Σε προηγούμενο άρθρο μας σε τούτη την εφημερίδα (Το διαχρονικό «Μεγάλο Παιχνίδι». 11 Οκτωβρίου 2022), είχαμε περιγράψει πώς οι Ρώσοι στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα είχαν καταφέρει να καταλάβουν  πολλά στρατηγικής σημασίας Χανάτα της  Κεντρικής Ασίας, στα πλαίσια του αέναου Μεγάλου Παιχνιδιού για τον έλεγχο σπουδαίων περασμάτων σε πλούσιες ενεργειακές πηγές. Με την Κεντρική Ασία στην λαβή του τσάρου, το μεγάλο παιχνίδι τότε μετατοπίστηκε προς ανατολάς στην Κίνα, τη Μογγολία και το Θιβέτ.

Το 1904, οι Βρεττανοί εισέβαλαν στη Λάσα, με σκοπό να δείξουν την αντίθεσή τους και να χαλάσουν τις ρωσικές ίντριγκες και τις μυστικές συναντήσεις μεταξύ απεσταλμένων του δέκατου τρίτου Δαλάι Λάμα και του τσάρου Νικόλαου Β’, αφού είχαν  αμετακίνητη στο μυαλό τους  την ιδέα μιας ρωσικής εισβολής στη αποικία τους την Ινδία, αν και η Ρωσία  άσχημα ηττημένη  από την Ιαπωνία και εξασθενημένη από εσωτερικές  εξεγέρσεις,  δεν θα μπορούσε να αντέξει οικονομικά μια επίδειξη δύναμης ενάντια στη Μεγάλη Βρεττανία.

Το  Μέσο Βασίλειο είχε εξασθενήσει δραματικά με τους κυβερνήτες Manchus της δυναστείας των Τσινγκ. Δυόμισι αιώνες σχεδόν παρακμιακής ζωής, τραυμάτισαν την αυτοκρατορία ανεπανόρθωτα. Τα όπλα της Κίνας και η στρατιωτική της τακτική ήταν ξεπερασμένα, σε μεσαιωνικό επίπεδο. Σύγχρονα εργοστάσια, μεταλλικές γέφυρες, σιδηρόδρομοι και τηλέγραφοι ήταν σχεδόν ανύπαρκτα πράγματα  στις περισσότερες περιοχές της.

Οι φυσικές καταστροφές, η πείνα και τα  εσωτερικά προβλήματα είχαν περαιτέρω αποδυναμώσει την Κίνα. Ακόμα, το κεντρικό δίδαγμα του πολέμου με την Ιαπωνία δεν είχε διαγραφεί από το ρωσικό Γενικό Επιτελείο: μια ασιατική χώρα με δυτική τεχνολογία και μοντέρνες βιομηχανικές μεθόδους παραγωγής, θα μπορούσε να νικήσει μια μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη! Έτσι το 1906, ο τσάρος Νικόλαος ο Β’, έστειλε ένα μυστικό πράκτορα στην Κίνα με σκοπό να συλλέξει πληροφορίες σχετικά με τη μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό της δυναστείας των Τσινγκ.

Η αποστολή ανατέθηκε στον Καρλ Γκούσταφ Έμιλ Μάνερχαϊμ, ένα συνταγματάρχη του ρωσικού στρατού, ο οποίος ταξίδεψε στην Κίνα ως εθνογράφος συλλέκτης χρησιμοποιώντας φινλανδικό διαβατήριο, παρέα  με τον  Γάλλο σινολόγο, Πωλ Πελιό (Paul Pelliot). Για δύο χρόνια, ο Μάνερχαϊμ προχώρησε μέσω πολλών κινεζικών περιοχών προς το Πεκίνο, ενώ ενδιάμεσα συναντήθηκε και με τον 13ο Δαλάϊ Λάμα. Ωστόσο, ενώ ο Μάνερχαϊμ βρισκόταν στην Κίνα το 1907, η Ρωσία και η Βρεττανία αποφάσισαν προσωρινά τουλάχιστον να δώσουν τέλος σ’ αυτό το Μεγάλο Παιχνίδι.

Μπροστά στα σύννεφα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι δύο αυτοκρατορίες θορυβήθηκαν από την αυξανόμενη δραστηριότητα της Γερμανίας στη Μέση Ανατολή, ιδίως το γερμανικό πρόγραμμα των σιδηροδρόμων της Βαγδάτης, οι οποίοι θα άνοιγαν το δρόμο για το γερμανικό εμπόριο και τεχνολογία, σε ολόκληρη τη Μεσοποταμία και την Περσία και οι υπουργοί τους συμφώνησαν να επιλύσουν τις μακροχρόνιες διαφορές τους στην Ασία, προκειμένου να ανακόψουν αποτελεσματικά την γερμανική προέλαση στην περιοχή. Η αγγλο-ρωσική συμφωνία του 1907, έδωσε έτσι τέλος στην κλασσική περίοδο του Μεγάλου Παιχνιδιού.

