Αρκεί μια ματιά στον πολιτικό χάρτη όχι μόνο της χώρας μας αλλά και ολόκληρου του δυτικού δημοκρατικού κόσμου, για να διαπιστώσει κανείς την απουσία ενός σπουδαίου πολιτικού προσώπου, ενός ανθρώπου που θα μπορούσε να εμπνεύσει με τον αληθινό του λόγο, με την ανιδιοτέλειά του, με το υψηλό του ήθος, με την αλήθεια των επιχειρημάτων του, με την πολιτική του ευφυία, με τον πατριωτισμό του και  όχι με έωλα οράματα, με λαϊκίστικες κορώνες, με πολιτικάντικες πιρουέτες, με  υποσχεσιολογία και με  τακτικισμούς.

Ελλιποβαρές, λοιπόν, το πολιτικό προσωπικό της χώρας μας αλλά και της ευρωπαϊκής και της αμερικανικής ηπείρου. Καρεκλοκένταυροι, εραστές του εξουσιαστικού θώκου και  άλλοτε άνθρωποι  μεγαλομανείς αλλά και μικρόνοες, λαϊκιστές και μερικές φορές ρατσιστές και με δίχως σεβασμό στη δημοκρατία έχουν καταλάβει την εξουσία, με τις ευλογίες- δυστυχώς- των λαών τους.

Πριν από κάποιες δεκαετίες τόσο στην πατρίδα μας, όσο και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, υπήρχαν ηγέτες με πυγμή, με πατριωτισμό, με πολιτική οξυδέρκεια, με ισχυρή προσωπικότητα, ηγέτες που δεν άγονταν και φέρονταν από τις καταστάσεις, αλλά οι ίδιοι κατεύθυναν τα πράγματα με πνεύμα ενωτικό, με σύνεση, με όραμα αλλά και με ρεαλισμό. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν έκαναν λάθη ή ότι δεν είχαν αδυναμίες, διότι τότε θα ήταν άγγελοι και όχι άνθρωποι.

Διέθεταν όμως μια άλλη ποιότητα, ήταν από διαφορετικό μέταλλο, από πιο ευγενές υλικό. Θα αναφέρω κάποια ονόματα τέτοιων πολιτικών της χώρας μας:  Ελ. Βενιζέλος, Αλ. Παπαναστασίου, Γ. Παπανδρέου, Ν. Πλαστήρας, Κ. Καραμανλής, ακόμα και οι Γ. Γεννηματάς, Γ. Ράλλης, Μελίνα Μερκούρη.

Ας θυμηθούμε και κάποια ονόματα μεγάλων ξένων πολιτικών: Τσώρτσιλ, Ρούζβελτ, Κένεντυ, Ντε Γκωλ, Μιτεράν, Σμιτ, Μπραντ, Πάλμε, Γκορμπατσώφ. Ας συγκρίνει ο πληροφορημένος αναγνώστης τα ονόματα που αναφέρθηκαν με τους σημερινούς πολιτικούς και αν είναι αντικειμενικός, τα συμπεράσματά του θα καταδείξουν την φτώχεια του πολιτικού προσωπικού της πατρίδας μας και του δυτικού κόσμου γενικότερα.

Θα κάμω, όμως, ένα άλμα στην αρχαιοελληνική ιστορία, που έχει να δείξει πολλούς σπουδαίους ηγέτες:  τον Κλεισθένη, τον Θεμιστοκλή, τον Περικλή, τον Αγησίλαο, τον Φίλιππο, τον Μ. Αλέξανδρο. Ξεχωρίζει, όμως, ανάμεσά τους ένας: ο πολύ σπουδαίος Αθηναίος ηγέτης Περικλής ο Ξανθίππου, για τον οποίο ο μεγαλύτερος ιστορικός της αρχαιότητας (και όχι μόνο) Θουκυδίδης, φειδωλός και αντικειμενικός πάντοτε στις κρίσεις του, έγραψε τα εξής: (Ο Περικλής) δυνατός ὤν τῷ ἀξιώματι καὶ τῇ γνώμῃ χρημάτων τε ἀδωρότατος γενόμενος, κατεῖχε τὸ πλῆθος ἐλευθέρως καὶ οὐκ ἤγετο μᾶλλον ὑπ’  αυτόῦ ἤ αὐτὸς ἦγε, διὰ τὸ μὴ κτώμενος ἐξ οὐ προσηκόντων τὴν δύναμιν πρὸς ἡδονήν τι λέγειν, ἀλλ’ ἔχων ἐπ’ ἀξιώσει καὶ πρὸς ὁργήν τι ἀντειπεῖν. ὁπότε γοῦν αἴσθοιτό τι αὐτοὺς παρὰ καιρὸν ὕβρει θαρσοῦντας, λέγων κατέπλησσεν ἐπὶ τὸ φοβεῖσθαι, καὶ δεδιότας αὖ ἀλόγως ἀντικαθίστη ἐπὶ τὸ φρονεῖν» (Β, 65).

