Η Τουρκία βιώνει ένα βαθύ διχασμό με δύο αντίπαλα στρατόπεδα και η ένταση είναι δομικό στοιχείο της τουρκικής πολιτικής και μάλιστα όταν απειλείται η ανατροπή των πάντων από την αιφνιδιαστική προκήρυξη των εκλογών, μέσα σε μια οικονομική δυστοπία, προκειμένου ο Ερντογάν να νομιμοποιήσει την εξουσία του, συνεργαζόμενος ακόμη και με τα πιο ακραία κόμματα.
Έτσι εξηγείται η ακραία ρητορική μίσους, πρώτη ύλη του τουρκικού εθνικισμού, στον οποίο ο Τούρκος Πρόεδρος οφείλει τη δημοφιλία του, επαναλαμβάνοντας (και οι Μαχτσελήδες) παραλληλισμούς της Μικρασιατικής καταστροφής, για να εξάψουν το εθνικοπατριωτικό ένστικτο του ακροατηρίου τους: «…όταν χρειαστεί θα σας πετάξουμε στη θάλασσα, όπως τους παππούδες σας…».
Η Τουρκία ανέκαθεν ένιωθε ασφυξία με το status quo στο Αιγαίο, με καταφρόνηση στις διεθνείς συνθήκες και το διεθνές δίκαιο, αλλά και άσβεστο μίσος κατά της Ελλάδας, με στόχο την αρπαγή του μισού Αιγαίου. και ελέγχοντας τους ρυθμούς έντασης καταφέρνει να δημιουργεί γεγονότα και τετελεσμένα.
Αλλά και η τουρκική ποίηση έχει μεταβληθεί σε… διαπύηση μίσους. Δείγμα του τουρκικού Πήγασου, με ιππέα του Αττίλα, καταχωρίσθηκε στον τουρκικό Τύπο της Κύπρου, με την ευκαιρία του εορτασμού της πρώτης επετείου της τουρκικής εισβολής.
Αντιγράφω από τους «Αντίλαλους» του Θανάση Κανελλόπουλου (το ΒΗΜΑ 23.09.1975): «…το παραθέτω ως ελάχιστο δείγμα του τουρκικού πολιτισμού, της ειρηνοφίλου διαθέσεως και του ευρωπαϊκού πνεύματος της γείτονος:
“Όσο οι φλέβες μου θάναι γεμάτες από τον πόθο της εκδικήσεως.
Όσο η καρδιά μου θα χτυπά για το τουρκικό πρωτείο.
Όσο η λέξη «Έλλην» θα υπάρχει στα λεξικά.
Αυτό το μίσος δεν θα μας εγκαταλείψη.
Και χίλια ελληνικά κεφάλια δεν είναι αρκετά.
Για να πληρωθή το μίσος του Τούρκου.
Ακόμα κι αν σπάσω το κεφάλι 10.000 Ελλήνων.
Και αν βγάλω τα δόντια 20.000 άλλων με τα ίδια μου τα χέρια.
Ακόμη κι αν ρίξω στο νερό τα πτώματα 30.000 Ελλήνων.
Αυτό το μίσος δεν θα με εγκαταλείψη ποτέ.
Όσο η γροθιά μου θα υψώνεται.
Όσο οι καρδιές 120.000 Κυπρίων και Τούρκων θα χτυπούν μαζί.
Και οι καρδιές 40 εκατ. Τούρκων θα με υποστηρίζουν.
Αυτό το μίσος δεν θα με εγκαταλείψη ποτέ.”
Αυτό το μίσος είναι το στημόνι της τουρκικής ιστορίας. Η μέθοδος του ξεκληρίσματος χιλιάδων ανθρώπων, γνωστή στους Έλληνες της τουρκοκρατίας, της Μικράς Ασίας, στους Αρμενίους, στους Βουλγάρους, στους Σέρβους, στους Ευρωπαίους. Το κρέμασμα, το πέταμα στη θάλασσα (παρελείφθη το παραδοσιακό σούβλισμα), το ξεδόντιασμα, ο αποκεφαλισμός, συνεχίζεται από τα παλιά χρόνια του Βαγιαζήτ ως τα σύγχρονα… του Αττίλα».
Αυτό το μίσος, τροφοδοτούμενο και από συγκυριακές προεκλογικές σκοπιμότητες, συγκροτεί τους τούρκους σε εθνότητα. Κι όπως έλεγε ο Ντε Γκωλ: «Εθνικισμός είναι όταν το μίσος για τους άλλους έρχεται πρώτο». Και ο Τσέχωφ: «Η αγάπη, η φιλία, η εκτίμηση δεν φτιάνουν δεσμούς τόσο στέρεους, όσο το κοινό μίσος».
Βέβαια, η πραγματική αξία της ομοιοπαθητικής – similia similibus curentur (τα όμοια δια των ομοίων θεραπεύονται), όπως τα κρυοπαγήματα π.χ. δια της εντριβής με χιόνι – δεν έχει κριθεί ακόμη. αλλά σίγουρα το μίσος δεν μπορεί να καταπολεμήσει το μίσος. Το σκοτάδι δεν μπορεί να καταπολεμήσει το σκοτάδι. Τη διαπλοκή δεν την πολεμάει η διαπλοκή και η διαφθορά τη νόσο της διαφθοράς.
Τώρα, εν μέσω ελληνοτουρκικών αντιπαραθέσεων θα μπορούσαμε να φτάναμε και σε ιδανικές γειτονικές σχέσεις οι δύο λαοί, αν μας αφήνανε κατά την παροιμία «οι Μεσογειακοί διαόλοι να αγιάσουμε».
Όσο, όμως, δεν μας αφήνουν, ας έχουμε υπόψη μας ότι τους Τούρκους πολύ τους ευφραίνουν οι διχασμοί μας, οι εσωτερικές έριδες και η φιλαρχία! «Ρωμαίικος καβγάς, τούρκικος χαλβάς!» ή «Γκιαούρ καβγά, μουσουλμάν πιλάφ!» και για την πολυαρχία: τρεις Ρωμιοί, πέντε μπαϊράκια (σημαίες).
Τέλος, ο Σεφέρης στην Αλληλογραφία (1930-1966) με τον Γιώργο Θεοτοκά (εκδ. Ερμής – 1975) αναφέρεται στο παλιό κρητικό ρητό:
«Την τύχη του κάθε λαός την κάνει μοναχός του
κι όσα του κάνει η τρέλα του δεν του τα κάνει οχτρός του.
Μου φάνηκε τόσο στέρεο, που ευχήθηκα να το ιδώ γραμμένο στ’ ανώφλι των πυλών της Βουλής των Ελλήνων», γράφει.
Παρ’ όλα αυτά, για να μην χάνουμε την αισιοδοξία μας θα πρέπει να θεωρούμε έξυπνη τη ρήση του Κολοκοτρώνη: «οι Ρωμιοί είναι μουρλοί, αλλά έχουν Θεό φρόνιμο».
* Ο Γιάννης Χλουβεράκης είναι φαρμακοποιός