Η ποίηση είναι ένας λόγος που χορεύει και οι άξιοι ποιητές ανανεώνουν τις φθαρμένες λέξεις για να εκφράσουν τον κόσμο. Η Σαπφώ, που είναι μια ποιητική μετάλλαξη μετά τα Ομηρικά Έπη, ονομάζει τον έρωτα «γλυκύπικρον αμάχανον όρπετον» και «λυσιμελή» μτφ. «αχ, πάλι ο έρωτας που τα γόνατα λύνει εμένα τραντάζει και πάλι, γλυκόπικρο ερπετό ακαταμάχητο».
Και σ’ ένα σύγχρονο τραγούδι ο ερωτευμένος αναλογιζόμενος, γιατί αγαπά την κόρη λέει « Σ΄ αγαπώ γιατί ‘σαι ωραία, σ’ αγαπώ γιατί ‘σαι εσύ, κι αγαπώ κι όλο τον κόσμο γιατί μέσα ζεις κι εσύ».
Αντίστοιχα, όταν ο Έρωτας κυριεύει τον Ερωτόκριτο, όλος ο κόσμος γίνεται εικόνα της Αρετούσας που τον βασανίζει.
« όπου είχε δει όμορφο δεντρό, με τ’ άνθη στολισμένο..
«είν’ τσ’ Αρετούσας το κορμί, τ’ ομορφοκαμωμένο
Οπού χε δει τα λούλουδα τα κοκκινοβαμμένα,
ήλεγε «Ετσι είν’ τα χείλη τση και στη κεράς μου εμένα».
Οντεν εγροίκα του αηδονιού πώς κιλαδώντας κλέγει,
Του εφαίνετο πως τον πονεί και μοιρολόγι λέγει
Και τρέχασι τα μάτια του στη γη πηλόν εκάνα
Τα ‘θελε για παρηγοριά σ’ πλια πάθη τον εβάνα»
Εμπιστεύεται το μυστικό του στον αγαπημένο του φίλο και εκείνος εκπλήσσεται για την τόλμη του και προσπαθεί να τον συνετίσει
«πούρι του αθρώπου εδόθηκε κ’ είναι το φυσικό του
Να διαμετρά τα πράματα με το λογαριασμό του….
Πάντα ‘ναι στα ψηλά φωτιά και τσι φτερούγες καίγει
Κείνου που τ’ ανημπόρετα και τ’ άμνοιαστα γυρεύγει»
Του μιλεί για τον κίνδυνο και την ανατροπή μιας κοινωνικής τάξης που δεν επιτρέπει παρόμοιο τόλμημα. Φυσικά τα λόγια του πάνε χαμένα και, όταν ο Ερωτόκριτος απαντά, αναγκαστικά συμπάσχουμε
«το σιγανό με τον καιρό προθυμερόν εγίνη
Κ’ ήβαν’ ο Ερωτας κρουφά τα ξύλα στο καμίνι.
Κι ωσάν από μικρόν αυγό πουλί μικρόν εβγαίνει
Τρεμουλιασμένο κι άφαντο και με καιρό πληθαίνει,
Κάνει κορμί, κάνει φτερά, κάθ’ ώρα μεγαλώνει
Και πορπατεί, χαμοπετά, φτερούγια του ξαπλώνει,
Κι απ’ άφαντο κ’ από μικρό που ‘τον οντεν εφάνη
Κορμί, φτερά και δύναμη και μεγαλώτη κάνει
Το ίδιο εγίνη κ’ εις εμέ…..».
Όχι μόνο συμπάσχουμε, αλλά θαυμάζουμε και την υψηλή ποιητική τέχνη του ερωτευμένου. Αξιοθαύμαστες είναι φυσικά όλες οι ευρύτερες μεταφορές του έργου, όπως και στον Όμηρο. Ιδιαίτερα η μεταφορά με το μικρό πουλί που βγαίνει απ’ τ΄ αυγό αποκαλύπτει την ικανότητα του ποιητή να μετατρέπει το αφηρημένο συναίσθημα σε συγκεκριμένη εικόνα από την καθημερινή ζωή.
Στην πορεία της ανάγνωσης θα εκπλαγούμε ευχάριστα από παρόμοιες εκφράσεις, που φυσικά αποδεικνύουν την υπεροχή του ποιητή από τον στεγνό και ψυχρό λόγο των ειδικών επιστημόνων που άδικα αγωνίζονται να αποδώσουν υψηλές συναισθηματικές καταστάσεις, που καταξιώνουν τη ζωή και αποκαλύπτουν το μυστήριο του κόσμου. Γι’ αυτό όλες οι μεγάλες μουσικές και ποιητικές δημιουργίες παραμένουν αιώνιες, ενώ οι σημερινές αλήθειες της επιστήμης πολύ πιθανόν να είναι αυριανά ψέματα. Όσοι έχουν βιώσει αντίστοιχες καταστάσεις και δεν έχουν το χάρισμα του ποιητή συχνά δανείζονται τα λόγια του για να βρουν τη γλώσσα τους.
Οι συμβουλές φυσικά του Πολύδωρου που προσπαθεί να προσγειώσει τον Ερωτόκριτο αντανακλούν παρόμοιες γενικές αρχές όπως «μηδέν άγαν», «μέτρον άριστον», που κυριαρχούσαν στον αρχαίο κόσμο, αλλά και στη σημερινή λαϊκή σοφία. Η υπέρβασή τους φέρνει την καταστροφή και την τιμωρία. Αλλά και η τυφλή υποταγή σ’ αυτές θα έκανε τη ζωή μας άχαρη. Ο Ερωτόκριτος, αλλά κυρίως η Αρετούσα έκαναν την υπέρβασή τους να έχει αίσιο τέλος, γιατί κατόρθωσαν να κινηθούν και να ισορροπήσουν ακριβώς στα όρια του κύκλου.
Να αντικρίσουν το χάος επιβάλλοντας ένα δικό τους μέτρο. Οι επαναστάσεις αλλάζουν την κοινωνία μόνο, όταν ωριμάζουν κάποιες συνθήκες. Διαφορετικά δημιουργούν τραγικούς ήρωες, αλλά οι κοινωνίες μένουν αναλλοίωτες ή κάποτε επιστρέφουν πιο πίσω. Ο Ερωτόκριτος πέρα από την άλλη του μεγάλη αισθητική προσφορά μας δίδει και το μεγάλο μάθημα ζωής ότι ο Έρωτας και η Τραγωδία συμπορπατούν, γι’ αυτό η διαχείρισή τους απαιτεί φρόνηση.