Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας τα διαρρεύσαντα στο Τύπο σχόλια και πληροφορίες όσον αφορά την ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής της 10ης-11ης του Δεκεμβρίου, εκείνοι που μπλόκαραν τις κυρώσεις της ευρωπαϊκής ένωσης απέναντι στην Τουρκία, ήταν κυρίως η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ και ο Βούλγαρος πρωθυπουργός, Μπόικο Μπορίσοφ, και μάλιστα με ανοιχτό και προκλητικό τρόπο. Η μεν πρώτη λόγω των συνεταιριστικών οικονομικών δραστηριοτήτων τις οποίες εξασκούν από κοινού οι δύο χώρες, ο δε πρωθυπουργός της Βουλγαρίας λόγω της γνωστής φιλικής του σχέσης με τον Πρόεδρο της Τουρκίας.  Για την πρώτη περίπτωση η ειδησιογραφία είναι πάμπολλη και δεν νομίζω πως υπήρχε κάποιος αφελής που να περίμενε κάτι το διαφορετικό!

Για δε την περίπτωση της Βουλγαρίας, η στάση αυτή εξηγεί με τον καλύτερο τρόπο γιατί ενώ την άνοιξη που μας πέρασε η εξ’ ανατολών γειτονική μας χώρα έσπρωχνε με τον πλέον επιθετικό τρόπο τις παράνομα μεταναστευτικές ροές στα ελληνικά σύνορα του Έβρου, εκείνα με τη Βουλγαρία παρέμειναν ανέγγιχτα. Φυσικά στη χθεσινή σύνοδο της κορυφής της Ε.Ε., έπρεπε να υπάρχει κάποια  προσχηματική  δικαιολογία, κι’ αυτή ήταν ότι η Τουρκία με την κατανόηση και την όποια ενίσχυσή της από την Ευρώπη, θα συνέχιζε να αποτελεί ικανοποιητικό φραγμό και ηθμό για την παράνομη είσοδο μεταναστών προς τις χώρες της Ε.Ε.

Για να εμβαθύνουμε κάπως τη συζήτηση,  είναι γνωστό ότι στο έδαφος της Τουρκίας φιλοξενούνται κάπου τρία, ίσως και παραπάνω, εκατομμύρια μετανάστες πολλοί από τους οποίους είναι όχι μόνο παράνομοι για τη χώρα, αλλά και επιθυμητοί, σε μεγάλο βαθμό, από το καθεστώς της Τουρκίας.  Αν δούμε λίγο καλύτερα την ιστορία της θα διαπιστώσουμε ότι η γειτονική μας χώρα, χρησιμοποιεί διαχρονικά μεταναστευτικά κύματα κατά το δοκούν και κυρίως κατά πώς την συμφέρει σε κάθε δεδομένη χρονική συγκυρία.

Έτσι σε πολλές κουρδικές περιοχές των εδαφών της έχει μεταφέρει βαλκάνιους ομόθρησκους πληθυσμούς με σκοπό την αλλοίωση του κουρδικού στοιχείου,  κάτι το οποίο έχει εφαρμόσει τις τελευταίες δεκαετίες και στη βόρεια Κύπρο, ανατρέποντας έτσι την αριθμητική αναλογία και ισορροπία  του συνολικού πληθυσμού της μεγαλονήσου. Φυσικά ας μην έχει κανείς αμφιβολία ότι το στοιχείο αυτό το θα χρησιμοποιήσει κατάλληλα όταν έρθει στο προσκήνιο η πολυθρυλούμενη συζήτηση για τη λύση του κυπριακού προβλήματος, η οποία μάλλον αρχίζει να αχνοφαίνεται στον ορίζοντα. Ο μικρός πληθυσμός Τουρκοκυπρίων   του 1974, με την τουρκική εισβολή έως σήμερα έχει μεγαλώσει ανεξέλεγκτα αφού πέραν εκείνων των μεταφερθέντων από την ανατολή, υπάρχει μεγάλη κατηγορία  αυτών  που γεννήθηκαν στην Κύπρο, από μικτούς κυρίως γάμους.

Μια πρώτη γεύση ήδη πήραμε με τις πρόσφατες εκλογές στα κατεχόμενα. Άλλο τρανταχτό παράδειγμα είναι η χρήση των μαχητών του αποκαλούμενου ισλαμικού κράτους από άλλες χώρες που βρίσκονται στο έδαφός της, ενώ  όλοι αυτοί μαζί με εκείνους από την Συρία, φιλοξενούνται στα εδάφη της και  τους χρησιμοποιεί με σκοπό τον εκβιασμό των ευρωπαίων, αφήνοντας ελεύθερους τους διακινητές, ασκώντας πολύπλευρη πίεση όπως πρόσφατα την Ελλάδα, και κερδίζοντας οικονομικές απολαβές κάποιων δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά και διπλωματικές παράλληλα επιτυχίες οι οποίες τής προσδίδουν τον αέρα μεγάλης περιφερειακής δύναμης.  Μάλιστα όσο μεγαλύτερες είναι οι ωθούμενες ροές προς την Ευρώπη, τόσο μεγαλύτερα είναι τα ποσά που απαιτεί και τελικά λαμβάνει, έχοντας στο πλευρό της την Γερμανίδα καγκελάριο.

Άλλη μια παράμετρος του προβλήματος η οποία δεν πρέπει επ’ ουδενί να μας διαφεύγει της προσοχής, είναι ότι όλοι εκείνοι που, με τον ένα ή άλλο τρόπο, στέλνει τελικά στις χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης, συντάσσονται με τις εκεί τουρκικές μειονότητες και αποτελούν με την πάροδο του χρόνου στερεό και αναπόσπαστο στοιχείο της έξυπνης και αποτελεσματικής διπλωματίας της, δεδομένου ότι μπορεί να τις  κινητοποιήσει όποτε θελήσει και χρειασθεί να πετύχει πάλι κάτι άλλο που σχεδιάζει πολύ καιρό πριν.

Η χώρα μας δυστυχώς βρέθηκε στη μέση αυτών των μεταναστευτικών ροών, αφού οι άλλες είσοδοι της Μεσογείου είναι δυσκολότερες στην προσπέλαση, κι’ έτσι γι’ ακόμα μία φορά, για λόγους ευνόητους, βρέθηκε χωρίς να αποκομίσει όλα εκείνα που προσδοκούσε από την πρόσφατη  σύνοδο των Βρυξελλών. Γράφοντας αυτές τις γραμμές θυμήθηκα, μετά από πολύ καιρό είναι αλήθεια,  την παροιμία που δεσπόζει στο τίτλο αυτό του σημειώματος!