Στην ιστορία της δημοσιογραφίας ορισμένοι δημοσιογράφοι έχουν συνδέσει το όνομά τους με μία μόνο, αλλά μεγάλη, δημοσιογραφική επιτυχία.

Ο Καρλ Μπερνστάιν και ο Μπομπ Γούντγουορντ, ανέδειξαν το σκάνδαλο «Γουότεργκεϊτ» και οι αποκαλύψεις που έκαναν το 1972 για τις παρακολουθήσεις εναντίον του Δημοκρατικού κόμματος στις ΗΠΑ, οδήγησαν στην παραίτηση του προέδρου Νίξον. Η αποκάλυψη του σκανδάλου «Γουότεργκεϊτ» θεωρείται – και δικαίως – ως μια από τις θρυλικότερες δημοσιογραφικές έρευνες στην ιστορία.

Το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα, ζήσαμε μια μεγάλη στιγμή της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας από μέσα ενημέρωσης, όπως το «Reporters United». Το «Reporters United» είναι ένα δίκτυο ρεπόρτερ με σκοπό την υποστήριξη της ερευνητικής δημοσιογραφίας στην Ελλάδα, τη συνεργασία με διεθνή ΜΜΕ και με δημοσιογράφους, και τη δημοσίευση ρεπορτάζ που δεν «χωράνε» αλλού.

Βιώσαμε όμως και την απόλυτη απαξίωση των κυρίαρχων ΜΜΕ, που επιχειρούν να υποβαθμίσουν, έως και να συγκαλύψουν το σκάνδαλο των υποκλοπών, που είδε το φως της δημοσιότητας. Ενδείξεις για την διερεύνηση εις βάθος αυτής της σκοτεινής υπόθεσης, υπάρχουν πολλές.

Είμαι όμως συγκρατημένα αισιόδοξος – και όχι χωρίς λόγο – ότι υπάρχει και η απαραίτητη βούληση που θα οδηγήσει στην πλήρη διαλεύκανσή της. Να μην ξεχνάμε ότι, η «υπόθεση Καραϊβάζ», για παράδειγμα, παραμένει έως και σήμερα ανεξιχνίαστη. Μια υπόθεση, που όσο συνεχίζει να μένει στο σκοτάδι, θα υπονομεύει παράφορα την μαχόμενη ερευνητική δημοσιογραφία.

Η εβδομάδα που διανύουμε αποτελεί ίσως την πιο ενδιαφέρουσα πολιτικά, στη διάρκεια της θητείας της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Την περασμένη Δευτέρα η διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, αποφάσισε ότι η συζήτηση για τις υποκλοπές στην Ολομέλεια του Σώματος σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων, θα διεξαχθεί την ερχόμενη Παρασκευή.

Σήμερα συγκαλείται η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας για την ακρόαση του νέου διοικητή της ΕΥΠ, ενώ «παίζονται» καθυστερήσεις στο θέμα της Εξεταστικής Επιτροπής.

Κάθε μέρα που περνάει, ο πρωθυπουργός, ως κύριος υπεύθυνος για αυτήν την αναπάντεχη εξέλιξη, βάλλεται και απομονώνεται πολιτικά όλο και περισσότερο, εξαιτίας της έκτασης που έχει λάβει η αποκάλυψη του σκανδάλου των τηλεφωνικών υποκλοπών.

Πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν ότι ακόμα δεν έχουμε δει παρά μόνο την αρχή των αποκαλύψεων, γύρω από το τεραστίων διαστάσεων σκάνδαλο του «ελληνικού Γουότεργκεϊτ» – όπως το αποκαλούν αρκετοί – που έχει ξεσπάσει και εκτυλίσσεται μέσα στον πιο στενό πυρήνα του Μεγάρου Μαξίμου. Έγκριτοι συνταγματολόγοι, που δεν ανήκουν σε κάποιον πολιτικό φορέα, μίλησαν καθαρά περί «συνταγματικής εκτροπής», ζητώντας κάποιοι από αυτούς, έως και την παραίτηση του πρωθυπουργού.

