Του Αντώνη Σανουδάκη-Σανούδου*
Το βιβλίο του Γεωργίου Ανδρειωμένου, αντιπρύτανη στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, “Πότε θα κάνει ξαστεριά”, με υπότιτλο “από τις ρίζες των Λευκών Ορέων στην πανελλήνια χρήση”, εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα 2017, είναι μια εξαιρετική μελέτη. Είναι ένα κείμενο το οποίο παρουσιάζει τη γένεση και εξέλιξη του τραγουδιού ως τις μέρες μας, με τρόπο διεισδυτικό, τολμηρό και ευθαρσώς αντικειμενικό, στάση που τον τιμά.Η προσπάθεια του συγγραφέα εστιάζεται στο να αποδείξει ότι η “Ξαστεριά” “έχει υποστεί διαδοχικές (ανα-παραστάσεις και εντάξεις, απ’-εντάξεις και επαν-εντάξεις) είτε σε τοπική είτε σε ευρύτερη (π.χ. πανελλήνια) κλίμακα από τη στιγμή που τοποθετείται σε διαφορετικά κοινωνικά περιβάλλοντα”. Προλογικά, δέον να ειπωθεί ότι το θέμα μάς είναι γνωστό από τον περυσινό Ιούλιο του 2016, στο Συνέδριο για το ριζίτικο τραγούδι στους Λάκκους Χανίων, στο οποίο ο συνάδελφος Γιώργος Ανδρειωμένος έδωσε με την εισήγησή του μια πρώτη γεύση, προοικονομικά, της ευρύτερης μελέτης του.Είναι χαρακτηριστικό ότι ο συγγραφέας διατυπώνει εξαρχής την άποψη ότι το ποίημα στο ιστορικό βάθος και την πορεία του μέσα στο χρόνο ταυτίστηκε με την πάλη για τη δικαίωση ενός σκοπού.Οι τελευταίοι, μάλιστα, στίχοι:“να κάμω μάνες δίχως γιους, γυναίκες δίχως άντρες να κάμω και μωρά παιδιά να κλαίν δίχως μανάδες”πιθανόν να οδηγούν στη βεντέτα μεταξύ Μουσούρων από τον Ομαλό και Σκορδύληδων από τα Σφακιά.Ανεξαρτήτως αν έχει να κάνει η δημιουργία του ποιήματος με βεντέτα και διάφορες αντιπαραθέσεις αρχοντικών οικογενειών με το λαό ή με Ενετούς και καταπιεσμένα λαϊκά στρώματα, η μετατροπή του ποιήματος σε πολεμικό μπορεί να συνέβη κατά τις συγκρούσεις Χριστιανών και Μουσουλμάνων. Επίσης, κατά τον Aνδρειωμένο, διαδεδομένη είναι “η άποψη που θέλει τον αγωνιστή της Επανάστασης του 1821 Στέφανο Χάλη (1796-1821) από το Θέρισο, να είναι ο συνθέτης (ή εν πάση περιπτώσει, ο πρωιμότερος γνωστός αοιδός) της Ξαστεριάς. Στην ανακοίνωσή μας με θέμα “Το πολιτικό στοιχείο στην Ξαστεριά” του Γιώργου Ανδρειωμένου, δεν θα ασχοληθούμε με τη χρήση του ποιήματος στα χρόνια της τουρκοκρατίας και στους επόμενους αγώνες των Κρητικών (Μακεδονικός Αγώνας, Βαλκανικοί Πόλεμοι, Μικρασία), στους οποίους η Ξαστεριά εκφράζει τον πόθο των Κρητικών για λευτεριά.Θα σταθούμε στην “πολιτική” μορφή που λαμβάνει, αρχής γενομένης στην εποχή της Αντίστασης ως τα Ιουλιανά του 1965-1967 και την μεταπολίτευση ως τις μέρες μας. Η περίοδος των Ιουλιανών μέχρι σήμερα είναι μια περίοδος την οποία πολλοί την έχουμε ζήσει προσωπικά, ως εκ τούτου θα καταβληθεί προσπάθεια ώστε να είμαστε κατά το δέον αντικειμενικοί, στηριζόμενοι περισσότερο στις απόψεις και αναλύσεις του Ανδρειωμένου. Το ποίημα, λοιπόν, της “Ξαστεριάς” κατά τη διάρκεια της Αντίστασης είχε την εξής μορφή: Πότε θα κάμει ξαστεριά, πότες θα φλεβαρίσεινα πάρω το τουφέκι μου, τ’ όμορφο ταχυβόλονα κατεβώ στο Μάλεμε, στην αεροκαθέστρα να πολεμήσω Γερμανούς και Έλληνες προδότες όπου μας επροδώσανε. Με τις λέξεις “Έλληνες προδότες” και “όπου μας επροδώσανε” παρέχεται η πρώτη μορφή πολιτικοποίησης του τραγουδιού, παραλλήλως με τον αγωνιστικό χαρακτήρα του. Η μορφή αυτή της “Ξαστεριάς” έχει σημασία, αφού στη συνέχεια “απέκτησε (και εν πολλοίς διατήρησε και διατηρεί σε μεγάλο βαθμό) πρωτίστως “πολιτική διάσταση” (σ. 75). Η “πολιτική” αυτή διάσταση χαρακτηρίζει και άλλες, παραπλήσιες παραλλαγές της “Ξαστεριάς’’ που είχαν συνταχθεί στα “Ιουλιανά” και στην “Αποστασία” του 1965, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου (1973) και τη μεταπολίτευση, ως τις μέρες μας. Η προσέγγιση, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται δύσκολη αντικειμενικά, λόγω της συμμετοχής και βίωσής μας των γεγονότων, θα προσπαθήσουμε, όμως, να είμαστε αντικειμενικοί, στηριζόμενοι, σχεδόν αποκλειστικά, στις θέσεις και απόψεις, στο κείμενο του Γιώργου Ανδρειωμένου.
Κυρίαρχο στοιχείο στα Ιουλιανά του 1965 υπήρξε η σύγκρουση του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου με τον βασιλιά Κωνσταντίνο και το παρακράτος. Ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, από τις 16 Φεβρουαρίου 1964, ηγείτο της Ενώσεως Κέντρου, είχε καταγάγει περιφανή νίκη με ποσοστό 52,72%. Επακόλουθό της ήταν, μετά την άρνηση του βασιλιά να αλλάξει ο Παπανδρέου τον υπουργό Γαρουφαλιά που έφερνε εμπόδια διακυβέρνησης, η “Αποστασία” βουλευτών της Ενώσεως Κέντρου, να προκληθούν έντονες διαδηλώσεις που συγκλόνισαν την Αθήνα, όχι μόνο από τις 16 Ιουλίου έως τις 25 Σεπτεμβρίου 1965, αλλά μέχρι την 21η Απριλίου 1967.
Την περίοδο αυτή σχηματίσθηκαν, από αποστάτες βουλευτές της Ενώσεως Κέντρου και της συντηρητικής δεξιάς, ασταθείς κυβερνήσεις, μέχρι το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Στις διαδηλώσεις αυτές της περιόδου πρωτοστάτησε η Κεντροαριστερά με τη Νεολαία της ΕΔΗΝ και με ηγέτη τον Ανδρέα Παπανδρέου, καθώς και η Αριστερά, με τη “Νεολαία Λαμπράκη” του Μίκη Θεοδωράκη. Και στις δύο παρατάξεις την πρωτοπορία είχε η “Κρητική νεολαία” ειδικά της ΕΔΗΝ, λόγω του βενιζελισμού, ώστε η “Ξαστεριά” να προσαρμοστεί στην παραλλαγή της Αντίστασης, αποκτώντας “πολιτικό” χαρακτήρα:Πότε θα κάνει ξαστεριά πότες θα φλεβαρίσεινα πάρω το τουφέκι μου την όμορφη πατρόνα να κατεβώ στο Σύνταγμα, στη στράτα του Ηρώδη για να σκοτώσω αυλικούς και Έλληνες φασίστες.Κατά τις προσωπικές μας βιωματικές αναμνήσεις, ο τελευταίος στίχος είχε τη συχνότερη μορφή “για να σκοτώσω αυλικούς και βουλευτές προδότες” και ακολουθούσε το επόμενο ημιστίχιο “απού μας επροδώσανε”.
