Τους αποκαλούσαν κάποτε «ραχοκοκαλιά της οικονομίας», λόγω της υψηλής συνεισφοράς τους στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και την Απασχόληση. Τώρα όμως ήρθε η ώρα να τους «ξεκοκκαλίσουν» και στη συνέχεια να τους εξαφανίσουν από προσώπου γης.

Ο λόγος για τους μικρομεσαίους και τους μικρούς επιχειρηματίες των οποίων η βιωσιμότητα κάθε άλλο παρά διασφαλίζεται μέσα από το σχέδιο νόμου της κυβέρνησης που δόθηκε πρόσφατα σε δημόσια διαβούλευση, η οποία θα διαρκέσει μέχρι την 1η Νοεμβρίου του 2021.

Το εν λόγω νομοσχέδιο (κατά πολλούς «σχέδιο εξαφάνισης των μικρομεσαίων»), υποχρεώνει τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, εντός ενός ασφυκτικού χρονοδιαγράμματος τριών ετών, να αξιοποιήσουν τα φορολογικά κίνητρα που προβλέπει το νομοσχέδιο, προκειμένου να συγχωνευτούν, να συνεργαστούν, να εξαγοραστούν ή απλώς να παραδοθούν.

Το σχέδιο νόμου αφορά εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις που απασχολούν από 90 έως 250 εργαζόμενους-μέγεθος σημαντικό για τα ελληνικά δεδομένα- και ο τζίρος τους κυμαίνεται από 10 εκατ. ευρώ έως 50 εκατ. ευρώ.

Το νομοσχέδιο αυτό είναι «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα», για όλες αυτές τις επιχειρήσεις που συμπεριλαμβάνει. Γκρεμός, γιατί όσες επιχειρήσεις αποφασίσουν να μην αξιοποιήσουν το πακέτο των κινήτρων του νομοσχεδίου και να προχωρήσουν ταυτόχρονα σε συνενώσεις, δεν θα έχουν πλέον πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό. Μια τέτοια εξέλιξη όμως, χωρίς χρηματοδοτικά κεφάλαια, θα προκαλέσει «ασφυξία» στις επιχειρήσεις αυτές οδηγώντας τις στον «γκρεμό» του οικονομικού μαρασμού και σε αναγκαστικό «λουκέτο».

Ρέμα, γιατί ακόμα κι αν επιλέξουν τις εταιρικές συνεργασίες, κανένας δεν τους εγγυάται ότι θα διατηρήσουν μελλοντικά τη θέση τους στο επιχειρηματικό στερέωμα, καθώς ανά πάσα στιγμή ελλοχεύει ο κίνδυνος (και είναι μεγάλος) αναγκαστικής εξαγοράς τους από ισχυρότερους και δυνατότερους παίχτες που «ψαρεύουν» στο «ρέμα» της ελεύθερης αγοράς και τους οποίους κανένας απολύτως δεν ενοχλεί σήμερα…

Η κυβέρνηση βέβαια ισχυρίζεται ότι με το νομοθέτημα αυτό αντιμετωπίζει το φαινόμενο της πρόωρης θνησιμότητας των μικρών επιχειρήσεων, δίνοντας φορολογικά κίνητρα για την συνεργασία τους και κατ’ επέκταση για την σωτηρία τους. Στην πράξη όμως, ουσιαστικά τις οδηγεί σε αφανισμό, με όχημα τις προτάσεις της «Επιτροπής Πισσαρίδη», που αναφέρουν ότι «το μέγεθος της ελληνικής μικρής και μεσαίας επιχείρησης είναι μικρότερο από το μέσο μέγεθος της αντίστοιχης μικρής και μεσαίας επιχείρησης των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

Επιπλέον, σύμφωνα με τις προτάσεις της παραπάνω επιτροπής, «παρατηρείται ότι, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις παύουν να δραστηριοποιούνται σε σύντομο χρονικό διάστημα από την ίδρυσή τους, ελλείψει κινήτρων».

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, είναι η αδυναμία πρόσβασής τους στην φθηνή χρηματοδότηση. Με τους υπάρχοντες όρους αδυνατούν να δανειστούν ευρωπαϊκά κεφάλαια με σχετικά χαμηλά επιτόκια που θα τους έδιναν την δυνατότητα, όχι μόνο να επιβιώσουν σε ένα δύσκολο ανταγωνιστικό περιβάλλον, αλλά και να δώσουν δυναμικά το παρών στις νέες παραγωγικές διαδικασίες με προϊόντα και υπηρεσίες, με έμφαση στον τομέα των νέων τεχνολογιών.

Οι τράπεζες όμως, παρά τις πιέσεις που δέχονται, αρνούνται να χρηματοδοτήσουν το σύνολο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Σύμφωνα με πληροφορίες από τραπεζικούς κύκλους, ένας πολύ μικρός αριθμός από αυτές τις επιχειρήσεις που δεν υπερβαίνει τις 30.000, σε σύνολο 800.000 επιχειρήσεων, πληρούν σήμερα τα κριτήρια δανεισμού που έχουν ορίσει οι τράπεζες.

