Ένα παραμύθι θα σας πω  που το άκουσα τελευταία από έναν παππού που στην ηλικία είναι πιο μεγάλος  και στο μυαλό πιο σοφός από εμένα, μολονότι ούτε καν το δημοτικό σχολείο  δεν έχει τελειώσει. Σας το μεταφέρω με τα ίδια του τα λόγια, όσο  είναι δυνατό.

«Μια φορά κι έναν  καιρό, λέει,  ήταν  ένας βασιλιάς  που ανησυχούσε, γιατί  έβλεπε τους υπηκόους του να μην κάνουν παιδιά και ο πληθυσμός της χώρας του  συνεχώς να λιγοστεύει  και να γεράζει.

Σκέφτηκε λοιπόν ο βασιλιάς  και αποφάσισε να θεραπεύσει το κακό  βάζοντας φόρους! Ο κάθε πολίτης, είτε άντρας  είτε γυναίκα, μέχρι τα είκοσι πέντε του χρόνια  ήταν αφορολόγητος.

Από την ηλικία όμως αυτήν και επάνω  στον κάθε υπήκοό του, εφόσον  ήταν άγαμος,  επέβαλε φόρο αγαμίας  ανάλογο με τα εισοδήματά του. Εάν ήταν παντρεμένος, αλλά μέχρι τα είκοσι έξι του δεν έκανε παιδί,  πλήρωνε το ζευγάρι πάλι φόρο  ανάλογο, ο οποίος τώρα ονομαζόταν  φόρος ατεκνίας.  Όταν το ζευγάρι αποκτούσε  ένα παιδί,  ο φόρος ατεκνίας  μειωνόταν  στο μισό.

Και αν έκαναν  και δεύτερο παιδί, δεν πλήρωναν καθόλου φόρο. Αν αποκτούσαν και τρίτο παιδί,  τότε αντί  για φόρο, το ζευγάρι έπαιρνε επίδομα τέκνου μέχρι το παιδί  τους να τελειώσει τις  σπουδές του. Και το επίδομα  αυξανόταν  ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών που αποκτούσαν.

Έτσι ο βασιλιάς  μέσα σε λίγα χρόνια  είδε  τον πληθυσμό της χώρας του  να αυξάνεται καταπληκτικά. Να γεμίζει ο τόπος από  παιδιά και από νέους  ανθρώπους  με όρεξη για ζωή και για δουλειά. Είδε την γερασμένη  κοινωνία του κράτους του να ξανανιώνει, να προοδεύει,  και την  οικονομία της χώρας του να δυναμώνει.

Γιατί τώρα ο τόπος ήταν γεμάτος  όχι από άχρηστους γέρους, αρρωστιάρηδες, που έπρεπε να τους πληρώνει σύνταξη και να τους περιθάλπει, αλλά από νέους που εργάζονταν  και πλήρωναν  φόρους. Γιατί γενικά η παρακμή  σε έναν τόπο αρχίζει όταν οι κάτοικοί του γίνονται διεφθαρμένοι (!) και αρχίζουν να μην  κάνουν παιδιά».

Έτσι τελείωσε το παραμύθι που ο «αμόρφωτος» αλλά σοφός  παππούς  μου διηγήθηκε καλαμπουρίζοντας  στο καφενείο που καθόμασταν. Δεν  ξέρω αν το έπλασε μόνος του  ή  το διάβασε  κάπου.  Εγώ πάντως,  επειδή μου έκανε εντύπωση,  το γράφω  εδώ  για να το διαβάσετε  κι  εσείς  και να το σκεφτείτε.