Θύελλα αντιδράσεων έχει ξεσπάσει, τόσο στο εσωτερικό της χώρας από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όσο και στο εξωτερικό, απ’ όπου και δέχεται ο πρωθυπουργός σφοδρό σφυροκόπημα από τον διεθνή τύπο, σε αντίθεση βεβαίως με τα ελληνικά φιλοκυβερνητικά Μέσα Ενημέρωσης, που αναφέρονται υποτονικά στο θέμα.

Η εφημερίδα «The New York Times», ένα από τα μεγαλύτερα μέσα ενημέρωσης παγκοσμίως, έγραψε για «σκάνδαλο που θυμίζει τα χρόνια της χούντας», ενώ επανήλθε λίγες μέρες αργότερα, δημοσιεύοντας ένα δεύτερο ακόμα σκληρότερο άρθρο με τον τίτλο: «Η σαπίλα στην καρδιά της Ελλάδας είναι τώρα καθαρή για να τη δει ο καθένας».

Ο πρωθυπουργός όμως έχει βρεθεί αντιμέτωπος και με την αντίδραση των Βρυξελλών, που δυσανασχετούν για τις εξελίξεις στη χώρα μας, όπως φάνηκε και από τη σχετική παρέμβαση της εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για θέματα Εσωτερικών Υποθέσεων, Ανίτα Χίπερ.

Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων δημοσιογράφων και πολιτικών στην Ελλάδα, οδηγεί βαθμιαία στην κατάρρευση του προφίλ του κ. Μητσοτάκη, ως Ευρωπαίου πολιτικού, αλλά και ως φιλελεύθερου μεταρρυθμιστή. Ένα είναι βέβαιο. Η κυβέρνηση βιώνει τη μεγαλύτερη κρίση της θητείας της και η οποία μάλιστα φέρει στο επίκεντρό της, τον ίδιο τον πρωθυπουργό της χώρας. Η κρίση αυτή, εκτός των άλλων, έχει «κάψει» πια για τα καλά και κάθε σενάριο για μια μελλοντική συγκυβέρνηση της ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ.

Στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος ηγέρθησαν πολλές αντιδράσεις, μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, ειδικά από τη στιγμή που κάποιοι «πεφωτισμένοι φωστήρες» στο Μαξίμου είχαν τη φαεινή ιδέα να εμπλέξουν και ξένες χώρες στις προσωπικές τους στρατηγικές και επιδιώξεις.

Τα «γαλάζια» στελέχη, παρότι δεν εκφράζονται δημοσίως, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις δεν κρύβουν την απογοήτευσή τους, την ενόχληση, αλλά και τον θυμό τους, τόσο για το ίδιο το σκάνδαλο των υποκλοπών που έχει ξεσπάσει, όσο και για την διαχείρισή του από τον πρωθυπουργό και τους στενούς του συνεργάτες.

Η γενική εικόνα πάντως που επικρατεί, είναι ότι το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας «βράζει» εξαιτίας αυτού του σκανδάλου. Είναι φυσικό, η κυβέρνηση να επιδιώξει τώρα να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη από το σκάνδαλο των υποκλοπών, στρέφοντας την προσοχή του κόσμου σε δομικούς ανασχηματισμούς, αλλά και στο πεδίο των παροχών που θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός με έμφαση στην ΔΕΘ, επιχειρώντας έτσι να αλλάξει και την ατζέντα.

