«Άστρο φωτεινό, θα ‘ρθει γιορτινό, μήνυμα θα φέρει απ’ τον ουρανό», ακούγεται απ’ το ραδιόφωνο… Ο πατέρας και η μητέρα ντύθηκαν, στολίστηκαν, φόρεσαν τα καλά τους.
Όχι αυτά που φοράν καθημερινά. Α! παρφουμαρίστηκαν μα αρώματα. Αυτά, τα «ακριβά εκ Γαλλίας» που τα πουλούσε ο μπακάλης της γειτονιάς με το… δράμι. Ξέρετε, αυτά με άρωμα λεμόνι. Το «Μυρτώ» αν θυμάστε…
Μοσχοβολούσαν και μαζί τους η γειτονιά… Ο πατέρας άφτερ σέιβ… Με τα χρόνια ήρθε και το πιο ακριβό άρωμα, δώρο από κάποιον συγγενή που ταξίδευε συχνά, Paco Rabanne.
Αρώματα με χρώματα αγάπης. Παλιάς εποχής. Μιας εποχής με ήθος, με αγάπη και περισσότερη αλληλεγγύη. Τέτοιες μέρες, γιορτινές, οι άνθρωποι καλούσαν ο ένας τον άλλον στο σπίτι τους να γιορτάσουν όλοι μαζί. Να φάνε. Να κάτσουν στο γιορτινό τραπέζι. Τραπέζι στρωμένο όπως και οι ζωές τους τότε…
Μπορεί να υπήρχε φτώχεια αλλά υπήρχε αγάπη, γέλιο και η ατμόσφαιρα μύριζε καμένο ξύλο από την σόμπα…
Κανείς δεν έλειπε. Μπορεί να υπήρχε φτώχεια αλλά υπήρχε αγάπη, γέλιο και η ατμόσφαιρα μύριζε καμένο ξύλο από την σόμπα… Τα εδέσματα, κυρίως το ψητό του φούρνου, συνοδευόταν με την αγάπη της νοικοκυράς όπως πρόσφερε και την ίδια της την ζωή.
Χριστούγεννα και τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες πήγαιναν και έρχονταν στην γειτονιά, στους φίλους… Και τα δώρα; Έπρεπε να είμαστε καλά παιδιά για να πάρουμε το δώρο μας από τον Άγιο Βασίλη. Ό,τι ζαβολιές είχαμε κάνει ξεχνιόνταν στην αγάπη τους για εμάς.
Για τον Αγ. Βασίλη ήμασταν καλά παιδιά και πάντα μας έφερνε δώρα. Πάντα έφερνε ό,τι θέλαμε, ό,τι ζητούσαμε… Περίεργο πράγμα… Για μας οι γιορτές ιδιαίτερα μετά που έκλεινε το σχολείο, ήταν το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο. Μήπως ήταν όμως τελικά;
Μήπως οι γιορτές αυτές ήταν το πιο σημαντικό πράγμα και εμείς το ξεχάσαμε; Ξεχασμένη εποχή… Οι γονείς μας, μας έβαζαν για ύπνο και αυτοί έβγαιναν. Έβγαιναν έξω και εμείς σκεφτόμαστε πότε θα μεγαλώσουμε να τους μοιάσουμε. Και να που μεγαλώσαμε αλλά δεν τους μοιάσαμε.
Ξεχάσαμε όλη αυτήν την εποχή. Την μακρινή μας καταγωγή. Τον παππού και την γιαγιά που μας κρατάγανε συντροφιά για να βγουν έξω οι γονείς μας. Ακούγαμε παραμύθια και μας χάιδευαν τα μαλλιά για να κοιμηθούμε όμορφα. Μαγικά όλα. Η ζωή μας ένα όνειρο. Τώρα χρειαζόμαστε το όνειρο… Δεν υπήρχαν εφιάλτες. Δεν μας αφήναν… Ήταν οι θεματοφύλακες των ονείρων μας. Έτσι περιμέναμε τις γιορτές.
Με όνειρα, με αγάπη, με ευλάβεια, με δέος.
Τώρα; Τώρα… Καλές γιορτές. «Άστρο φωτεινό, θα ‘ρθει γιορτινό, μήνυμα θα φέρει απ’ τον ουρανό»…