Το κείμενο, σε μετάφραση Ελ. Βενιζέλου, λέει: «Ο Περικλής, έχων μεγάλην επιρροήν, πηγάζουσαν από την προς αυτόν κοινήν εκτίμησιν και την προσωπικήν του ικανότητα, και πασιφανώς αναδειχθείς εις ύψιστον βαθμόν ανώτερος χρημάτων, συνεκράτει τον λαόν, μολονότι σεβόμενος τας ελευθερίας του, και αυτός μάλλον ωδήγει αυτόν παρά ωδηγείτο από αυτόν. Καθόσον, μη επιδιώκων ν’ αποκτήση επιρροήν δι’ αθεμίτων μέσων, δεν ωμίλει προς κολακείαν, αλλά στηριζόμενος εις την κοινήν προς αυτόν εκτίμησιν, ηδύνατο και ν’ αντιταχθή κατ’ αυτών, προκαλών εν ανάγκη και την οργήν των. Εν πάση περιπτώσει, οσάκις τους ήθελεν αντιληφθή παραλόγως επηρμένους και αλαζόνας, τους κατέπλησσεν, εμπνέων φόβον δια των λόγων του, και αντιθέτως, οσάκις ήθελε τους αντιληφθή επτοημένους, επανέφερε πάλιν το θάρρος των».

Ας δούμε τώρα ποια εντοπίζει ο Θουκυδίδης ως τα χαρακτηριστικά ενός μεγάλου ηγέτη, όπως είναι ο Περικλής. Πρώτα- πρώτα επισημαίνει ότι την πολιτική του επιρροή επί του λαού ο Περικλής την αντλούσε από δύο παράγοντες: την κοινή εκτίμηση και την προσωπική του ικανότητα. Το πρώτο σημαίνει ότι οι ηγετικές ικανότητες του Περικλή αναγνωρίζονταν από όλους, τόσο τους δημοκρατικούς, όσο και τους πολιτικούς του αντιπάλους, δηλ. τους αριστοκρατικούς.

Εξάλλου ο ίδιος στον «Επιτάφιο» σημειώνει ότι το πολίτευμά της Αθήνας συναιρούσε τόσο τη δημοκρατική αρχή της ισότητας, όσο και την αριστοκρατική αρχή της αξιοκρατίας. Με τον τρόπο αυτό ο Περικλής λειτουργούσε ενωτικά για τον αθηναϊκό δήμο, κάτι στο οποίο συνηγορούσε και η φιλοπατρία του. Πράγματι, σε σημείο του λόγου που εκφώνησε στην εκκλησία του Δήμου, με σκοπό να εμψυχώσει τους Αθηναίους, που είχαν καταπονηθεί από το λοιμό, τους υπενθύμισε ότι ένας λόγος για τον οποίο τον εξέλεξαν ως ηγέτη ήταν η φιλοπατρία του, εξαιτίας της οποίας μπορούσε να μιλά στο λαό «με αφιλοκερδή αφοσίωση για το κοινό συμφέρον» (Β, 60).

Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του, που δείχνουν την προτεραιότητα που δίνει στο συμφέρον της πατρίδας: «Άνθρωπος που ευδοκιμεί στις ιδιωτικές του υποθέσεις, αν η πατρίδα του καταστραφεί, χάνεται κι αυτός μαζί της, ενώ είναι πολύ πιθανότερο να σωθεί, αν κακοτυχεί μεν ο ίδιος, αλλά η πατρίδα του ευτυχεί» (Β, 60). Όλα αυτά αποδεικνύουν πως ο Περικλής έπαιρνε αποφάσεις όχι με γνώμονα τα συμφέροντα της τάξης του (ο ίδιος ανήκε στην ελίτ της Αθήνας) αλλά το καλό όλου του λαού. Ο Πλούταρχος γράφει ότι «ο Περικλής αφιέρωσε τον εαυτό του στο λαό, προτιμώντας να ασχοληθεί με τα ζητήματα των πολλών και των φτωχών  αντί των ολιγαρχικών και των πλουσίων, αντίθετα προς τη φύση του που ήταν ελάχιστα δημοκρατική» (Περικλής,7,4).

