Είναι πια κάτι σαν έθιμο καλοκαιρινό. Σαν «του Αϊ Γιάννη τις φωτιές», ένα πράγμα, οι καλοκαιρινές πυρκαγιές. Παράδοση αποτελούν πλέον τόσο το «112», όσο επίσης και το επιβεβλημένο αξύριστο πρωθυπουργικό look, αλλά δεν φτάνουν. Οι ζοφερές εικόνες πανομοιότυπες κάθε χρόνο τέτοια εποχή.
Έχει εξοικειωθεί πια το μάτι μας και δεν μας προκαλούν καμία έκπληξη. Οι πύρινες γλώσσες που καταβροχθίζουν ό, τι ακουμπάνε, οι μαύροι καπνοί που φτάνουν μέχρι τον ουρανό, οι πυροσβέστες που τραβάνε τις μάνικες και οι αστυνομικοί που τρέχουν με τα μωρά στα χέρια. Κάθε χρόνο η ίδια δυστοπία, η ίδια κατάρα, η ίδια κακομοιριά. Στάχτες κι αποκαΐδια και από δικαιολογίες, μια από τα ίδια.
Οι ευθύνες, «μπαλάκι του πινγκ πονγκ». Τα Υπουργεία το «πετάνε» στους Δήμους, οι Δήμοι στις Περιφέρειες, κι όλοι μαζί στον «Χατζηπετρή» της εποχής, την «κλιματική κρίση». Πάντα υπήρχε ο «Χατζηπετρής», απλώς άλλαζε ονόματα. Άλλοτε τον έλεγαν «στρατηγό άνεμο» και άλλοτε «ξένο δολιοφθορέα». Ποτέ όμως δεν τον είπαν, «ανεπαρκή κρατικό μηχανισμό»…
«Ο παράδεισος των εμπρηστών», άνοιξε και φέτος τις «πύλες» του. Έτσι χαρακτηρίζουν ξένοι δημοσιογράφοι την Ελλάδα και όχι άδικα. Οι μπίζνες πάνω στα καμένα δάση δεν έχουν τελειωμό. Αυτό που σήμερα καίγεται, αύριο πωλείται για πολλά εκατομμύρια ευρώ.
Πως μπορεί να συμβαίνει αυτό; Σε έναν «παράδεισο εμπλεκομένων συμφερόντων», όλα μπορούν να συμβούν! Εκτάσεις καμένες που έχουν χαρακτηριστεί αναδασωτέες, φιγουράρουν στις ιστοσελίδες μεγάλων μεσιτικών γραφείων ως διαθέσιμες προς πώληση. Τα παραδείγματα πολλά. Συνέβη στο Πόρτο Χέλι, αλλά και στην Αργολίδα, στην Κορακιά Κρανιδίου. Καμένη δασική έκταση συνολικής επιφάνειας 3.782 στρεμμάτων, παρουσιάζεται ως ιδιωτική περιουσία και πωλείται έναντι του ποσού των 100 εκατομμυρίων ευρώ.
Η συγκεκριμένη περιοχή αποτελεί δάσος και περιλαμβάνεται στους δασικούς χάρτες.
Στην πραγματικότητα βεβαίως, η έκταση αυτή δεν μπορεί ουσιαστικά να πωληθεί, αφού για να μεταβιβαστεί μια έκταση με αυτά τα χαρακτηριστικά, απαιτείται «πιστοποιητικό ακαΐας», που για ευνόητους λόγους δεν είναι δυνατόν να εκδοθεί μετά τις πυρκαγιές του 2016.
Κάποια «σκοτεινά» συμφέροντα όμως επιχειρούν να «πουλήσουν» την έκταση, υποσχόμενα την πολεοδομική της «ωρίμανση» μέσω επενδυτικού σχεδίου που μπορεί να ενταχθεί στις λεγόμενες «στρατηγικές επενδύσεις». Καταλαβαίνουμε λοιπόν εδώ ότι, ο απώτερος σκοπός κάποιων επιτήδειων οικοπεδοφάγων, δεν είναι η άμεση οικοδόμηση των καμένων περιοχών, αλλά η απευθείας πώλησή τους σε δυνητικούς αγοραστές.
Πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος της προηγούμενης κυβέρνησης, επιτρέπει για πρώτη φορά στους ιδιοκτήτες κτισμάτων σε καμένες ή εκχερσωμένες δασικές εκτάσεις, να υποβάλουν δηλώσεις νομιμοποίησης υπό προϋποθέσεις.
Έτσι, για πρώτη φορά, επιτρέπεται να υποβάλουν δήλωση οι ιδιοκτήτες αυθαιρέτων που έχουν κατασκευαστεί σε καμένες ή εκχερσωμένες δασικές εκτάσεις και να τα διατηρήσουν για 30 χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά δεν βρίσκονται μέσα σε κοίτες ρεμάτων, παράκτιες ζώνες και περιοχές «Natura». Σε αυτήν την κατηγορία εντάσσονται περίπου 240.000 στρέμματα, με τουλάχιστον μισό εκατομμύριο αυθαίρετα, που εξαιρούνται με βάση το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο νομιμοποίησης.
Το μοντέλο «οικιστικής ανάπτυξης» ενός μεγάλου μέρους της Ανατολικής Αττικής που κατακάηκε τούτες τις μέρες, ακολουθεί μια μοιραία διαδρομή τα τελευταία 40 χρόνια: Φωτιά στο δάσος, αποχαρακτηρισμός δασικών εκτάσεων, αυθαίρετη δόμηση, νομιμοποίηση αυθαιρέτων. Είναι ένα στρεβλό μοντέλο «οικιστικής ανάπτυξης», που όμως δείχνει να «αντέχει» μια χαρά στο χρόνο.
Και σε αυτήν την καταστροφή, κανένας από τους αρμόδιους δεν υποστήριξε ότι οι πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν οφείλονταν σε εμπρησμούς, προκειμένου να «αξιοποιηθεί» η περιοχή οικιστικά, παρά τις έντονες ανησυχίες για το μέλλον της περιοχής, καθώς είναι γνωστό ότι δέχεται ισχυρές οικιστικές πιέσεις.
Το βέβαιο είναι ότι, η επόμενη μέρα των δασικών πυρκαγιών, βρίσκει κάποιες από τις καμένες δασικές εκτάσεις, είτε να περιλαμβάνονται σε προγράμματα υπό ένταξη περιοχών στο σχέδιο πόλης, είτε να μετατρέπονται σε περιοχές αυθαιρέτων υπό νομιμοποίηση, είτε να αξιοποιούνται ως αιολικά πάρκα, αλλά ακόμα και ως βοσκοτόπια.Τίποτα πάντως δεν είναι τυχαίο. Δεν είναι τυχαίο πως αυτές τις μέρες είχε την «τιμητική» της στις «φλόγες» για ακόμα μια φορά η Αττική. Όπως δεν είναι τυχαίο και ότι, την τελευταία 20ετία, όπου το σύνολο σχεδόν των δασικών εκτάσεων της Αττικής έχει παραδοθεί στις φλόγες, την ίδια ακριβώς περίοδο έχει προκύψει και ο κύριος όγκος των αυθαιρέτων, που αριθμούν περί τις 200.000, πολλά από τα οποία βρίσκονται σε δασικές εκτάσεις, αλλά και σε καμένες δασικές περιοχές.
Τεράστια είναι και η οικολογική καταστροφή στη Ρόδο. Εικόνες Αποκάλυψης στο νησί των ιπποτών, με ολόκληρα δάση, ζώα, σπίτια και περιουσίες, να έχουν γίνει στάχτη…
Ένας μεγάλος φταίχτης για ό, τι καταστροφικό συμβαίνει σήμερα, είναι η περίπλοκη νομοθεσία. Οι δασικές εκτάσεις αποτελούν το 26% της συνολικής έκτασης της χώρας.
Η ιδιοκτησία δεν είναι σαφώς καθορισμένη, ενώ το περίφημο κτηματολόγιο και οι δασικοί χάρτες εκκρεμούν τα τελευταία 150 χρόνια. Η δε νομοθεσία περί καταπατήσεων και αυθαιρέτων κατασκευών, «βομβαρδίζεται» διαρκώς από τροπολογίες και νομοσχέδια, που αντί να λύνουν, περιπλέκουν ακόμα πιο πολύ τα προβλήματα. Ενώ οι περισσότερες χώρες διαθέτουν υπουργεία Δασών, στην Ελλάδα η ταπεινή «Γενική Γραμματεία Δασών», διαρκώς υποβαθμίζεται.
