από τις στάχτες του, υποστηριζόμενο μάλιστα από «δικούς» τους ανθρώπους.

Οποία ειρωνεία! Ή μήπως θεία δίκη από έναν θεό, στον οποίο πίστεψαν a la carte, μετά την ανάληψη της εξουσίας τους; Κανείς δεν γνωρίζει. Και κανείς δεν θα ασχοληθεί.

Η επωδός, ωστόσο, αυτών των εμμονών απέδειξε τελικά, πως αν ισχύει το «ό,τι δεν σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό», ισχύει επίσης και το «ό,τι σκοτώνεις γεννιέται πιο δυνατό». Κι αυτή τη μεταμοντέρνα δύναμη των ανεξέλεγκτων εμμονών τους ήδη κάποιοι έχουν αρχίσει να τρέμουν.