«Αλλά οι συγχωριανοί μας, της μιας φοράς την εβδομάδα, συνήθως έχουν άλλη γνώμη»

Κάποιες φορές πηγαίνουμε για λίγο στο χωριό και για να μην ταλαιπωρούμαστε με μαγειρέματα, κρατάμε δυο τρία πράγματα για να τσιμπήσουμε όσο πιο απλά γίνεται. Αλλά οι συγχωριανοί μας, της μιας φοράς την εβδομάδα, συνήθως έχουν άλλη γνώμη. Μας φέρνουν τσάντες με βλήτα, κολοκυθάκια και πατάτες, ντομάτες, γλυστρίδα, κρεμμύδια και φρέσκα αγγουράκια. Αυγά, ζυμωτό ψωμί, ξυνόχοντρο, τυρόπιτες στον φούρνο. Για πότε βράζουμε τα χόρτα, για πότε τηγανίζουμε πατάτες και αυγά στο γκάζι, για πότε στρώνουμε το τραπέζι, για πότε τα τρώμε ούτε που το καταλαβαίνουμε! Κι όταν δεν έχουμε γλυκό, πάλι εκείνοι φροντίζουν να μας γλυκάνουν. Με παγωμένη ρακή βεγγερίζουμε κάτω απο τις μουριές μέχρι αργά λέγοντας ιστορίες ή συζητώντας για τις εκδηλώσεις που έγιναν ή θα ακολουθήσουν.

Σε λίγες μέρες αρχίζει στο Βορίτσι και  η προετοιμασία για τη γιορτή της Αγίας Μαρίνας. Όλοι θα ‘ναι στο πόδι, με πινέλα, βούρτσες και χρώματα για να φρεσκάρουν τα σπίτια στην πλατεία, να είναι  όλα καθαρά και περιποιημένα στο γλέντι του χωριού. Θα βάψουν τους τοίχους ολόλευκους, τα παράθυρα και τις πόρτες στο μπλέ του Αιγαίου. Άλλοι θα φυτεύουν στις πήλινες γλάστρες από το Θραψανό βασιλικούς, μπουκαμβίλιες, δεντρολίβανα, γιασεμιά και θα τις τοποθετούν στα πεζούλια. Όταν τελειώσουμε κι εμείς το πότισμα στις λεμονιές μας και είμαστε έτοιμοι να κατεβούμε  στην πλατεία, τα πάντα  θα λάμπουν, η θάλασσα θα λαμπυρίζει στο βάθος, τρία τέσσερα τραπέζια  θα έχουν στρωθεί και όλοι μα όλοι όσοι βοήθησαν θα ετοιμάζονται να καθίσουν να φάνε και να πιουν παρέα κάτω από τα δέντρα, πανευτυχείς που έκαναν μέσα σε λίγες ώρες τόσο όμορφο το χωριουδάκι τους. Μισή ώρα από το Ηράκλειο κι όμως αντικρύζεις έναν άλλο, φωτεινό κόσμο, που σου δημιουργεί την αίσθηση ή έστω και την ψευδαίσθηση ότι τα έχει όλα και δεν του λείπει τίποτα.