Καταγράφονται μνημειώδεις αντιπαραθέσεις για τον τύπο και όχι την ουσία των πραγμάτων

Πέρασε κιόλας  ένας χρόνος από την τελευταία εκλογική αναμέτρηση  που έκρινε την τύχη  του Δήμου Ηρακλείου και σηματοδότησε την είσοδο  της δημοτικής μας πραγματικότητας  στην πολυδιαφημισμένη απλή αναλογική.

Ένα πρωτόγνωρο για την αυτοδιοίκηση θεσμικό και πολιτικό πλαίσιο λειτουργίας,  που από τα πρώτα του βήματα επιβεβαίωσε τους χειρότερους  φόβους και τις αγωνίες όσων εγκαίρως είχαν εκφράσει κριτική για τις απίστευτες στρεβλώσεις  που εμπεριέχει  αλλά  και  την πολιτική κακοποίηση της έννοιας της απλής αναλογικής, που απέχει παρασάγγας από αυτό που διαχρονικά η κοινωνία διεκδικούσε.

Είναι άλλωστε ενδεικτικό πως, αν δει κανείς το κάδρο στον πολιτικό  μικρόκοσμό μας,  ο χρόνος μοιάζει να έχει «παγώσει»  στην ερμηνεία του εκλογικού αποτελέσματος. Το επιστέγασμα της πολιτικής λειτουργίας της πλειοψηφίας των δημοτικών παρατάξεων είναι αμετακίνητα εστιασμένο σε ένα ιδιότυπο μπρα-ντε-φέρ, για το ποιος έχει τον πολιτικό έλεγχο της Λότζια.

Από τη μια η δημοτική Αρχή, αποδεκατισμένη από δημοτικούς συμβούλους που θα επέτρεπαν την αριθμητική επικράτησή της,  προσπαθεί να ασκήσει διοίκηση επικαλούμενη το αποτέλεσμα της δεύτερης Κυριακής, χωρίς όμως να μπορεί να κρύψει και τις εν γένει αδυναμίες της και η ίδια να το υποστηρίξει πειστικά.

Από την άλλη η δημοτική αντιπολίτευση επιλέγει την αυτοπραγμάτωσή της κάνοντας σημαία, το εκλογικό αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των  εκλογών,  προβάλλοντας  επικοινωνιακά την αριθμητική  υπεροχή της, που αξιοποιείται στα μέγιστα για να γλυκάνει την επαναλαμβανόμενη πικρή ήττα της και να αντιστρέψει τον ρόλο της θέλοντας να επιβληθεί ως ηγεμονική παρουσία.

Αυτός είναι ο καμβάς όλης της λειτουργίας της Λότζια, που επιβεβαιώνεται στερεοτυπικά μέσα από τα θεμάτα που έρχονται στο προσκήνιο, όπου καταγράφονται μνημειώδεις αντιπαραθέσεις για τον τύπο και όχι την ουσία των πραγμάτων, δηλαδή για τη γραφειοκρατική διαχείριση και όχι το πολιτικό υπόβαθρο.

Οι αντιπαραθέσεις ένθεν και ένθεν –με αδιαπραγμάτευτη εξαίρεση τη «Λαϊκή Συσπείρωση»-  εξελίσσονται  στο ασφαλές γηπεδάκι της τεχνοκρατικής διαχείρισης που έχει αποδειχτεί εξαιρετικά βολικό στον αυτοπεριοριστικό ρόλο που έχει επιλέξει για τον εαυτό της συνολικά η αυτοδιοίκηση, για να αποφεύγει τριβές και συγκρούσεις με το πολιτικό σύστημα και τους θεσμούς του.

Έτσι, για παράδειγμα, καταγράφεται ένας   πολιτικός εμφύλιος  ανάμεσα στις δημοτικές παρατάξεις για θέματα, όπως το πού θα μετακινηθεί μια λαϊκή αγορά,   αλλά δεν είδαμε κανέναν να ξανασχοληθεί για παράδειγμα,  με το θέμα του αεροδρομίου “Ν. Καζαντζάκη”…

Οι περισσότεροι μοιάζει να έχουν ξεχάσει ότι η ανάπλαση 3.000 στρ. δημόσιας γης του αεροδρομίου  δεν καθορίζεται με στρατηγικούς όρους από την τοπική αυτοδιοίκηση, ακριβώς επειδή πλέον «αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των όρων του δανείου της ΕΤΕπ» για την κατασκευή του αεροδρομίου Καστελλίου.

Και εδώ το κρίσιμο ζητούμενο είναι, οι παρενέργειες της διαχείρισης αυτής για την ίδια την κοινωνία, που παραπέμπουν ευθέως στην ιστορία του ποντικού στο διήγημα του Κάφκα: «”Αχ” είπε το ποντίκι, “ο κόσμος στενεύει κάθε μέρα. Στην αρχή ήταν τόσο πλατύς που φοβόμουν.

Συνέχισα να τρέχω, και χάρηκα όταν είδα τελικά στο βάθος δεξιά και αριστερά τοίχους, αλλά οι μακριοί αυτοί τοίχοι συγκλίνουν με τόση ταχύτητα που έφτασα ήδη στο τελευταίο δωμάτιο. Και εκεί στη γωνία στέκεται η παγίδα και εγώ τρέχω καταπάνω της”.

“Δεν έχεις παρά ν’ αλλάξεις κατεύθυνση”, είπε η γάτα. Και το έφαγε».