Πόσες φορές πνίγηκε στο νόμο της σιωπής η οργή και η αγανάκτηση ανθρώπων που έφτασαν σε απόγνωση;
Η πολύκροτη υπόθεση της εξιχνίασης της απαγωγής του επιχειρηματία Μιχάλη Λεμπιδάκη είναι ένα γεγονός με πολλαπλά μηνύματα και προεκτάσεις που αφορούν ολόκληρη την κοινωνία. Η μαζική καταδίκη των πρωταγωνιστών και των συνεργών της απεχθούς και εγκληματικής πράξης από σύσσωμη την κοινωνία και τους θεσμικούς φορείς της βάζει στο κάδρο ξανά το απόστημα της παραβατικότητας, της διαφθοράς και της παρανομίας.
Όμως επειδή κανείς δεν είναι τόσο αφελής για να πιστεύει ότι με ευχολόγια λύνονται προβλήματα, έχει αξία να δούμε πώς όλος αυτός ο σκοτεινός κόσμος της διαφθοράς έχει αποδειχτεί ανθεκτικός και επιβιώσιμος. Και για να αναζητήσει κανείς περισσότερες απαντήσεις για το «πώς» και το «γιατί», αρκεί να σκεφτεί πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα, εάν οι άνθρωποι που δομούν τα κυκλώματα της παρανομίας δεν γνώριζαν τόση θαλπωρή από μηχανισμούς εξουσίας που με περίσσια σπουδή φροντίζουν να «καθαρίσουν» για λογαριασμό τους.
Πόσες φορές απλοί πολίτες που βρέθηκαν αντιμέτωποι με απειλές, με τραμπουκισμούς, με ύπουλα χτυπήματα ένιωσαν αδύναμοι επειδή είχαν μπροστά τους το φιλιότσο του τάδε βουλευτή ή τον σύντεκνο του δείνα μεγαλοπαράγοντα.
Πόσες φορές πνίγηκε στο νόμο της σιωπής η οργή και η αγανάκτηση ανθρώπων που έφτασαν σε απόγνωση, γιατί ένιωσαν απροστάτευτοι, όταν έβλεπαν εκείνους που γαζώνουν με σφαίρες ιδιοκτησίες, δημόσιες και ιδιωτικές, τα βράδια να τρώνε αντικριστά οφτά και να πίνουν αγκαλιά με τοπικούς παράγοντες εις υγεία των κορόιδων;
Πόσες φορές άνθρωποι της αυτοδιοίκησης δεν σιώπησαν στωικά μπροστά στα “καπεταναλίκια” που πουλούσαν κάποιοι με ζωσμένα τα πιστόλια, που επιβάλλουν τους δικούς τους νόμους με το «έτσι θέλω».
Και είναι το λιγότερο ειρωνικό οι ίδιοι άνθρωποι που κάνουν «πλάτες» σε αυτές τις συμπεριφορές, να δείχνουν με το δάχτυλο τον πολίτη, γιατί δεν αντιδρά και δεν αποκαλύπτει σκηνικά, που οι ίδιοι υποθάλπουν υπόγεια, όμως δημόσια τα καταδικάζουν.