Μια ιστορία μπορεί και δυο που μας κάνει να ξαναδιαβάσουμε, να αφουγκραστούμε καλυτέρα τις μικρές άγνωστες πτυχές γεγονότων που σημάδεψαν τον κόσμο μέσα από τις θάλασσες, τα ποτάμια, τα καράβια που τον σεργιάνισαν στους αιώνες ίσαμε τις μέρες μας.

 

Καράβια που έπαιξαν με τη φωτιά, Μαρία Αγγελίδου – Αντώνης  Παπαθεοδούλου, εικ: Χρήστος Κούρτογλου, εκδ. Ίκαρος

Μαγικές κι αυτές οι ιστορίες των καραβιών που έπαιξαν με τη φωτιά, τον ήλιο, την ιστορία, τα ποτάμια, τα πελάγη και τους ωκεανούς.  Ιστορίες με φλόγες μικρές  ή μεγάλες που τρομάζουν, τρέπουν σε φυγή, που σκορπούν στους άνεμους κι όλα γίνονται  στάχτη, καπνός κι αέρας. Ουρλιάζουν τα καράβια όταν καίγονται και ας  είναι ο τρόμος τους άλαλος λέει η Μαρία Αγγελίδου. Το υγρό πυρ ήταν εκείνη η πιο δυνατή φωτιά του Βυζαντίου. Και  την ήθελαν όλοι, Άραβες , Ρώσοι, Βούλγαροι που βγαίνε μέσα από σηφούνα  με κεφάλι λιονταριού, όμως τούτη η μυστική συνταγή ήταν επτασφράγιστη  και καλά κλειδαμπαρωμένη.

 

Καράβια που έπαιξαν με τη φωτιά, Μαρία Αγγελίδου – Αντώνης  Παπαθεοδούλου, εικ: Χρήστος Κούρτογλου, εκδ. Ίκαρος
Η πρώτη ιστορία είναι από εκείνες που λόγω εντοπιότητας λάτρεψα πιο πολύ. Ήρωας, πειρατής, κατακτητής ο Αμπού Χαφς που ονειρεύτηκε το νησί – καράβι να γίνει δικός του κήπος και τα κατάφερε. Η Κρήτη έπεσε στα χέρια των ανδαλουσιανών  και τα καράβια κάηκαν να μην μπορεί κανείς πια να την λησμονήσει, να την απαρνηθεί, να την αφήσει μόνη της να κείτεται στη μέση του πελάγους. Χρόνια πολλά προσπάθησαν οι Βυζαντινοί να την πάρουν πίσω  όμως στάθηκε αδύνατο να νικηθεί ο Αμπού, οι γιοί και τα εγγόνια του.

Ώσπου κατάφερε ο αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης να βρει τον πιο ικανό Κατεπάνω, ναύαρχο και στρατιωτικό μαζί ,τον Νικηφόρο, που θα  φτάσει με ασύλληπτο αριθμό στο στόλο του, στο νησί. Και κλείστηκαν στον Χάνδακα, στο κάστρο με το τείχος το άπαρτο όλοι οι κάτοικοι κι οι στρατιώτες,  να την κρατήσουν την πόλη και το νησί,  γερά. Και λύγισαν μόνο σαν πέρασε πολύς καιρός από την πείνα κάποια στιγμή, μιαν άνοιξη, κι ας προσπάθησαν εφτά φόρες να τους την πάρουν. Ο Νικηφόρος όνομα και πράγμα τους νίκησε κι έβαλε την τελευταία φωτιά σ’ αυτήν την ιστορία.

Η δεύτερη ιστορία με την υπογραφή του Αντώνη Παπαθεοδούλου μιλάει για εκείνα τα καράβια που πήγαν κόντρα στις ροές των ποταμών, τα γνωστά μας ποταμόπλοια. Έβαλαν φωτιά μέσα τους με τις ατμομηχανές και πρώτα από όλα έπλευσαν στον τεράστιο υδάτινο δρόμο τον Μισισιπή. Στην αρχή ήταν λίγα κι ύστερα έγιναν  χιλιάδες.

Και τότε στα 1858 ένα ποταμόπλοιο που πλέει ανάντη με προορισμό το Σαιντ Λούις  και πιλότο  του τον μαθητευόμενο Σαμ  Κλέμενς, το Πενσυλβάνια, θα είναι ένα από εκείνα τα καράβια που θα το κάνει στάχτη η φωτιά. Με την αίτια ενός τσακωμού δεν θα βρεθεί στο καράβι  θα γλυτώσει τη ζωή του ο μεγάλος Σαμ Κλέμενς.

Λίγο αργότερα, θα πιάσει δουλειά σε άλλο ποταμόπλοιο, θα γίνει κανονικός πιλότος και θα τα παρατήσει όλα κάποια στιγμή,  για να γίνει ένας πασίγνωστος συγγραφέας του καιρού του και του  δικού μας, γράφοντας ιστορίες με χιούμορ, με δράση και με γεγονότα που σφράγισαν ολόκληρες εποχές. Εμείς  τον ξέρουμε με το ψευδώνυμο  Μαρκ Τουαίην και τις Περιπέτειες του Τομ Σόγιερ και του Χάκλμπερι Φιν.

