Κάθομαι στο γραφείο βλέποντας πολιτικές συζητήσεις και διαβάζοντας emails από διάφορους βουλευτές κι υποψήφιους. Λόγω ιδιότητας, η εμβάθυνση στο περιεχόμενο αλλά και η προσεκτική ανάγνωση έχουν μετατραπεί σε συνήθεια.
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά ακόμα και τα λογότυπα των κομμάτων ή οι ευχές τους για καλές γιορτές δεν προκαλούν αποστροφή όπως ίσως θα προκαλούσαν σε έναν μέσο πολίτη.
Κι ενώ έχω απορροφηθεί σε αυτές τις σκέψεις, θυμάμαι τη χθεσινή συζήτηση με την κα Καίτη, που μου έλεγε ότι έβαλε στο σπίτι της Netflix κι έχει βρει την υγειά της. Τη θαυμάζω την κ. Καίτη!
Όχι βέβαια γιατί έχει Netflix, αλλά για το πάθος της για ζωή και δημιουργία. Μια κυρία με καρδιά μικρού παιδιού, που αγαπάει τον τόπο της, αγαπάει να δημιουργεί και να απολαμβάνει κάθε στιγμή σαν να είναι μοναδική.
-«Εγώ πάντως, Γιάννη, όσο και να προσπαθήσω να δω ειδήσεις, δεν αντέχω πάνω από 2 λεπτά» μου λέει, ενώ μου περιγράφει πως ετοιμάζεται να ανέβει στον Ζαρό για να μαζέψει μύρτα.
-«Μα καλά δεν σας ενδιαφέρει τι γίνεται πολιτικά;» ρωτώ για να συνεχίσω τη συζήτηση και να ικανοποιήσω την περιέργειά μου.
-«Καθόλου…» μου απαντά μονολεκτικά, σαν να θέλει να τελειώσει τη συζήτηση. Όμως συνεχίζει:
– «Προσπαθώ βέβαια να παρακολουθώ, γιατί θεωρώ ντροπή να μην ξέρω τι συμβαίνει γύρω μου, αλλά δεν αντέχω να αισθάνομαι πως με κοροϊδεύουν τόσο πολύ. Νομίζω πως αυτό που μου συμβαίνει, είναι αυτό που θέλουν οι πολιτικοί να συμβαίνει σε όλους. Να μην ενδιαφερόμαστε, για να μην αντιδρούμε και τελικά να τους εξυπηρετούμε με την ψήφο μας, χωρίς όμως να ασχολούμαστε».
Κι εκεί είναι που με σοκάρει. Όχι διότι είπε κάτι νέο ή ανατρεπτικό.
Αλλά διότι η κ. Καίτη στα μάτια μου είναι ο μέσος σκεπτόμενος ψηφοφόρος. Και επιβεβαιώνει τα ερωτήματα που με ταλανίζουν.
Ο κόσμος γνωρίζει ότι εξαπατάται.
Γνωρίζει πως όσα βλέπει στην τηλεόραση αποτελούν μέρος μιας μεγάλης παράστασης για την οποία οι πολιτικοί πληρώνονται αδρά.
Ενώ όμως γνωρίζει, συνεχίζει να αδιαφορεί, κοιμίζοντας ξανά μια αντεπανάσταση που ακόμα αργεί.