Τα τοπωνύμια εδώ άλλαξαν από την παραλλαγή της Αντίστασης και έκαναν λόγο για πλατεία Συντάγματος, με όλη την παλαιά και τη συγκυριακή σημειολογία, και την οδό Ηρώδου του Αττικού, όπου βρίσκονταν τα ανάκτορα, ενώ οι Γερμανοί έγιναν αυλικοί, βουλευτές ή φασίστες.Και στα γεγονότα του Πολυτεχνείου του 1973 διατηρήθηκε ο “πολιτικός” χαρακτήρας της “Ξαστεριάς”, με τη μετατροπή των δύο τελευταίων στίχων ως:… να κατεβώ στο Σύνταγμα και το Πολυτεχνείογια να σκοτώσω Χουντικούς και Έλληνες φασίστες.Παρενθετικά να τονισθεί ότι και στους αγώνες του 114 και 15% για την εκπαίδευση, στις αρχές του 1960, χρησιμοποιήθηκε από την κεντροαριστερά, με “πολιτικό” χαρακτήρα η “Ξαστεριά”, θέτοντας αιτήματα δημοκρατίας και προόδου στην εκπαίδευση.Ξέσπασμα “πολιτικό” για Δημοκρατία και Ελευθερία ήταν και η χρήση του ποιήματος στην κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου και του Γεωργίου Σεφέρη, καθώς και στην κατάληψη της Νομικής, που προηγήθηκε του Πολυτεχνείου.Έτσι, κατά τον Ανδρειωμένο, η “Ξαστεριά” “έχει αναχθεί σε ένα εξόχως “πολιτικό” τραγούδι, με καθαρά επαναστατικό χαρακτήρα, το οποίο είχε ταυτισθεί με τον λεγόμενο “προοδευτικό χώρο” (σ. 87), στο στόμα της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς.Κατά τον ίδιο τον συγγραφέα, “στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, το τραγούδι μετεξελίχθηκε πρωτίστως σε πολιτικό, γνωρίζοντας αρχικά τεράστια διάδοση, “όσο εμφανιζόταν έντονη πολιτικοποίηση της νεοελληνικής κοινωνίας” (σ. 93).Διευκρινίζοντας την άποψή του, προσθέτει ότι κατά την περίοδο αυτή “οι ποικίλες χρήσεις του ίδιου τραγουδιού νοούνταν (και νοούνται) πρωτίστως στο πλαίσιο δυναμικών αγωνιστικών δράσεων ή εκδηλώσεων που σχετίζονται με απελευθερωτικούς αγώνες και τον εορτασμό του Πολυτεχνείου -κάθε άλλο παρά τυχαίο”, σε σημείο που να θεωρείται, όπως ειπώθηκε, ένα “επαναστατικό” τραγούδι της ελληνικής Κεντροαριστεράς και Αριστεράς” (σ. 95-96).Όπως, επίσης, σημειώνει “είναι γεγονός ότι το πολιτικοποιημένο περιβάλλον των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων, με το συνακόλουθο μεγάλο ενδιαφέρον των Ελλήνων για τα πολιτικά δρώμενα, ακολουθήθηκε από την εγκαθίδρυση μιας σειράς από προοδευτικής κατεύθυνσης θεσμούς, την κατοχύρωση των πολιτικών ελευθεριών, την ένταξη στην ευρωπαϊκή οικογένεια και, εν πάση περιπτώσει, την εδραίωση της Δημοκρατίας. Στο πλαίσιο αυτό, η “Ξαστεριά”, με τις