Οι Ρώσοι δέχθηκαν ότι η πολιτική του Αφγανιστάν θα βρισκόταν μόνο υπό βρεττανικό έλεγχο, εφόσον η Βρεττανία παρείχε τις απαραίτητες εγγυήσεις να μην αλλάξει το καθεστώς της περιοχής και συμφώνησαν να πραγματοποιούν όλες τις πολιτικές συμφωνίες και συνομιλίες με το Αφγανιστάν, μέσω των Βρεττανών. Οι Βρεττανοί, από τη μεριά τους, συμφώνησαν ότι θα διατηρούσαν τα σύνορα σταθερά και ότι θα αποθάρρυναν κάθε προσπάθεια του Αφγανιστάν να σφετεριστεί την ρωσική επικράτεια.

Η Περσία χωρίστηκε σε τρεις ζώνες. Μια βρεττανική ζώνη στα νότια, μια ρωσική περιοχή στα βόρεια, καθώς και μια στενή ουδέτερη ζώνη που εξυπηρετούσε αμφοτέρους. Σε ό,τι αφορά το Θιβέτ, και οι δύο δυνάμεις συμφώνησαν να διατηρηθεί η εδαφική ακεραιότητα αυτού του κράτους και να ασχοληθούν μόνο με την Κίνα, που ήταν και η κύρια δύναμη εκεί.

Ο Τζέραλντ Μόργκαν στο βιβλίο του ‘Μύθος και πραγματικότητα στο μεγάλο παιχνίδι’ (Gerald Morgan,  Myth and Reality in the Great Game, 2007), προσέγγισε το θέμα του Μεγάλου Παιχνιδιού, όσον αφορά την  ύπαρξη η μη ενός κατασκοπευτικού δικτύου στην Κεντρική Ασία, αμφισβητώντας το γεγονός αυτό.

Η επανάσταση των μπολσεβίκων του 1917, ακύρωσε φυσικά την υφιστάμενη συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών και άρχισε να διαφαίνεται στον ορίζοντα, δεύτερη φάση του Μεγάλου Παιχνιδιού. Ο τρίτος αγγλο-αφγανικός πόλεμος του 1919, προκλήθηκε από τη δολοφονία του τότε ηγεμόνα Habibullah Khan. Ο γιος και διάδοχός του, Amanullah, δήλωσε την πλήρη ανεξαρτησία του και επιτέθηκε στα  βόρεια σύνορα της Βρεττανικής Ινδίας.

Αν και λίγα κέρδισε στρατιωτικά, το αδιέξοδο λύθηκε με τη συμφωνία Ραβαλπίντι του 1919, με την οποία το  Αφγανιστάν αποκατέστησε την αυτοδιάθεσή του  στις εξωτερικές υποθέσεις. Τον Μάιο του 1921, στη συνέχεια, το Αφγανιστάν και η Σοβιετική Ένωση υπέγραψαν συνθήκη φιλίας, με την οποία οι Σοβιετικοί παρείχαν στον Amanullah ενισχύσεις με τη μορφή μετρητών, τεχνολογίας και στρατιωτικού εξοπλισμού.

Το 1923, ο Amanullah πήρε τον τίτλο του padshah, δηλαδή του βασιλιά, και πρόσφερε καταφύγιο στους μουσουλμάνους που εγκατέλειψαν τη Σοβιετική Ένωση και σε εξόριστους εθνικιστές της Ινδίας. Το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Amanullah  ήταν ωστόσο, ανεπαρκές για την ενίσχυση του στρατού και το 1928 παραιτήθηκε κάτω από  πίεση, δίνοντας τη θέση του στον Μοχάμεντ Ναδίρ Σαχ, που βασίλεψε το διάστημα 1929-1933.

Τόσο οι Σοβιετικοί όσο και οι Βρεττανοί καρπώθηκαν την αλλαγή, οι πρώτοι πήραν ενισχύσεις για να αντιμετωπίσουν την εξέγερση στο Ουζμπεκιστάν, ενώ οι δεύτεροι δημιουργώντας επαγγελματικό στρατό σαράντα χιλιάδων ανδρών στο Αφγανιστάν. Με την έλευση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τα ενδιαφέροντα των δύο πλευρών ευθυγραμμίστηκαν ξανά.

Το 1940, αμφότερες οι κυβερνήσεις πίεσαν το Αφγανιστάν για την εκδίωξη ενός μεγάλου τμήματος του γερμανικού μη διπλωματικού σώματος, το οποίο οι κυβερνήσεις και δύο χωρών πίστευαν ότι εμπλεκόταν σε κατασκοπεία, κάτι το οποίο έκανε πραγματικότητα το Αφγανιστάν  το 1941. Μετά από  αυτή την περίοδο συνεργασίας μεταξύ της ΕΣΣΔ και του Ηνωμένου Βασιλείου, το Μεγάλο Παιχνίδι ανάμεσα στις δύο δυνάμεις τελείωσε.

