Πριν λίγες μέρες, στο τριήμερο συνέδριο, με θέμα «Το Σήμερα και το Αύριο της περιοχής των Αστερουσίων» που οργάνωσε το Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας, παρουσιάστηκαν ενδιαφέρουσες εργασίες των συνέδρων, που δείχνουν τις δυνατότητες αλλά και τις ανάγκες αυτής της μεγάλης και σπουδαίας περιοχής, την οποία αγαπώ, με την ιστορία της ασχολούμαι πολλά χρόνια και αγωνιώ για τα επείγοντά της προβλήματα:

α. Την εγκατάλειψή της, την ερήμωση ήδη πολλών οικισμών, που χρόνο με το χρόνο μετατρέπονται σε ερείπια, προοιωνίζοντας το μέλλον και των υπολοίπων. β. Την απώλεια της ιστορικότητάς της, της γνώσης του σπουδαίου ρόλου, τον οποίον διαδραμάτισε από τα νεολιθικά χρόνια, που αποδειγμένα κατοικήθηκε ως και το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. γ. Της γνώσης των αρχαιολογικών της μνημείων (πόλεις, σπήλαια, Ιερά Κορυφής, Ασκληπιεία, ναοί, πνευματικά κέντρα, χώροι ασκητισμού). δ. Των χώρων ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, μικροκλίματος σπάνιου κλπ. ε. Την επικίνδυνα άναρχη δόμηση ορισμένων περιοχών (Τσούτσουρος, Μαριδάκι) και τα προβλήματα που αυτή δημιουργεί.

Μια περιοχή που είναι φυσικό να έχει εγκαταλειφθεί με το τέλος της αγροτοκτηνοτροφικής κοινωνίας στην Ελλάδα της βιομηχανικής εποχής, με την ερήμωση της υπαίθρου και τον υδροκεφαλισμό των αστικών κέντρων.

Μια περιοχή αυτάρκη, η οποία παρήγε με τη σκληρή δουλειά των κατοίκων της πολλά και σπουδαία προϊόντα (δημητριακά, αμπελουργικά, κτηνοτροφικά, μέλι, μετάξι και στις βόρειες ρίζες των Αστερουσίων επιπλέον βαμβάκι και λινάρι), όπως αποδεικνύει η μελέτη των ιστορικών αρχείων, κυρίως της Τουρκοκρατίας, η απαρίθμηση των προϊόντων σε μουζούρια για τη φορολογία του οθωμανικού κράτους (βλέπε αρχείο Ι. Μητσοτάκη, Ιστορικό Μουσείο Ηρακλείου Κρήτης.)

Μια περιοχή που διαθέτει τους δικούς της πλούσιους πολύτιμους πόρους για τη συντήρηση και αυτάρκειά της, πόροι όμως αναξιοποίητοι χρόνια τώρα, λόγω της νοοτροπίας των νεοελλήνων και του νεοελληνικού κράτους.

Σκέφτεται, όποιος διαθέτει στοιχειώδη λογική, αγάπη και αγωνία για το μέλλον αυτής της χώρας, καθώς και το κοινό μέλλον όλου του μονομερώς παγκοσμιοποιημένου κόσμου (παγκοσμιοποίηση της αγοράς), πότε η κρισιμότητα των προβλημάτων θα αφυπνίσει πολίτες και πολιτευόμενους από τον λήθαργο «του καναπέ, του εφησυχασμού ή της απογοήτευσης», ώστε να ενεργοποιήσουν τις δυνάμεις τους και να αναζητήσουν λύσεις, δείχνοντας στους ελάχιστους διαχειριστές της τύχης του κόσμου πως δεν είναι ευκολοδιαχείριστη μάζα, αλλά ενεργοί πολίτες, υπεύθυνοι για τη μοίρα τους.

Αν αυτό γίνει, στην περιοχή των Αστερουσίων θα ξαναγυρίσουν οι άνθρωποί της, προτιμώντας από τα 400 ευρώ μηνιαίως, συχνά με συνθήκες «γαλέρας» ή και την ανεργία, να δουλέψουν στην αλίευση της θάλασσάς τους με μέτρο και σεβασμό, στην αξιοποίηση των αναρίθμητων βοτάνων, ώστε να γίνουν αθώα φάρμακα, στην παραγωγή του άριστου θυμαρίσιου μελιού, και στις εναλλακτικές μορφές του τουρισμού, κυρίως στον Αγροτουρισμό, στον οποίο θα διαθέτουν τα προϊόντα τους και το ενδιαφέρον τους και θα μαθαίνουν την ελληνική παράδοση και τον πολιτισμό σε τουρίστες, όχι του μαζικού τουρισμού, αλλά της περιήγησης.

