Η Ελλάδα συνταράσσεται από την υπόθεση των Τεμπών, μιας τραγωδίας εθνικού μεγέθους που έχει έρθει ξανά στο προσκήνιο τώρα, δύο χρόνια μετά τη μοιραία βραδιά που συνέβη.
Οι λόγοι που συμβαίνει αυτή η βραδύκαυστη αντίδραση δεν είναι ανεξήγητοι, ούτε συμποσούνται στην πολιτική εκμετάλλευση του θέματος, όπως θέλουν να παρουσιάζουν κάποιοι από την κυβερνητική παράταξη.
Οι λόγοι που σήμερα η κοινωνία ολόκληρη έχει εγερθεί και ζητά να μάθει την αλήθεια είναι ότι μέσα στα δύο αυτά χρόνια τίποτα δεν μοιάζει να έχει δουλέψει όπως έπρεπε και όφειλε.
Και κυρίως, πάνω και πέρα από όλα, δεν έχουν πειστεί οι πολίτες ότι υπήρχε όχι μόνο δυνατότητα, αλλα έστω και διάθεση να λειτουργήσουν όπως έπρεπε οι αρμοί της πολιτείας τόσο για να μη συμβεί ποτέ αυτή η τραγωδία, αλλά και αφού συνέβη, για να λάβει τη διαχείριση που άρμοζε στον αδόκητο χαμό πενηνταεπτά συνανθρώπων μας.
Κοινώς και χωρίς περιστροφές, στην υπόθεση των Τεμπών έχουν συναντηθεί και συμπράξει όλες οι αποτυχίες του ελληνικού κράτους με κορυφή την απογύμνωση των θεσμών του πολιτεύματος, της δικαιοσύνης και του κοινοβουλίου.
Στη βάση αυτής της αποτυχίας είναι η διασύνδεση αυτών των θεσμών με την κυβέρνηση, δηλαδή ποδηγέτηση της νομοθετικής και της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική ή τουλάχιστον η εμφανής εξάρτησή τους από αυτή.
Χρόνια τώρα κάποιοι μιλάμε, αν όχι φωνάζουμε, για την χωλή λειτουργία του πολιτεύματος. Για το πόσο προβληματικό στοιχείο είναι ότι μέσα από την τροπή που πήρε το πολιτειακό μας σύστημα ήδη από την συνταγματική αναθεώρηση του 1985 και εξής η εκτελεστική εξουσία έχει καταστεί υπέρμετρα ισχυρή σε σχέση τις έτερες δύο.
Η Βουλή σταδιακά έγινε απλό παρακολούθημα της εκάστοτε κυβέρνησης, ενώ η δικαιοσύνη δεν καταφέρνει να να παράσχει στους πολίτες εχέγγυα ανεξαρτησίας.
Όλα αυτά δουλεύουν αργά και ύπουλα επί τέσσερις δεκαετίες μέσα στο σώμα της Ελλάδας. Η κατάσταση των θεσμών καθορίζει τον βαθμό υγείας κάθε δημοκρατικού συστήματος διακυβέρνησης και στην περίπτωσή μας οι θεσμοί νοσούν βαρέως. Το χειρότερο είναι ότι η κατάσταση αυτή έχει καταντήσει να θεωρείται φυσιολογική, ενώ μόνο αυτό δεν είναι.
Αν δεν προχωρήσουμε άμεσα, με πρωτοβουλία της ίδιας της σημερινής κυβέρνησης, σε πρωτοβουλίες που θα αρχίσουν να αποκαθιστούν το κύρος των θεσμών, η ελληνική πολιτεία στην παρούσα μορφή της δεν έχει μέλλον και θα σαρωθεί από πολιτική κρίση πολλαπλώς δεινότερη από εκείνη της οικονομικής κρίσης.
Η επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση παρέχει ευκαιρία για μεταλλαγές στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της θεσμικότητας και του αλληλοελέγχου των εξουσιών. Δεν χρειάζεται όμως καν να παραπεμφθεί όλο αυτό στις συνταγματικές καλένδες.
Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό και για τον πρωθυπουργό και για τις ηγεσίες των κομμάτων της αντιπολίτευσης, όσων κομμάτων έχουν υπευθυνότητα, ας συμπράξουν σε συγκεκριμένες κινήσεις που αρχίσουν να ξαναφέρνουν στους πολίτες τη χαμένη τους εμπιστοσύνη. Αλλιώς, τα μαντάτα θα είναι μαύρα και θα έρθουν σύντομα.