Η φράση που μονοπώλησε το ενδιαφέρον των Ελλήνων πολιτών το 2022 στις αναζητήσεις τους στη μηχανή αναζήτησης της Google ήταν η φράση «Fuel pass».
Το γεγονός αυτό και μόνο, καταδεικνύει την απόδοση της τακτικής των επιδομάτων που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση, ως κορυφαία επιλογή της οικονομικής της πολιτικής.
Καταδεικνύει όμως ακόμα και την ταπείνωση που υφίσταται η ελληνική κοινωνία από την πολιτική αυτή, αλλά και την κατακρημνισμένη αυτοεκτίμησή της, που επιτρέπει την εξαγορά της αξιοπρέπειάς της, με τα λίγα «ψιχία» ενός… voucher. Την συμπεριφορά του επαίτη που έχει πλέον υιοθετήσει για τα καλά ο νεοέλληνας, την είδαμε πολλές φορές σε όλα τα επιδόματα της πείνας τα οποία ρίχτηκαν σαν ξεροκόμματα, που στην αρχή έγιναν ανέκδοτα και στο τέλος… ανάρπαστα!
Τώρα όμως βρισκόμαστε μπροστά σε μια ακόμα εκλογική αναμέτρηση. Το διακύβευμα των εκλογών της 21ης Μαΐου είναι πολύ υψηλό, για τους παρακάτω λόγους:
1ον) Οι μεγάλες γεωπολιτικές εξελίξεις έτσι όπως αυτές διαμορφώνονται μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, αποκαλύπτουν ότι οι προϋποθέσεις πάνω στις οποίες στηρίχτηκε η Ευρωπαϊκή ασφάλεια μετά το τέλος του «Ψυχρού Πολέμου», δεν υπάρχουν. Η νέα αστάθεια που δημιουργήθηκε, απειλεί τις ισορροπίες στην περιοχή μας. Η Τουρκία, προβάλλοντας με έμφαση τον ρόλο της περιφερειακής υπερδύναμης που δεν έπαψε ποτέ να διεκδικεί, αξιοποιεί στο έπακρο αυτές τις ισορροπίες.
Η «ανακωχή» στις διεκδικήσεις μετά τον φονικό σεισμό, θα είναι προσωρινή. Μετά τις εκλογές της 14ης Μαΐου, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, οι διεκδικήσεις της Γείτονος θα επανέλθουν. Η χώρα μας θα πρέπει να αξιοποιήσει τη νέα ενεργειακή στρατηγική της ΕΕ, ενώ η χάραξη μιας νέας εθνικής στρατηγικής είναι αναγκαία, αφού η Δύση επιθυμεί να έχει με το μέρος της την Τουρκία, ως στρατηγικό, οικονομικό και στρατιωτικό εταίρο.
2ον) Η οικονομία αλλά και η κοινωνία δεν έχουν άλλες αντοχές. Ο υψηλός πληθωρισμός και η καλπάζουσα ακρίβεια στα βασικά καταναλωτικά αγαθά, υπονομεύουν την οικονομία και μειώνουν δραματικά την αγοραστική δύναμη των ελλήνων καταναλωτών. Την ήδη κακή κατάσταση της οικονομίας επιδεινώνουν ακόμα περισσότερο, η συνεχιζόμενη άνοδος των επιτοκίων και η αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, από το 2024 η χώρα υποχρεώνεται να επιστρέψει σταδιακά στους δημοσιονομικούς κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, σύμφωνα με την τελευταία απόφαση του Συμβουλίου Κορυφής της ΕΕ. Όλα αυτά οδηγούν την οικονομία και την κοινωνία στα όριά τους και δημιουργούν τις προϋποθέσεις μιας νέας οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.
3ον) Επείγουσα ανάγκη η αποκατάσταση του κράτους δικαίου. Η ποιότητα της δημοκρατίας και των θεσμών στη χώρα μας, έχει βάναυσα υπονομευθεί τα τελευταία χρόνια με πολλούς τρόπους και ειδικά με τις παρακολουθήσεις πολιτικών, στρατιωτικών και δημοσιογράφων. Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός, οι οποίοι φέρουν και την αποκλειστική ευθύνη για αυτήν την υπονόμευση, αντί να δημιουργούν τις προϋποθέσεις συναινέσεων και συνεργασιών, ωθούμενοι από την αγωνία που διακατέχονται λόγω της διαφαινόμενης απώλειας της εξουσίας, επιλέγουν συγκρουσιακές τακτικές απέναντι στην αντιπολίτευση, επιδεικνύοντας μια εξόχως αλαζονική στάση, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής ούτε μεταμέλειας. Καθώς πλησιάζει η ώρα της κάλπης, το σημαντικότερο ερώτημα δεν είναι «ποιος θα μας κυβερνήσει;», αλλά «πως θα μας κυβερνήσει;».
Η «Γεωργουλειοποίηση» της πολιτικής αντιπαράθεσης σε αυτήν την προεκλογική περίοδο, από τη μια απομακρύνει την προσοχή των πολιτών από τα πραγματικά προβλήματα, και από την άλλη αποκαλύπτει την πρόθεση των κομμάτων να μην ασχοληθούν, ούτε τούτη τη φορά, με τα μεγάλα και σημαντικά ζητήματα που συνεχίζουν να ταλαιπωρούν την ελληνική κοινωνία.
Το κυβερνών κόμμα, αφήνει τα μείζονα πολιτικά προβλήματα «εκτός ύλης» και δίνει υποσχέσεις σε διάφορες κοινωνικές ομάδες ότι θα εκπληρωθούν, μόνον εφόσον επανεκλεγεί.