Το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομικών, αφορά ουσιαστικά στην περίπτωση των μετασχηματισμών των μεσαίων επιχειρήσεων που απασχολούν έως 250 εργαζόμενους και των οποίων ο ετήσιος τζίρος δεν υπερβαίνει το ποσό των 50 εκατ. ευρώ, αλλά αφορά και στην περίπτωση των συνεργασιών των μικρών επιχειρήσεων που απασχολούν 50 εργαζόμενους και ο ετήσιος  κύκλος εργασιών, δεν υπερβαίνει τα 10 εκατ. ευρώ. Επιπλέον το νομοσχέδιο προβλέπει για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που θα συνεργαστούν, έκπτωση φόρου 30% για 3 χρόνια, εφόσον βέβαια πληρούνται μια σειρά από προϋποθέσεις, ενώ προβλέπει και τη μείωση κατά 50% του «Φόρου Συγκέντρωσης Κεφαλαίου».

Είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο αυτό συνδέει ευθέως τα φορολογικά κίνητρα των συγχωνεύσεων με την πρόσβαση στον δανεισμό. Κάνει όμως ταυτόχρονα και ακόμα ένα βήμα παραπάνω. Έχει ορίσει το εν λόγω νομοσχέδιο ως ένα από τα 13 προαπαιτούμενα για την εκταμίευση της επόμενης δόσης των 3,9 δισ. ευρώ από το «Ταμείο Ανάκαμψης».

Την ίδια ώρα που το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, στην κριτική που του ασκήθηκε για το νομοθέτημά του που οδηγεί σε αποκλεισμό από τον δανεισμό την μεγάλη πλειονότητα των μικρών και μεσαίων ασθενέστερων επιχειρήσεων, απαντούσε ότι «θα υπάρξουν ευκαιρίες για όλους», ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Ανάπτυξης, σε τηλεοπτική του συνέντευξη το έκανε να ακούγεται ως ωμός εκβιασμός: «Συγχώνευση ή λουκέτο», τόνιζε ξεκάθαρα…

Ο μεγαλύτερος όμως κίνδυνος που παραμονεύει με την εφαρμογή του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, αφορά όχι μόνο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις αλλά ολόκληρη την κοινωνία. Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι η διαδικασία της συγκέντρωσης στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, μπορεί να πλήξει άμεσα και ανεπανόρθωτα την απασχόληση, που ως γνωστόν στη χώρα μας, σε ποσοστό σχεδόν 90% «στεγάζεται» σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Η διόγκωση των συγχωνεύσεων και των εξαγορών, ιδίως από κυρίαρχους παίχτες της αγοράς, μπορεί μεν να οδηγεί σε εξοικονόμηση κόστους, αλλά ταυτόχρονα συμβάλλει στην άνοδο των βασικών δεικτών της ισχύος της αγοράς, όπως είναι η αύξηση των τιμών και η συγκέντρωση των εσόδων στα ταμεία των ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων. Το είδαμε να συμβαίνει στη διάρκεια της πανδημίας σε πολλούς επιμέρους τομείς της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Οι αυξήσεις των τιμών παγκοσμίως ξεπέρασαν κατά μέσο όρο το 30% στις εισηγμένες εταιρείες των προηγμένων οικονομιών από το 1980. Τα τελευταία 20 χρόνια μάλιστα, οι αυξήσεις των τιμών στα ψηφιακά προϊόντα ήταν διπλάσιες από τις αντίστοιχες αυξήσεις σε ολόκληρη την οικονομία. Η υπερβολική συγκέντρωση οικονομικής δύναμης στα χέρια των ολίγων, αποδυναμώνει την μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη, αποθαρρύνει την καινοτομία, συγκρατεί τις επενδύσεις και υπονομεύει την όποια μετά-πανδημική ανάκαμψη.

Με γοργά βήματα η κυβέρνηση και χωρίς να χάνει καθόλου καιρό, προσηλωμένη και συνεπής στον ιδεολογικό της προσανατολισμό και κρίνοντας προφανώς ως ασφαλή τον διαθέσιμο πολιτικό της χρόνο, αναλαμβάνει νομοθετικές πρωτοβουλίες, αλλάζοντας συλλήβδην το επιχειρηματικό αλλά και το εργασιακό τοπίο στη χώρα μας.

Το μέλλον αβέβαιο και όπως έχει πει κι ένας Αυστριακός γκουρού του management, «το μοναδικό πράγμα που γνωρίζουμε για το μέλλον, είναι ότι αυτό θα είναι διαφορετικό από το παρόν». Αβέβαιη είναι και η μέρα που ξημερώνει για τη μικρή και τη μεσαία επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα. Μια μέρα αναμφίβολα διαφορετική…

https://moschonas.wordpress.com