Αυτά όμως απαιτούν προϋποθέσεις όπως:

Την αξιοποίηση και ανάδειξη του σπάνιας ομορφιάς, καθαρότητας και υγείας φυσικού περιβάλλοντος, των προϊόντων, των αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων, ώστε ο επισκέπτης, εκτός από την ωραία θάλασσα πχ, να έχει λύσεις ποιοτικές στον ελεύθερό του χρόνο, για την γνώση του και για την ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.

Αυτά όμως απαιτούν οδικό δίκτυο-το νότιο άξονα του σπουδαιότερου νησιού της Μεσογείου, που τώρα φτάνει από Ανατολάς ως τον Τσούτσουρο, αλλά με την προηγμένη τεχνολογία, παρά την αναγκαία δαπάνη, μπορεί και πρέπει να φτάσει ως το Τυμπάκι.

Επίσης, απαιτεί δρόμους κάθετους στο νότιο άξονα που περνά από τη βόρεια ρίζα των Αστερουσίων (νότιο άκρο της Μεσσαράς).

Ο ήδη πριν από χρόνια μελετημένος δρόμος των μόλις 3.5 χιλιομέτρων Δεματίου-Δερμάτου, δίπλα από το σπάνιας ομορφιάς φαράγγι ή ο δρόμος Φιλίππου-Μίντρη-Τσουτσούρου περιμένουν, όπως και αλλού στην περιοχή Αστερουσίων, για να διευκολύνουν την πρόσβαση και κυκλοφορία.

Μια πέτρινη πλάκα για τον ιστορικό ρόλο του κάθε σπηλαίου «της Αντίστασης», των σπηλαίων της θάλασσας και του βουνού, των λατρευτικών σπηλαίων Κορυφής, η περίφραξη των αρχαιολογικών χώρων και η τοποθέτηση φυλάκων στους αρχαιολογικούς χώρους κατά τους θερινούς μήνες, αποτελούν, επίσης, προϋποθέσεις.

Όσες τολμηρές προσπάθειες έγιναν, σχετικές, οφείλονται στο μεράκι κάποιων φωτισμένων ανθρώπων, Αστερουσιανών και μη, οι οποίοι έδωσαν εύχυμους, ελπιδοφόρους καρπούς που δείχνουν πως τίποτε δε χάνεται:

Τα συνέδρια που οργανώνονται με κόπους και όνειρα από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Γορτύνης και Αρκαδίας και το Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας, όσα έγιναν στο Λουσούδι, στην Εθιά, στον Αχεντριά, στο Φιλίππου, στον Τσούτσουρο (2008-9) και αλλού, όσα γράφτηκαν για τα Αστερούσια.

Νίκος Στάμου

Ο καθηγητής Νίκος Στάμου
Ο καθηγητής Νίκος Στάμου

Για το οδηγητικό παράδειγμά του, σαν έκφραση ευγνωμοσύνης και σεβασμού, θα αναφερθώ συντομότατα στο έργο του καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Νίκου Στάμου.

Έργο αγάπης για τον Τσούτσουρο και όλη την περιοχή των Αστερουσίων, που όμως δεν έγινε γνωστό και δεν πραγματοποιήθηκε, αλλά έμεινε μόνο στα χαρτιά, γιατί στάθηκε εμπόδιο ο αιφνίδιός του θάνατος το 2007.

Ο Νίκος Στάμου γεννήθηκε το 1942 στη Μαλεσίνα της Φθιώτιδας. Τελείωσε το Γυμνάσιο της Αταλάντης και φοίτησε στη Δασολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από το 1971 έως το 1974 έκανε το διδακτορικό του στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας.

Το 1975 διορίστηκε έκτακτος και το 1979 τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Δημιούργησε εξαιρετική οικογένεια με τέσσερα παιδιά με την Ηρακλειώτισσα οικονομολόγο Σύλβια Αναστασάκη. Πέθανε δυστυχώς στα 65 του τον Αύγουστο του 2007 από καρκίνο.