Η ιστορία άλλωστε μας διδάσκει ότι, οι Έλληνες δεν επιλέγουν τις κυβερνήσεις τους με το χέρι στην καρδιά, αλλά με το χέρι στην τσέπη…

Όσο για το θέμα των εκλογών, υπάρχουν σήμερα δύο τάσεις στο κυβερνών κόμμα. Σύμφωνα με την επικρατέστερη τάση, εκτιμάται ότι μετά τις συνταρακτικές εξελίξεις ο κ. Μητσοτάκης θα θελήσει να μεταφέρει τις εκλογές όσο μακρύτερα γίνεται, ελπίζοντας ότι το θέμα θα ξεχαστεί με την πάροδο του χρόνου και μέσα στα καυτά οικονομικά προβλήματα που θα αντιμετωπίζουν οι πολίτες.

Υπάρχουν όμως κι εκείνα τα στελέχη της ΝΔ, που πιστεύουν σήμερα ότι ο πρωθυπουργός θα πρέπει άμεσα να πάει σε εκλογές, γιατί διαφορετικά κινδυνεύει να μείνει πρωθυπουργός μιας τετραετίας, όπως έμεινε στην ιστορία και ο πατέρας του. Τα στελέχη αυτά εκτιμούν ότι, το σκοτεινό αυτό σκάνδαλο δεν πρόκειται να φύγει από την επικαιρότητα και θα συνεχίσει να «σέρνεται», πλήττοντας πολιτικά, ολοένα και περισσότερο, την συντηρητική παράταξη.

Το σκάνδαλο των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων διαπερνά τον πυρήνα των ατομικών δικαιωμάτων, των δημοκρατικών ελευθεριών, αλλά και αυτής της ίδιας της δημοκρατίας μας. Η αντιπολίτευση και, δη η αξιωματική, θα επιχειρήσει να κρατήσει ψηλά το σκάνδαλο των υποκλοπών, και για μεγάλο χρονικό διάστημα, στην ατζέντα της επικαιρότητας. Πολύ φοβάμαι όμως ότι δεν θα καταφέρει και πολλά αφού, εν αντιθέσει με την κυβέρνηση, δεν διαθέτει πρόσβαση στην τηλεόραση, το κυρίαρχο σήμερα μέσο χειραγώγησης της κοινής γνώμης.

Οφείλει όμως επίσης η αντιπολίτευση, να μην περιοριστεί όπως συνηθίζει, αλλά ούτε και να αναλωθεί, σε καταγγελτικά συνθήματα, σε επικοινωνιακά τεχνάσματα και σε σόου εντυπωσιασμού, αλλά με σοβαρότητα και με την ευθύνη που της αναλογεί, να συμβάλει ουσιαστικά ως εγγυητής, στην πλήρη αποκάλυψη αυτού του σκανδάλου, με σαφείς και αδιαμφισβήτητες διαδικασίες.

Η αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών της κυβέρνησης Μητσοτάκη έδειξε ότι, όσο κι αν προσπάθησε (αν προσπάθησε) ο κ. Μητσοτάκης να αλλάξει το κόμμα της ΝΔ, δεν τα κατάφερε.

Δεν κατόρθωσε επίσης να κρατήσει τις υποσχέσεις που έδωσε προς τον ελληνικό λαό, όταν ανέλαβε την εξουσία. Γιατί υποσχέθηκε κι εκείνος πολλά: Υποσχέθηκε ότι, «θα τελειώσει ο λαϊκισμός, η αδιαφάνεια, το ψέμα, οι αντιδημοκρατικές συμπεριφορές, τα σκάνδαλα και ακόμα ότι θα ενισχυθεί η ποιότητα της Δημοκρατίας μας».

Η αποκάλυψη αυτού του σκανδάλου έδειξε όμως επίσης ότι, παρά τις διασυνδέσεις των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης με το βαθύ κράτος, υπάρχει ακόμα στην Ελλάδα δημοσιογραφία, που έχει ανάγκη τη στήριξή μας. Και αυτός βεβαίως, είναι ένας σημαντικός λόγος, για να μπορούμε να κοιτάζουμε το μέλλον με αισιοδοξία.

https://moschonas.wordpress.com