Και γέμισε ο κόσμος… σπάστες και απεργοσπάστες.
Α, και αγαπημένα παιδιά των αφεντικών
«Στην πρώτη απεργία μου μαζί σου κατεβαίνω…». Δε μας χέζεις ρε Νταλάρα! Τι, δεν το είπε αυτό ο Νταλάρας; Και πώς του ξέφυγε, αφού τις εποχές εκείνες μονοπωλούσε την επαναστατικότητα και την αγωνιστικότητα; Εντάξει, δεν ήταν οι εποχές του «πάγωσε η τσιμινιέρα» και «στης Αθήνας μες το κέντρο φύτρωσε καινούριο δέντρο», αλλά όσο να πείτε το 1989 μοιάζει με μακρινό και τότε ακόμα τα συνδικάτα είχαν δύναμη ή τουλάχιστον έτσι τα άφηνε να δείχνουν το βαθύ ΠΑΣΟΚ, που κυβερνούσε ή τέλος πάντων έκανε τα κουμάντα στα εργατικά.
Βέβαια ο Σταμάτης Κραουνάκης και η Λίνα Νικολακοπούλου που έγραψαν, συνέθεσαν και τραγούδησαν ως ντουέτο το «αγάπη μου λατρεία μου» δεν είχαν κατά νου την εργατική τάξη, μα τους έρωτες της εποχής. Απλώς, ο στίχος με την απεργία ήταν ποιητική αδεία.
Δυστυχώς και σήμερα η απεργία ποιητική αδεία είναι! Τι και αν ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ έχουν προκηρύξει 24ωρη; Σάματις θα κερδίσουν κάτι; Ούτε προσδοκούν ούτε και ελπίζουν. Και το χειρότερο, δεν είναι λεύτεροι. Μια ακόμα απεργία για την τιμή των όπλων.
Των όπλων που σίγησαν πριν προλάβουν να μπουν σε πολέμους και χωρίς ποτέ οι κάννες τους να γίνουν καπνισμένες. Ποιοι απεργούν τελικά σήμερα; Λίγοι ιδεολόγοι και περισσότεροι που θέλουν να λουφάρουν. Και αυτοί εκ του ασφαλούς, αφού δεν υπάρχει κίνδυνος να χάσουν το μεροκάματο. Και η πλειονότητα δεν απεργεί.
Γιατί δεν είναι εποχές για απεργίες, γιατί το μεροκάματο είναι περιζήτητο, γιατί η εργοδοσία περιμένει στη γωνία, γιατί οι αγώνες πουλήθηκαν, γιατί οι συνδικαλιστές είναι τομάρια, γιατί… γιατί… γιατί… Με αυτά τα γιατί και πολλά άλλα μάς έχουν πιπιλίσει το μυαλό και κάπως έτσι απαξιώθηκαν απεργίες και απεργοί. Και γέμισε ο κόσμος… σπάστες και απεργοσπάστες. Α, και αγαπημένα παιδιά των αφεντικών. Και πια η εργατική
τάξη δεν πάει στον παράδεισο. Διότι στη μετά θάνατον ζωή (αν υπάρχει τέτοια) τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα: υπάρχει η κόλαση και ο παράδεισος. Ενώ στα εργασιακά πλέον δεν είναι έτσι. Δεν υπάρχει μαύρο ή άσπρο. Από τότε που βγήκαν αυτές οι καταραμένες «ελαστικές μορφές εργασίας» άλλαξαν τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα.
Και έγινε η καθημερινότητα του κάθε εργαζόμενου ερμαφρόδιτη. Και εδώ δεν βρίσκεται καμία προοδευτική κυβέρνηση Τσίπρα να αναγνωρίσει δικαιώματα σε μια τάξη που υπέστη γονιδιακή μετάλλαξη χωρίς να ερωτηθεί ούτε και να διερευνηθεί αν φταίει το νερό που έπινε! Έτσι δεν το έλεγαν παλιά στα χωριά; Και αυτό δεν είναι ποιητική αδεία, μα σκέτη αηδία!