Έναν χρόνο πριν (2006), ως επιστημονικός υπεύθυνος του εργαστηρίου Δασικής Οικονομικής, επικεφαλής μελετητικής ομάδας και με τη βοήθεια του τότε Δήμου Αρκαλοχωρίου, της οικογένειας Κυριάκου Μουράτη (από τον πρόλογό του) και του Χαράλαμπου Μαυρομανωλάκη, συγκέντρωσαν τα πρωτογενή στοιχεία της μελέτης και ανάδειξαν και αναβίωσαν τα παλιά μονοπάτια που συνέδεαν τον Τσούτσουρο με τους γειτονικούς οικισμούς Φιλίππου-Κάτω Καστελιανών-Φαβριανών, προσπαθώντας, όπως διαβαζομε στον πρόλογο του τόμου που ολοκλήρωσαν, να στηρίξουν την τοπική οικονομία, δημιουργώντας και ένα ευρύτερο τουριστικό προϊόν που θα συνδύαζε τον παράκτιο σημερινό τουρισμό με τον Οικοτουρισμό και τον Περιβαλλοντικό τουρισμό.

Οι εργασίες τους ενσωματώθηκαν σε 3 περιβαλλοντικές διαδρομές-παλιά μονοπάτια: 1. Τσούτσουρος-Φιλίπποι 8,75 χμ, κατά μήκος του χειμάρου Μίντρη.

  1. Τσούτσουρος-Κάτω Καστελιανά μήκους 7,63 χμ, με παράκαμψη προς Φαβριανά και 3. Τσούτσουρος-Κακοπεράματα μήκους 3,36χμ.

Αυτά θεώρησε ο Νίκος Στάμου ότι θα έπρεπε να πραγματοποιηθούν, αφού το έργο συνδεθεί όχι μόνο με την οικονομία του τόπου, αλλά και με την ιστορία του, ακολουθώντας την περίπτωση της Καλαμπάκας και δημιουργώντας ήπιες κατασκευές, προσαρμοσμένες στο περιβάλλον, αναδεικνύοντας πεζοπορικές ορεινές διαδρομές, με στόχο τη δημιουργία και την οργάνωση Αγροτουρισμού.

Όλα αυτά όχι μόνο τα θεώρησε πολύτιμα για περιπάτους, αλλά και για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση των σχολείων όλου του Νομού. Τα θεώρησε, επίσης, διεξόδους αναγκαίες των τουριστών που έρχονται σε όλα τα Αστερούσια, κυρίως στον Τσούτσουρο, όπου ο ίδιος περνούσε τα καλοκαίρια του, γιατί οι τουρίστες αυτοί δεν έχουν τίποτε να δουν, για να περάσουν ποιοτικά τον ελεύθερο χρόνο τους, αν και θα μπορούσαν να έχουν ωραίες διεξόδους (πχ από τη μια άκρη ως την άλλη ο Τσούτσουρος είναι κηρυγμένη αρχαιολογική περιοχή).

Ο καθηγητής Νίκος Στάμου, που λάτρεψε τον τόπο, με την εργασία τη δική του και της ομάδας του, δίνει λεπτομέρειες για κάθε κομμάτι των διαδρομών. Για τη διόρθωση των μονοπατιών, τη δημιουργία πλατειών κλπ. Δίνει, επίσης, το κόστος που απαιτείται για όλα αυτά.

Αυτή η εργασία θα αποτελούσε ένα παράδειγμα εφαρμογής για όλη την ορεινή περιοχή των Αστερουσίων.

Σίγουρα, αν δεν “έφευγε” πρόωρα, θα αγωνιζόταν για την εφαρμογή του πονήματος αυτού, για το καλό των Αστερουσίων και των κατοίκων του. “Έφυγε” όμως και εμείς έχομε χρέος να ξεθάψομε το έργο του, να το προσαρμόσομε σε όλη την περιοχή και να πολεμήσομε για την προστασία των Αστερουσίων από την περαιτέρω αυθαιρεσία και παραβατικότητα, να προστατεύσομε τα Αστερούσια, που αποτελούν φυσικό, αρχαιολογικό, ιστορικό και πολιτιστικό μνημείο.

Οφείλομε να συνεχίσομε τον δρόμο που άνοιξε ο άξιος επιστήμονας και αληθινός πνευματικός άνθρωπος, ο καθηγητής Νίκος Στάμου.