…η στοιχειώδης ευγένεια ποδοπατείται στα γραφικά καλντερίμια της

Στο ιστορικό καφέ Gilli της Φλωρεντίας Ιταλοί και Ιταλίδες δίνουν ρεσιτάλ στιλ και μόδας. Είναι επτά το απόγευμα και οι ντόπιοι απολαμβάνουν το aperitivoτους με τη δέουσα φινέτσα που ίσως στα μάτια Ελλήνων να αγγίζει ακόμα και τα όρια της γραφικότητας.

Η περσόνα στο μπροστινό τραπέζι τινάζει ανέμελα τα μακριά ξανθά μαλλιά του και κουνάει με περισσή χάρη την εμπριμέ βεντάλια του που είναι ασορτί με το καλοραμμένο κοστούμι του και ταμάμ με τα σκαρπίνια-κόσμημα.

Κρατάει απαλά στο χέρι το εμπριμέ λουρί του  γαλλικού μπουλντόγκ που συνοδεύει ενώ δίπλα του στέκεται μία μαύρη γαζέλα με λευκό κοστούμι και λευκό δαντελωτό καπέλο. Η κυρία με τα λευκά κάθεται μόνο όταν η εμπριμέ πανδαισία  κάνει το απαραίτητο σινιάλο.

Η  κοστουμάτη γκαρσόνα με τον αυστηρό κότσο, τα μαργαριταρένια σκουλαρίκια και το χρυσό Ρόλεξ  δεν προλαβαίνει να αφήσει στο τραπέζι τα δύο Campari και με ύφος Τρίτου Ράιχ, απροκάλυπτα προσβλητικό, πετάει ξερά: «26 euros». Φοβήθηκε  μήπως οι …παρακατιανοί που κάθισαν σε ένα από τα τραπέζια του φημισμένου κατά τ’ άλλα καφέ, την έκαναν με ελαφρά πηδηματάκια διότι σε κανένα τραπέζι Ιταλών δεν ζητήθηκε προπληρωμή.

Η Φλωρεντία είναι μία πόλη-αριστούργημα, όμως οι Φλωρεντίνοι μάλλον έχουν μαλώσει με την ευγένεια. Η φινέτσα τους περιορίζεται στα πανάκριβα ρούχα τους και γενικότερα στην μόστρα, διότι από τρόπους και συμπεριφορά παίρνουν κάτω από την βάση.

Βλέπετε όταν την πόλη περιδιαβαίνουν εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες ημερησίως, οι οποίοι κάνουν ουρές για μία θέση στα καφέ, στις τζελατερίες και στις τρατορίες, η στοιχειώδης ευγένεια ποδοπατείται στα γραφικά καλντερίμια της. Αυτήν ή την έχεις ή δεν την έχεις. Τι να το κάνω ρε φίλε να φοράς Gucci και το ύφος σου να είναι σκέτο lime χωρίς πάγο;

Να μένεις με το στόμα ανοιχτό μπροστά από το Duomo, να φωτογραφίζεσαι στο Ponte Vecchio και να θαυμάζεις την Piazza Della Signoria και συ να θυμάσαι τους αγενείς (δεν ήταν και λίγοι) που συνάντησες στο διάβα σου; Αμαρτία, που θα έλεγε και ο περίφημος Δαβίδ του Μιχαήλ Άγγελου.

Δεν μπορώ ωστόσο να μην αναγνωρίσω για μία ακόμα φορά πόσο «μαέστροι» είναι οι Ιταλοί  στην καθιέρωση των τοπικών προϊόντων τους. Οι άνθρωποι δεν πιάνονται και ζήλεψα πολύ. Και εμείς έχουμε ωραία κρασιά, και εμείς ξέρουμε από καλό λάδι, ε και;

Φανταστείτε εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες από την Ιαπωνία μέχρι την Αμερική να πίνουν μπουκάλια Chianti συνοδεία παρακαλώ ελιών,  να αγοράζουν άλλα τόσα για να τα πάρουν μαζί τους και να γεύονται σχεδόν ηδονικά το ελαιόλαδο πάνω στο ψωμί. Ζήλεψα πολύ, ρε γαμώτο, γιατί σκέφτηκα τους δικούς μας «θησαυρούς» που μένουν αναξιοποίητοι τουριστικά.

Όταν οι Ιταλοί έχουν αναγάγει τις ελιές σε τοπ γκουρμεδιά, εμείς εδώ πασχίζουμε ακόμα να ξεπεράσουμε το «ελιά, ελιά και Κώτσο βασιλιά».