ποικίλες “πολιτικές’’ συνυποδηλώσεις και χρήσεις της, ταίριαζε γάντι (σ.96). Είναι, δηλαδή, η εποχή των προεκλογικών περιόδων και διακυβέρνησης της Κεντροαριστεράς, κατά τις οποίες, όπως λέει περιγραφικά ο Ανδρειωμένος, εγκαθιδρύθηκαν θεσμοί, προοδευτικές κατευθύνσεις πολιτικών ελευθεριών και εδραίωση της Δημοκρατίας. Με πολλή ενάργεια περιγράφει στη συνέχεια την επόμενη περίοδο, όπως την αποκαλεί, κατά λέξη,” της ευδαιμονίας, της ευμάρειας, της βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης του ανεπτυγμένου κόσμου, με τις κοινοτικές επιχορηγήσεις, αλλά και τον “υπέρμετρο εξωτερικό δανεισμό’’. Το συμπέρασμά του είναι ότι τις τελευταίες αυτές δεκαετίες, όπως ευφυώς διαπιστώνει, η “Ξαστεριά” κρατούσε μεν την “πολιτική” της διάσταση, αλλά ακουγόταν όλο και λιγότερο στο πλαίσιο μαχητικών και αγωνιστικών κινητοποιήσεων -ίσως επειδή ακριβώς αυτές έφθιναν σε σχέση με τα αμέσως προηγούμενα χρόνια. Τονίζει, λοιπόν, ο Ανδρειωμένος, πως η “Ξαστεριά” όλα αυτά τα χρόνια παρέμενε “τραγούδι με “πολιτικές’’ αναφορές’’. Με οξύνοια, επίσης, αναφέρεται στα τελευταία χρόνια (2009-2015), στην οξύμωρη χρήση της “Ξαστεριάς”, κατά την οποία, ενώ η αναφορά γινόταν ως τότε από την Κεντροαριστερά και την Αριστερά με “πολιτικό” χαρακτήρα, με στόχο την πρόοδο και τη Δημοκρατία, αντικαταστάθηκε από ένα πρωτόγνωρο ασαφές περιεχόμενο “Μνημόνιο- Αντιμνημόνιο’’. Καταρχήν αυτό συνέβη στις πλατείες των ποικίλων πολιτικών φρονημάτων διαμαρτυρομένων, με προεξάρχοντα τον ριζοσπαστισμό τμήματος της λεγόμενης ανανεωτικής Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά τον Ανδρειωμένο, “εκ πρώτης όψεως, θα αναμενόταν το τραγούδι να συνεχίσει να χρησιμοποιείται από τον λεγόμενο “προοδευτικό” χώρο και τις διάφορες τάσεις της Αριστεράς, όπως συνέβαινε επί τόσα χρόνια… Ωστόσο, το πράγμα δεν δείχνει να έχει ακριβώς έτσι’’ (σ. 100). Η ως άνω τάση της λεγόμενης ανανεωτικής Αριστεράς ηγήθηκε του λεγόμενου απολιτικού “αντιμνημονιακού” αγώνα, τον οποίο στο τέλος θα απεμπολήσει, λόγω των στοιχείων που κουβαλούσε μέσα του. Δηλαδή, πρόσωπα της “θεωρίας των παιγνίων, της λεγόμενης “δημιουργικής ασάφειας’’, της μετανεωτερικότητας με την αποδόμηση των λέξεων, όπως είναι “οι θεσμοί” αντί “τρόικα’’, των αξιών, με την προβολή της μετα-αλήθειας και με την κυβερνητική συνεργασία με τμήμα της ακραίας δεξιάς. Με το “απολιτικό” αυτό δίπολο “μνημόνιο-αντιμνημόνιο’’, η “Ξαστεριά” χρησιμοποιήθηκε στις πλατείες των διαμαρτυρομένων. Κορυφαία στιγμή αλλοτρίωσης του περιεχομένου της ήταν στην πλατεία Συντάγματος στις 3 Ιουλίου 2015, δύο μέρες πριν από το δημοψήφισμα, στο οποίο, κατά τον Ανδρειωμένο, “το πνεύμα της “Ξαστεριάς’’ κυριαρχούσε στο συγκεκριμένο δημοψήφισμα, με το συντριπτικό 61,31% υπέρ του ΟΧΙ, που την επομένη του δημοψηφίσματος θα μετατραπεί σε ΝΑΙ. Είναι ο κορυφαίος σταθμός αλλοτρίωσης του περιεχομένου της Ξαστεριάς, με τη μορφή που είχε χρησιμοποιηθεί ως “πρόοδος” πολιτική από την Κεντροαριστερά και Αριστερά. Η πλήρης έκπτωση θα συντελεστεί, κατά τον συγγραφέα, με την υπογραφή, αρχής γενομένης των μνημονίων στις 12-13 Φεβρουαρίου 2012, κυρίως όμως με την υπογραφή του μνημονίου από τον ΣΥΡΙΖΑ στις 14 Αυγούστου 2015 και της νέας σύμβασης, θα προσθέταμε, στις 15 Ιουνίου του 2017, όταν “από τους αρχικά αντιμνημονιακούς πολιτικούς σχηματισμούς… μέσω των ηγετών τους ή των κυβερνητικών επιλογών τους, μετατράπηκαν μάλλον σε μνημονιακούς’’ (σ. 101). Έτσι, “με τον συνασπισμό χώρων και κινήσεων της Αριστεράς και της Δεξιάς”, κατά τον συγγραφέα, τη συγκυβέρνηση, δηλαδή, ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, “συγκαταριθμούνται πια πολιτικοί και ιδεολογικοί χώροι που καλύπτουν το φάσμα από εξωκοινοβουλευτική (και μη) Αριστερά ως την άκρα Δεξιά” ( σ.102). Είναι προς τιμήν της ευθύτητας του καθηγητή Ανδρειωμένου, που βλέπει την έκπτωση του πολιτικού περιεχόμενου της “Ξαστεριάς”, καθώς, όπως γράφει, κατά λέξη “πολύ συχνά χρησιμοποιήθηκε το τραγούδι από το κόμμα των Ανεξαρτήτων Ελλήνων και τον Πάνο Καμμένο’’. Πέρα από το ότι το γνωστό ριζίτικο ακουγόταν από τα μεγάφωνα σε προεκλογικές συγκεντρώσεις του συγκεκριμένου πολιτικού σχηματισμού, μεταξύ των άλλων, ο εν λόγω πολιτικός αρχηγός, κατά το συγγραφέα και τις πηγές του, έχει καταγραφεί να τραγουδεί την “Ξαστεριά’’. Στοιχεία “που καταδεικνύουν τον υψηλό βαθμό ταύτισης της αντιμνημονιακής ρητορικής των ΑΝΕΛ και του αρχηγού τους με το περιεχόμενο και τη φύση του συζητούμενου τραγουδιού’’ (σ.114). Το αποκορύφωμα της αποδόμησης του “πολιτικού’’ και “προοδευτικού” περιεχομένου της “Ξαστεριάς’’ είναι η χρήση της, πάλι κατά τον συγγραφέα, “στις συγκεντρώσεις της Χρυσής Αυγής- και μάλιστα τραγουδισμένης με τη φωνή του Νίκου Ξυλούρη…” (σ.114). Και αυτό το δικαίωμα τους δόθηκε όχι μόνο από τις κοινές συγκεντρώσεις στις πλατείες των διαμαρτυρομένων, αλλά