Από πάνω μας μια γλυκύτατη γιαγιούλα μάς κοιτούσε με καλοσύνη
Ίσως έχετε ακούσει για τον επίκουρο, έναν σημαντικό κριτικό εστιατορίων, ο οποίος έφυγε από τη ζωή πριν 5 χρόνια.
Αυτός λοιπόν ο βαθύς γνώστης της γαστρονομίας, που είχε φάει στα καλύτερα εστιατόρια του κόσμου, έγραψε για το γεύμα που ποτέ δεν θα ξεχάσει: το γεύμα της ζωής του σε ένα αντισυμβατικό ταξίδι του στην Κρήτη, στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, που περιλάμβανε και το πέρασμα του φαραγγιού της Σαμαριάς.
Διάβασα για αυτό το ξεχωριστό γεύμα στο Andro.gr, μου άρεσε πολύ και σκέφθηκα να το μοιραστώ μαζί σας.
“Μετά από δωδεκάωρο περπάτημα, ήμασταν τόσο κατάκοποι, τόσο διαλυμένοι και με τέτοιους πόνους στα πόδια, που δεν αντέξαμε να φτάσουμε μέχρι την παραλία, παρά μόνο καθίσαμε κάτω από μια γέρικη ελιά και μείναμε εκεί ακίνητοι, με κλειστά τα μάτια, σαν να είχαμε λιποθυμήσει.
Όταν τ’ ανοίξαμε, από πάνω μας στεκόταν μια γλυκύτατη γιαγιούλα –για μια στιγμή μου φάνηκε ότι ήταν η γιαγιά Ασημίνα, η οποία με καλωσόριζε στον Παράδεισο– και μας κοιτούσε με καλοσύνη.
Στο ένα χέρι κρατούσε ένα μπουκάλι με παγωμένο νερό και στο άλλο ένα βαθύ πιάτο από εμαγιέ, μέσα στο οποίο είχε φρέσκια μυζήθρα, μια ντομάτα κομμένη στα τέσσερα, αλατσολιές και ψωμί ζυμωτό.
Με τη χαρακτηριστική κρητική προφορά και με μια φωνή που μου φάνηκε αγγελική, μας προσκάλεσε να φάμε και να πιούμε.
Και κάναμε ακριβώς αυτό. Φάγαμε ένα γεύμα που όμοιό του κανένας σεφ δεν μπορεί να μαγειρέψει και που τη γεύση του κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να νιώσει, διότι κανείς άλλος δεν θα είχε πρώτα υποστεί τέτοια ταλαιπωρία διασχίζοντας το φαράγγι της Σαμαριάς με κοθόρνους.
Και ήπιαμε ένα νερό, η απόλαυση του οποίου ξεπερνά το ακριβότερο κρασί του Μπορντώ και της Βουργουνδίας μαζί.
«Τέτοια γεύση δεν μπόρεσα να ξαναβρώ ούτε στο καλύτερο εστιατόριο στον κόσμο.
Αυτή η γεύση, την οποία πάντα και μάταια αναζητώ, ίσως να είναι και ο ουσιαστικός λόγος για τον οποίο κατέληξα να γίνω κριτικός εστιατορίων» γράφει ο Επίκουρος.