Όλα τα υπόλοιπα εξυπακούεται ότι θα συνεχίσει να τα πράττει, αφού δεν κάνει καμία απολύτως αναφορά σε αυτά. Δηλαδή, θα συνεχίσει να υποστηρίζει τον εκσυγχρονισμό των παρακολουθήσεων, την αδιαφάνεια, τις απευθείας αναθέσεις σε ημέτερους εργολάβους, την κατασπατάληση του εθνικού μας πλούτου από το μεγάλο κεφάλαιο, την πολιτική για τον χειρισμό του ιδιωτικού χρέους προς όφελος των servicers – αυτό κι αν είναι σκάνδαλο! – την πολιτική στην Υγεία με την κατεδάφιση του δημόσιου συστήματός της, την πολιτική για την ενέργεια και την απορρύθμισή της υπέρ των παρόχων, την συνεχιζόμενη απαξίωση της Δημόσιας Παιδείας και των εκπαιδευτικών λειτουργιών της. Επίσης, παρά τις μετρήσεις που δείχνουν τις πληθυσμιακές τάσεις μείωσης της προϊούσας γήρανσης ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού, δεν υπάρχει σήμερα κανένας απολύτως σχεδιασμός που να περιλαμβάνει αυτήν την παράμετρο.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, βλέποντας την «ψαλίδα» να κλείνει, υπόσχεται περισσότερη δημοκρατία και δικαιοσύνη.
Όμως αυτά «δεν τρώγονται». Δεν γιομίζουν το άδειο στομάχι. Είναι γνωστό ότι, οι Έλληνες ψηφοφόροι ψηφίζουν, όχι με το χέρι στην καρδιά, αλλά στην… τσέπη! Οι εκλογές κερδίζονται με το βλέμμα στραμμένο στην οικονομία. Εκεί θα πρέπει να αντιπαρατεθεί ο ΣΥΡΙΖΑ με την ΝΔ, δίνοντας υποσχέσεις που μπορεί όμως αυτή τη φορά να τηρήσει, χωρίς την τρόικα πλέον, αλλά και χωρίς… αυταπάτες. Πεδίον δόξης λαμπρό υπάρχει στον οικονομικό τομέα.
Η φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας είναι προ των πυλών. Το λέει με τρόπο και η Τράπεζα της Ελλάδος: «Το ποσοστό σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό αυξήθηκε σε 28,3% τα τελευταία δύο χρόνια, ενώ επιδεινώθηκαν οι ανισότητες και οι συνθήκες διαβίωσης των Ελλήνων».
Το τρίτο κατά σειρά κόμμα, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, στην προσπάθειά του να μην χαρακτηριστεί «δορυφορικό», αγωνίζεται να κρατήσει ίσες αποστάσεις από τα δύο μεγάλα κόμματα, με αποτέλεσμα όμως να οδηγείται κάποιες φορές σε αντιφατικές απόψεις και ενέργειες.
Τώρα είμαστε μπροστά στις εκλογές και μαζί με τις πινακίδες των αυτοκινήτων τους, έχει επιστραφεί στους πολίτες και μια λανθάνουσα αίσθηση ευημερίας. Όταν θα βρεθούμε ξανά μπροστά στο επόμενο αδιέξοδο – γιατί θα βρεθούμε – θα αρχίσουν πάλι οι πιέσεις. Έχουν πάρει πια το «κολάι» οι πολιτικοί μας άρχοντες!
Στο διάστημα των δύο προηγούμενων δεκαετιών, οι ελληνικές κυβερνήσεις – χωρίς εξαίρεση – μετέφεραν την πίεση λόγω δικών τους ευθυνών, προς τα μεσαία και κατώτερα στρώματα της κοινωνίας, με συνέπεια τα τελευταία να επωμίζονται, σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα, το σύνολο της βίαιης προσαρμογής. Έτσι, προέκυψε και ένα εντελώς στρεβλό μοντέλο ανάπτυξης, που ψάχνει το άλλοθί του στον τουρισμό, αγνοώντας επιδεικτικά τα ελλείμματα στα ισοζύγια, τις ανάγκες στις υποδομές, και βεβαίως τις καταστροφές στο περιβάλλον.
Η παρούσα κυβέρνηση, μείωσε φόρους, για να μειώσει εν τέλει και το βιοτικό επίπεδο της μεγαλύτερης μερίδας του πληθυσμού, ενώ η εισοδηματική της πολιτική περιορίστηκε στα «επιδόματα της πείνας» και στα «καλάθια των νοικοκυριών», χωρίς όμως καμία πρόνοια για τους ίδιους τους… νοικοκύρηδες. Έτσι, η χώρα μας, ακόμα και μέσα σε αυτήν την προεκλογική περίοδο, δίνει την εικόνα μιας χώρας που δεν θέλει, αλλά ούτε και μπορεί να ξεχωρίσει ακόμα, τα σημαντικά από τα ασήμαντα.
Το θέμα των εκλογών αυτών, μέσα σε ένα προεκλογικό κλίμα ευδαιμονίας, και με την αντιπαράθεση να εξαντλείται μέσα από δελτία τύπου σε ανούσιους μονολόγους, αφήνει έξω από τον ουσιαστικό πολιτικό διάλογο τα σημαντικότερα ζητήματα του τόπου. Γιατί έχει σημαντικά ζητήματα άλυτα τούτος ο τόπος.
Οι προσδοκίες των πολιτών κινδυνεύουν πάλι να μείνουν ανεκπλήρωτες και ίσως δούμε κάποιους να μουντζώνουν ξανά τα μούτρα τους, αλλά μετά τις εκλογές. Το «έργο» το έχουμε δει και πολύ φοβάμαι πως θα το ξαναδούμε…
https://moschonas.wordpress.com