Η αλήθεια είναι ότι είμαι λιτοδίαιτος αλλά θρέφομαι με την αγάπη για τον συνάνθρωπο

Αν τα βαμπίρ θρέφονται με αίμα, ο Μιχαλάκης θρέφεται με αγάπη. Τα 90 τα έχει περάσει προ πολλού, μα η καρδιά και το μυαλό του τρέχουν κατοστάρι. Τον συνάντησα στο περιθώριο μίας συναυλίας στο χωριό. Καθόταν σε μία άκρη και ρουφούσε ζωή. Το βλέμμα του ακούραστο να καταγράφει εικόνες, πρόσωπα,  εκφράσεις, χειρονομίες και τα αυτιά του μόνο υπερήφανα δεν τα λες… Πήγα να τον χαιρετήσω και πιάσαμε την κουβέντα, που τόσο του αρέσει…

«Θέλω παιδί μου να πεθάνω ελεύθερος, χωρίς βαρίδια και ενοχές, χωρίς δεσμεύσεις… Δεν ήρθα σε αυτή τη ζωή για να φοβάμαι διαρκώς… Οι περισσότεροι ζουν με τον φόβο: και αν τρακάρω, και αν αρρωστήσω, και αν το ένα και αν το άλλο… ένα διαρκές «αν» και στο μεταξύ έχουμε χάσει τη ζωή».

Κάποια στιγμή σκάει ένα χαμόγελο συνωμοτικό και αμήχανο μαζί: «Με ρωτάνε πολλοί, και μορφωμένοι άνθρωποι, επιστήμονες, ποια είναι η διατροφή μου, το μυστικό της μακροζωϊας μου. Η αλήθεια είναι ότι είμαι λιτοδίαιτος αλλά θρέφομαι με την αγάπη για τον συνάνθρωπο. Όταν αγαπάς τον συνάνθρωπό σου πραγματικά, δεν έχεις πάθη, δεν έχεις εκείνο το σαράκι που σε κατατρώει, δεν κυριεύεσαι από κακά ένστικτα. Είσαι ελεύθερος! Οι άνθρωποι έχουν επιτύχει φοβερά επιτεύγματα και ξεχνούν ποιο είναι το νόημα της ζωής. Πρέπει, παιδί μου, να ξέρουμε ποια είναι η διαδρομή που διανύουμε…».

Με είχε συνεπάρει τόσο πολύ η κουβέντα μαζί του που ούτε  κατάλαβα ότι  η συναυλία έφθανε  στο τέλος της. Τι ειρωνεία; Το ύφος και τα λόγια του στάζουν μέλι και εντούτοις ένιωσα σαν να μου είχε δώσει χαστούκι που γύρισε το κεφάλι μου. Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα ότι είμαι και εγώ από εκείνους του «αν», που με τους φόβους και τις δεσμεύσεις ξοδεύουμε ανώφελα ό,τι πολυτιμότερο έχουμε, τη ζωή μας. Τον θαύμασα και τον ζήλεψα τον κυρ-Μιχάλη, γιατί το ένιωσα ότι είναι πραγματικά ευτυχισμένος. Και εκείνη τη στιγμή ακούω τη Γιώτα Νέγκα να τραγουδάει τους «ανοιχτούς λογαριασμούς». «Ένα είναι το γραμμένο του καθένα. Ένας δρόμος, ένας φόβος, ένα θάρρος…».