και στη συγκυβέρνηση με το κόμμα της άκρας Δεξιάς, τους ΑΝΕΛ. Ο αποπροσανατολισμός, λοιπόν, του λαϊκού προοδευτικού κινήματος με το αντιδιαλεκτικό “μνημόνιο-αντιμνημόνιο’’, από τμήμα της αυτοονομαζόμενης “πρώτη φορά αριστεράς’’ και το αντιμαρξιστικό δίπολο “παλιό ή καινούριο”, “εμείς ή αυτοί’’, σε συνδυασμό με τη μετα-νεωτερικότητα, την αποδόμηση λέξεων, εννοιών, θεσμών και αξιών, η “Ξαστεριά”, αν και ως αξία παραμένει αλώβητη, όμως η αλλοτρίωση του περιεχομένου της σήμερα την αποδυναμώνει και την απομακρύνει αξιακά από το Κεντροαριστερό και Αριστερό περιβάλλον της. Θα λέγαμε από τον προοδευτικό πολιτικό χαρακτήρα της. Ο καθηγητής Ανδρειωμένος προχωρεί ακόμη πιο πέρα στην έκπτωση των αξιών που εξέφραζε η “Ξαστεριά’’, εξαιτίας των τελευταίων πολιτικών σχηματισμών και της κατάχρησης του διαδικτύου που εκμεταλλεύτηκε την αλλοτρίωση. Γράφει κατά λέξη: “Το τραγούδι και ο πρώτος στίχος του, βέβαια, δεν θα μπορούσαν να λείψουν από τηλεοπτικές εκπομπές ψυχαγωγίας για το πλατύ κοινό, όπως και από τον χώρο της αποκαλούμενης ελληνικής showbiz’’(σ.124).
Το χρησιμοποιούν, πλέον, αστρολόγοι, μετεωρολόγοι, ποδοσφαιρικά σωματεία. Άλλοι το γελοιοποιούν, γράφοντας στο διαδίκτυο “ΟΤΕ κάνει ξαστεριά” (13-9-2015), άλλοι με το “πότε θα κάνει ξαστεριά να πάμε για αχινούς’’ (26-4-2015). Αισιόδοξος, όπως είναι ο καθηγητής Ανδρειωμένος, εκφράζει τη γενική άποψη ότι η προσαρμοστικότητα γενικά της παράδοσης “στις νέες ιστορικοκοινωνικές και γλωσσικές συνθήκες εκφράζει τη δύναμη της λαϊκής αντίστασης απέναντι στον κίνδυνο της ολοκληρωτικής αλλοτρίωσης” (σ. 137). Είναι μια διατύπωσή του για την έκπτωση της παράδοσης, αλλά παραλλήλως και τη δυνατότητά της να σταθεί εμπόδιο στην ενεργούμενη αλλοτρίωση. Όπως στο παρελθόν η συντηρητική δεξιά είχε αποδομήσει τις έννοιες και αξίες “πατρίς, θρησκεία, οικογένεια”, εξίσου η αυτοαποκαλούμενη “πρώτη φορά αριστερά’’ αλλοτρίωσε τις αξίες και τα σύμβολα της Κεντροαριστεράς και Αριστεράς. Η “Ξαστεριά”, όμως, όση αλλοτρίωση και αν υπέστη τα τελευταία επτά χρόνια στο εννοιολογικό της περιεχόμενο από συνασπισμένες ετερόκλητες και ανομοιογενείς δυνάμεις, εντούτοις, κατά τον Ανδρειωμένο, θα εκφράζει αντιστεκόμενη και στο μέλλον τις διαχρονικές αξίες της, δηλαδή τον απελευθερωτικό χαρακτήρα και το πολιτικό στοιχείο με προοδευτικό περιεχόμενο.
* Ο Αντώνης Σανουδάκης – Σανούδος είναι καθηγητής Ιστορίας της ΠΑΕΑΚ, συγγραφέας