Για να επιστρέψουμε στο προαναφερόμενο άρθρο μας (Το διαχρονικό «Μεγάλο Παιχνίδ». Εφημερίδα Πατρίς, 11 Οκτωβρίου 2022), στη Σαμαρκάνδη, πρόσφατα, ετέθησαν οι βάσεις για ένα νέο επεισόδιο του «Μεγάλου Παιχνιδιού». Τα πληθυσμιακά μεγέθη των χωρών που έλαβαν μέρος σε αυτή, όπως είπαμε, είναι εντυπωσιακά.

Σχεδόν ο μισός πληθυσμός του πλανήτη μας αντιπροσωπευόταν εκεί! Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι η Κίνα και η Ρωσία επιθυμούν να δρομολογήσουν τον συγκεκριμένο οργανισμό ως το εναλλακτικό πρότυπο και μοντέλο απέναντι στους θεσμούς της Δύσης, παρά το γεγονός ότι τουλάχιστον όπως λέγεται ο οργανισμός δεν έχει κάποια συγκε-

κριμένη αμυντική παράμετρο. Σίγουρα ο πόλεμος στην Ουκρανία με την εισβολή της Ρωσίας σε αυτή, σημάδεψε τα όσα διημείφθησαν, αλλά παρ’ όλα αυτά πολλά θα δρομολογήθηκαν στα παρασκήνια! Η Κίνα από τη μεριά της, προσπάθησε να εκμεταλλευτεί τον ρωσικό αναθεωρητισμό  και να αναδυθεί ως μια ανερχόμενη εναλλακτική πρόταση απέναντι στη Δύση.

Φυσικά εκεί ξεδιπλώθηκαν αρκετοί εθνικισμοί όχι μόνο δημόσια, αλλά κυρίως στις μεταξύ των ηγετών των διαφόρων χωρών  συζητήσεις, με χαρακτηριστικά παραδείγματα την Κίνα σε σχέση με την Ταϊβάν, τη Ρωσία απέναντι στην Ουκρανία, την Τουρκία να απειλεί σε συνεχόμενη βάση την Ελλάδα, κοκ.

Μια ιδέα αυτού του καινούργιου παιχνιδιού, πήραμε στις 21 Ιουλίου στην Τεχεράνη όπου συναντήθηκαν οι αυταρχικοί ηγέτες  του Ιράν, της Τουρκίας και της Ρωσίας, χωρών με έντονα τα χαρακτηριστικά της αντιδυτικής ρητορικής και συμπεριφοράς.

Έτσι η πρόσφατη σύνοδος του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης  στην γοητευτική μυθική πόλη της Σαμαρκάνδης,  αρχίζει να βάζει τα θεμέλια για έναν καινούργιο πόλο στη διεθνή σκακιέρα. Η όμορφη πόλη, βασικό σημείο περάσματος κάποτε του περίφημου και ιστορικού δρόμου του μεταξιού, για άλλη μια φορά βρέθηκε κεντρικό σημείο και κρίσιμος γεωμετρικός τόπος στο καινούργιο αναφυόμενο παιχνίδι των μεγάλων δυνάμεων.

Πόσοι και ποιοι θα θυσιασθούν με όποιο τρόπο σε αυτό, είναι επί του παρόντος άγνωστο! Πάντως ο Άγγλος κατάσκοπος Άρθουρ Κόνολι  που έδωσε το όνομα σε αυτό το γεωπολιτικό παιχνίδι  έχασε τη ζωή του, όχι εκεί στη Σαμαρκάνδη, αλλά στην Μπουχάρα, όπου αποκεφαλίστηκε ακριβώς έξω από τα ‘γκαστρωμένα τείχη’ όπως ονομάζονται  λόγω του σχήματός τους, σε ηλικία μόλις τριάντα τεσσάρων ετών!

Περιδιαβαίνοντας την ιστορία, διαβάζοντας και παρακολουθώντας τις πολιτικές εξελίξεις του καιρού μας, δεν μπορεί να μην έρχονται στο μυαλό μας τα τέσσερα μαθήματα που μας δίνει η ιστορία από το στόμα ενός μεγάλου αμερικανού ιστορικού, του Τσαρλ Μπερντ. Όλα τα μαθήματα της ιστορίας, λοιπόν,  έλεγε ο καθηγητής της επιστήμης αυτής στο Κολούμπια, συνοψίζονται σε τέσσερις προτάσεις:

  • Όποιον οι θεοί θέλουν να καταστρέψουν, τον τρελαίνουν πρώτα δίνοντάς του δύναμη,
  • Οι μύλοι του Θεού αλέθουν αργά, αλλά σε εξαιρετικά μικρά τεμάχια,
  • Η μέλισσα γονιμοποιεί το λουλούδι που ληστεύει, και τέλος
  • Μόνον όταν είναι αρκετά σκοτεινά, μπορείς να δεις τ’ αστέρια!