Ξαναδιαβάζοντας τον Ερωτόκριτο έχουμε την αίσθηση ότι είναι ένας ζωντανός οργανισμός που λειτουργεί, αναπνέει και υπηρετεί με αρτιότητα το στόχο του ποιητή. Έχει υποστηριχθεί από μελετητές των Ομηρικών επών, ότι και ο Θείος Όμηρος κάποτε κοιμάται. Ο Κορνάρος σε ελάχιστα σημεία της σύνθεσής του κοιμάται.
Η αφηγηματική πλοκή προχωρεί με εξαιρετική οικονομία και σε κάθε μία από τις πέντε ενότητες μπορούμε να διακρίνουμε έναν ποιητικό πυρήνα που συγκροτεί τη θεματική ενότητα με τέτοιο τρόπο, ώστε το όλο έργο να αναπνέει.
Ο Ερωτόκριτος μετά την εξομολόγηση στο φίλο του και τις συμβουλές του αποφασίζει να περιοριστεί στην έκφραση του πάθους του τραγουδώντας τη νύχτα με το λαγούτο του έξω από το παλάτι. Η καντάδα φυσικά εξακολουθεί να είναι και σήμερα ακόμα ένας τρόπος ερωτικής επικοινωνίας και εξομολόγησης. Επιτυγχάνει το στόχο του και γοητεύει την αγαπημένη κόρη.
«Όποιο τραγούδι τσ’ άρεσεν, ήπιανε κ’ ήγραφέ το
εθώριε, εξαναθώριε το, ξεστίχου εμάθαινέ το
το σύνθεμα του τραγουδιού και του σκοπού η γλυκότη
εσκλάβωνε σιργουλιστά τση κορασάς τη νιότη»
Ο ποιητής δεν μας αναφέρει τα λόγια που λέει ο Ερωτόκριτος. Αφήνει ελεύθερη τη φαντασία μας να αναπλάσει την ποιότητα του λόγου και την γλυκύτητα του τραγουδιού, αφού η Αρετούσα υποθέτει ότι ένας τέτοιος τραγουδιστής δεν μπορεί παρά να είναι «ψηλού δεντρού κλωνάρι» και να πλέξει τον ύμνο και την υψηλή αισθητική αξία των λόγων του.
«Απ’ ό,τι κάλη έχει άνθρωπος, τα λόγια έχουν τη χάρη
να κάμουσι κάθε καρδιά παρηγοριά να πάρει,
κι οπού κατέχει να μιλή με γνώση και με τρόπο
κάνει και κλαίσι και γελούν τα μάτια των ανθρώπω».
Με τους στίχους αυτούς ο ποιητής προσδιορίζει την αισθητική αξία γενικότερα του ποιητικού λόγου. Η Τέχνη λειτουργεί παρηγορητικά και μας θεραπεύει δημιουργώντας συγχρόνως χαρά και λύπη. Φυσικά εδώ διατυπώνεται και η ποιητική θεωρία του Κορνάρου.
Η άποψή του θεμελιώνεται σε διαχρονικές φιλοσοφικές θεωρίες από τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και μεταγενέστερους. Η κοινωνική θέση του δημιουργού ξέρουμε ότι, ιδιαίτερα στα χρόνια της Αναγέννησης, αναβαθμίζεται και οι μεγάλοι καλλιτέχνες απολαμβάνουν ένα υψηλό γόητρο που τους επιτρέπει να μετέχουν στην ανώτερη κοινωνική τάξη.
Οι εμπνευσμένοι ποιητές δεν δημιουργούν «σκοποτραγουδίσματα», όπως λέει υποτιμητικά η Φροσύνη για να ηρεμήσει τον ενθουσιασμό της Αρετούσας. Σήμερα που διάφοροι λόγοι έχουν περιθωριοποιήσει την αισθητική αγωγή με ευθύνη και των ίδιων των δημιουργών με την κρυπτικότητα του λόγου τους, αξίζει να αναλογιστούμε ότι η ομορφιά δεν γαληνεύει μόνο την ανθρώπινη ψυχή, αλλά έχει και καθαρά ηθική αξία. Η Νένα φυσικά αποτρέπει την Αρετή και προσπαθεί να τη συνετίσει, αν και η ίδια απολαμβάνει της νύχτας τον τραγουδιστή.
«Κι εσύ για κτύπο λαγουτιού για τραγουδιού γλυκότη
εμπέρδεσες κ’ εσκλάβωσες την όμορφή σου νιότη»
Ο ποιητής θα μας ταξιδέψει από την Αρετή στον Ερωτόκριτο και με υπέροχους στίχους θα μας αφήσει να συμμεριστούμε το πάθος τους. Αν θυμηθούμε το στίχο του Σολωμού «πάντ’ ανοιχτά πάντ’ άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου» θα δούμε πόσο δημιουργικά αξιοποίησε την ποίηση του Κορνάρου. Οι μελετητές έχουν άλλωστε εντοπίσει την επίδρασή του και στο Σολωμό και στο Σεφέρη, αλλά και σε όλη τη νεοελληνική ποίηση.
«Τα μάτια δεν καλοθωρού στο μάκρεμα του τόπου
μα πλιά μακρά και πλιά καλά θωρεί η καρδιά τ’ αθρώπου
εκείνη βλέπει στα μακρά και στα κοντά γνωρίζει
και σ’ ένα τόπο βρίσκεται κ’ εισέ πολλούς γυρίζει.
Τα μάτια, να ‘ναι κι ανοιχτά τη νύχτα δε θωρούσι
νύκτα και μέρα της καρδιάς τα μάτια συντηρούσι.
Χίλια μάτια ‘χει ο λογισμός μερόνυχτα βιγλίζου
χίλια η καρδιά και πλιότερα κι ουδεποτέ σφαλίζου».