Η τρίτη ιστορία είναι  αφιερωμένη στα ναυάγια μα και σε εκείνο το καράβι με το παράξενο όνομα «Νόσα Σενιόρα ντος Μάρτιρες» που ήταν πνιγμένο στο μαύρο χρυσάφι, το πιπέρι και πρόλαβε να κάνει ένα μόνο ταξίδι. Κι έχει μια ιστορία αυτό το μονοτάξιδο καράβι μοναδική, άτυχη μοίρα, που ξεκινά στα 1600 στην Πορτογαλία σε ένα ναυπηγείο για  τον βασιλιά και έμπορο Φίλιππο τον Γ’.

Εκείνα τα χρόνια όλες οι θάλασσες ήταν γιομάτες με καράβια που κουβαλούσαν πιπέρι από την ανατολή, τα λιμάνια της Ινδίας κι ήταν χιλιάδες αυτοί που δούλευαν για να φτιάξουν γερά σκαριά να προστατεύσουν τούτη τη μαύρη σκόνη την πολύτιμη. Κι ήταν ο ένας και φιλόδοξος νεαρός καπετάνιος ,ο Ρολίμ, ο αφέντης του μονοτάξιδου καραβιού που φόρτωσε επάνω του για το πρώτο του ταξίδι  όσα δεν έβαζε ο νους του ανθρώπου. Τον Μάρτιο  του 1605 ξεκίνησε  να φτάσει όσο ακόμα ήταν καλός  ο καιρός στο Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας  μαζί με όλη την αρμάδα που χε ονόματα παρόμοια με τη δική του Νόρα Σενιόρα – Παναγία.

Και όλα πήγαν πρίμα και φόρτωσε από το Κοτσίν το ελαφρύ φορτίο του πιπεριού κι ετοιμάστηκε για το ταξίδι της επιστροφής . Κι επέστρεψε μόνο που ήταν άτυχο πολύ κι εκεί στο έμπα του ποταμού του Τάγου γινήκανε όλα κι έγινε χίλια κομμάτια το καράβι και χάθηκαν όλα… Άνθρωποι, φορτίο και ελπίδα.

Ξέρετε ποιο είναι «Το καράβι των Εκατομμυρίων Χρόνων»; Είναι το καράβι του θεού Ρα που με αυτό κάθε πρωί ανεβαίνει στον Ήλιο από την ανατολή και τη Δύση μπαίνει σε άλλο καράβι και κατεβαίνει στον Κάτω κόσμο. Το καράβι του Κούφου επίσης, του Βασιλιά δηλαδή το ξέρετε; Ήταν το καράβι μούμια του Χέοπα που κομμάτι κομμάτι φυλάχτηκε μαζί με οδηγίες σε ιερογλυφική γραφή  για να μπει μαζί του στην πυραμίδα και να τον ταξιδέψει ίσαμε τον Ήλιο.  Και σαν το βρήκε στα 1954 ο Καμάλ Ελ Μαλάκ το συναρμολόγησε (1224 κομμάτια) και του δώσε πάλι ζωή μέσα στο Μουσείο να λέει τις ιστορίες που θέλουν τα παιδιά κι όσοι πιστεύουν πως ο ήλιος κάθε μέρα ανεβαίνει στον Ουρανό με… καράβι.

Δεν θέλω να πλέκω εγκώμια σε ανθρώπους  που πιστεύω και αγαπώ αλλά σε τούτη εδώ τη δημιουργία της σειράς των καραβιών δεν νομίζω πως υπάρχει έστω και ένας  αναγνώστης που θα διαφωνήσει μαζί μου. Είναι βιβλία μοναδικά. Είναι ιστορίες που αν και κάποιες μας είναι γνωστές έχουν γραφτεί με απίστευτο τρόπο, με λέξεις, «εικόνες» και στοιχεία που μας  κάνουν να αναγνωρίσουμε το  απαράμιλλο ταλέντο των δύο δημιουργών τους και να αναζητήσουμε  κι άλλες δικές τους ιστορίες.

Ψάξτε αυτές τις ιστορίες. Κυνηγήστε μαζί με τον Αντώνη και τη Μαρία την περιπέτεια, την ιστορία, τη γνώση, το μυστήριο, το παράλογο, το λογικό, το παράτολμο, το απίθανο,  το γνωστό και το άγνωστο. Αφεθείτε  στο παραμύθι, στην αλήθεια, στο μύθο και την πραγματικότητα, στο όνειρο, στη φαντασία, στα γεγονότα. Ταξιδέψτε μαζί τους  σε θάλασσες υπαρκτές, φανταστικές και ανεξερεύνητες. Μπείτε στη διαδικασία  του… παραπέρα, του μυστηρίου και της καλής λογοτεχνίας που σαν την συναντάς θες να την μοιραστείς, να την «διαλαλήσεις» να την γνωρίσεις σε όσους πιο πολλούς μπορείς!

Και φυσικά μην παραλείψετε ποτέ να θαυμάσετε τις μοναδικές εικόνες του Χρήστου Κούρτογλου που μοιάζει κι εκείνες  σαν ξεπήδησαν από το χθες κα να ζωντάνεψαν ανεπανάληπτα με πολύ ιδιαίτερο τρόπο την κάθε ιστορία.

Για παιδιά και μεγάλους και για όσους λατρεύουν τις ιστορίες, τις θάλασσες και τα καράβια!

 

*http://zhtunteanagnostes.blogspot.com/2018/04/blog-post_3.html