Ο δεύτερος παράγοντας είναι η προσωπική του ικανότητα.  Ο Περικλής δεν ήταν ένας τυχαίος άνθρωπος: διέθετε φυσικά προσόντα, δηλ. διανοητική δύναμη και ρητορική δεινότητα, τα οποία όμως είχε καλλιεργήσει κοντά σε μεγάλους δασκάλους, σοφιστές και φιλοσόφους. Ταυτόχρονα, ήταν αφιερωμένος στο έργο του. Όπως γράφει και πάλι ο Πλούταρχος, δεν γνώριζε άλλο δρόμο  από αυτόν που οδηγούσε στην αγορά (εκκλησία του Δήμου) και το βουλευτήριο, αρνιόταν δε να πηγαίνει σε δείπνα και σε δεξιώσεις που τον καλούσαν (ό.π. 7,5).

Το τρίτο και πολύ σπουδαίο χαρακτηριστικό του Περικλή ήταν η αφιλοχρηματία:  ο Περικλής ήταν «αδωρότατος χρημάτων». Δεν ασχολήθηκε με την πολιτική για να πλουτίσει, δεν «λαδωνόταν» ούτε  έπαιρνε «μίζες».  Ο Περικλής ήταν ανιδιοτελής, εκείνο που τον έθελγε δεν ήταν ο πλουτισμός αλλά η ίδια η αληθής φύση της πολιτικής ως προσφορά προς την πατρίδα και το λαό. Πίσω, όμως, από αυτά βλέπει κανείς έναν άνθρωπο με αξίες, έναν αληθινό πολιτικό κι όχι έναν άνθρωπο των «αγορών» αλλά ούτε και «αγοραίο». Οι τρεις λόγοι του Περικλή που διασώζει ο Θουκυδίδης τον αποκαλύπτουν ως  άνθρωπο με συγκροτημένη και βαθιά σκέψη, με σαφή επίγνωση των καταστάσεων,  με προνοητικότητα, με ποιότητα πολιτικού λόγου, με δύναμη πειθούς που στηρίζεται σε επιχειρήματα και όχι σε συνθήματα.

Όλα τα παραπάνω είχαν ως αποτέλεσμα ο Περικλής να μπορεί να κατευθύνει το λαό, όχι απλώς ως πολιτικός αλλά ως ένα είδος διδασκάλου και παιδαγωγού του, πάντοτε με σεβασμό της ελευθερίας του, χρησιμοποιώντας δηλαδή το μέτρο, την πειθώ και την ηπιότητα και όχι τη βία.

Κι επειδή διέθετε υψηλό πολιτικό ήθος, δεν χρησιμοποιούσε αθέμιτα μέσα για να αποκτήσει πολιτική δύναμη και επιρροή (εξάλλου, όπως είπαμε, είχε τα φυσικά και τα επίκτητα προσόντα του μεγάλου πολιτικού),  δεν έθετε δηλαδή ως αυτοσκοπό την εξουσία, τον θώκο και την «καρέκλα» του ηγέτη. Ως εκ τούτου, και δεν κολάκευε το λαό, δεν ήταν δηλαδή ο τύπος του  λαϊκιστή πολιτικού, ένα είδος που ενδημεί σήμερα στην πολιτική σκηνή. Έτσι, κάθε φορά που νόμιζε πως ο λαός έπαιρνε αποφάσεις με βάση απλώς το θυμικό, δεν δίσταζε να του αντιταχθεί και να τον επαναφέρει στο δρόμο της ορθής σκέψης. Δεν τον ενδιέφερε, δηλαδή, διόλου αυτό που σήμερα ονομάζεται «πολιτικό κόστος».

Αυτός ήταν ο Περικλής: ένας ηγέτης για όλο το λαό, με βαθιά δημοκρατική συνείδηση, με σεβασμό στις δημοκρατικές ελευθερίες και τους θεσμούς, με φιλοπατρία, με διανοητικά προσόντα, με πλατιά και βαθιά μόρφωση, με επιμονή στην αλήθεια και όχι στα λαϊκίστικα ψεύδη, παιδαγωγός του λαού και όχι λαοπλάνος. Μ’  αυτά τα ηγετικά προσόντα έκαμε μεγάλη την Αθήνα, έτσι δημιούργησε τον «χρυσό αιώνα» που φέρει το όνομά του κι έτσι έγινε ένας από τους διαπρεπέστερους πολιτικούς όχι μόνο του αρχαίου κόσμου αλλά και όλων των αιώνων.

Γιατί, όμως, αυτή η αναφορά στον Περικλή; Αφενός, για να κάμει ο αναγνώστης μια σύγκριση ανάμεσα στους πολιτικούς του σήμερα, όπως περιγράφτηκαν στην αρχή τούτου του κειμένου, κι ενός μεγάλου πολιτικού ηγέτη, διαπιστώνοντας έτσι τη μικρότητα και την ευτέλεια  της μεγάλης πλειονότητας των σημερινών πολιτικών ηγετών, και αφετέρου, για να έχει ένα μπούσουλα, όταν κληθεί να κάνει τις επιλογές του ενώπιον της κάλπης.