“Ν’ αφήνω κι άλλες ζωές να μπαίνουν στη δική μου…”
Τι παράξενο καλοκαίρι. Ανάμεσα στις φωτογραφίες που σου θυμίζουν ευτυχισμένες στιγμές δίπλα στο κύμα, τα βιβλία που διάβασες στην ακροθαλασσιά και σε συνεπήραν τόσο που παραλίγο να χάσεις το πλοίο της γραμμής, τα ποιήματα – αναμνήσεις ενός γελαστού απογεύματος, τα δροσερά σεντόνια, το παγωμένο καρπούζι, μπλέκονται μάσκες, τζελ και αντισηπτικά.
Μα είναι καλοκαίρι αυτό; Δυστυχώς, ναι. Είναι το καλοκαίρι που δεν θα μας φέρει πιο κοντά, είναι το καλοκαίρι που πρέπει να κρατάμε τις αποστάσεις, που δεν πρέπει να αγκαλιαζόμαστε, να φιλιόμαστε, να συνωστιζόμαστε, γιατί θέλουμε να μας βρει υγιείς και το επόμενο και το μεθεπόμενο, τότε που οι μάσκες δεν θα είναι είδος πρώτης ανάγκης και τα τζέλ καθαρισμού δεν θα βρίσκονται στο τραπεζάκι της ψαροταβέρνας, δίπλα στο ούζο και τα θαλασσινά
.Σημασία έχει ότι ζούμε. ΑΛΛΟ ΕΝΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ.
Για σκέψου να μην πρόφταινα
κι αυτό το καλοκαίρι
να δω το φως ξανά εκτυφλωτικό
να νιώσω την αφή του ήλιου στο κορμί μου
να οσμιστώ δροσερές και χαλασμένες μυρωδιές
να γευτώ γλυκόξινες και πιπεράτες γεύσεις
ν’ ακούω τα τζιτζίκια ως τα κατάβαθα της νύχτας
να καταλαβαίνω τους δικούς μου που αγαπώ
να μην αδημονώ μ’ αυτούς που με στηρίζουν
να σκέφτομαι κι εκείνους που θέλησα να ξεχάσω
να βρίσκω φίλους που έρχονται από μακριά
ν’ αφήνω κι άλλες ζωές να μπαίνουν στη δική μου
να κολυμπάω σε θάλασσες ζεστές
ν’ αντικρίζω φρέσκα σώματα γυμνά
ν’ αναπολήσω έρωτες, να ονειρευτώ καινούργιους
ν’ αντιληφθώ τα πράγματα που αλλάζουν.
Έτσι καθώς το πρόφτασα αυτό το καλοκαίρι
λέω να ελπίζω για προσεχή Χριστούγεννα
για κάποια επόμενη Πρωτοχρονιά
άσε να δούμε και για παραπέρα».
Τίτος Πατρίκιος