Με λίγα λόγια: Απαραίτητοι όροι για την προστασία των δασών στη χώρα μας είναι, η αποσαφήνιση του νομοθετικού πλαισίου και ένα μη ανακλητό δασικό κτηματολόγιο. Έχω βαρεθεί να ακούω κάθε χρόνο τις ίδιες πάντα δικαιολογίες:
«Την έλλειψη συντονισμού, τα ανεπαρκή μέσα, τις καθυστερήσεις, την παρατεταμένη ξηρασία και την κλιματική αλλαγή», που το μόνο που κάνουν είναι να κουκουλώνουν τις πραγματικές αιτίες αυτών των καταστροφών: Την άναρχη δόμηση, τα «φιλετάκια» του real estate, τις καταπατημένες δασικές εκτάσεις, την απουσία του Εθνικού Κτηματολογίου, καθώς και τους «ειδικούς» νόμους που καθορίζουν το καθεστώς των αυθαιρέτων και που κάνουν πάντα την εμφάνισή τους (Ω, τι σύμπτωση!), σε προεκλογικές περιόδους.
Είναι απολύτως κατανοητό πως ο πύρινος όλεθρος που βίωσε για ακόμα μια φορά η χώρα μας, όχι μόνο δεν προσφέρεται για αστεϊσμούς, αλλά ούτε και τους συγχωρεί. Ωστόσο, με απόλυτο σεβασμό σε όλους εκείνους που έδωσαν τη μάχη, στους πυροσβέστες, τους εθελοντές και τους πολίτες, ίσως και να συγχωρείται ο σχολιασμός για κάποια πρόσωπα της εξουσίας «ανάλαφρα» – για να μην χρησιμοποιήσω άλλον χαρακτηρισμό – που ακόμα φαίνεται πως δεν έχουν αντιληφθεί τι ακριβώς έχει συμβεί.
Θα το καταλάβουν όμως γρήγορα με τις πρώτες βροχές, όταν θα βουλιάξει ξανά η χώρα στις λάσπες…
Η φράση «ζήτω που καήκαμε!», σύμφωνα με το λεξικό του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, εκφέρεται ειρωνικά, σε περιπτώσεις ατυχίας ή αποτυχίας. Ο τίτλος του άρθρου, «Ζήτω που (δεν) καήκαμε!», αποτελεί σαφέστατη ειρωνική αναφορά προς τους «υπεύθυνους» αυτού του τόπου, η δράση των οποίων σε αυτήν την θλιβερή δοκιμασία, χαρακτηρίστηκε από κάποιους «επιτυχημένη», και ενώ παραδόθηκε ξανά στις φλόγες η έρμη χώρα, πανηγυρίζουμε που δεν… καήκαμε. Τουλάχιστον ας πανηγυρίζουμε χαμηλόφωνα.
Η ανθρώπινη ζωή αναμφίβολα αποτελεί τον πρώτο παράγοντα που θα πρέπει να προστατεύεται σε τέτοιου είδους φυσικές καταστροφές, αλλά όχι όμως και τον τελευταίο.
Πριν από τρεις μέρες συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια από τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι. Μια εθνική τραγωδία με 104 νεκρούς, που δεν μπορεί και δεν πρέπει ποτέ να ξεχαστεί.
Ωστόσο, είναι άδικο για την πανίδα και τη χλωρίδα του τόπου μας, να αποτελεί η συγκεκριμένη φυσική καταστροφή το σημείο αναφοράς και το μέτρο σύγκρισης για όλες τις καταστροφές που ακολουθούν. Δεν μπορεί να χρησιμοποιείται διαρκώς ως «φερετζές» των μετέπειτα αδυναμιών και παραλείψεων. Τουλάχιστον 190.000 στρέμματα δάσους έχουν γίνει στάχτη, σε Αττική και Ρόδο. Αν είναι σε κάθε πρεμιέρα καλοκαιριού να χάνουμε τόσα στρέμματα δάσους, ζήτω που καήκαμε! Και είμαστε ακόμα στα μέσα του καλοκαιριού…