Το Χάνι της Μπριντάλαινας βρίσκεται στην περιοχή “Άγιος Μάμας ”Τυλίσου, η οποία πήρε το όνομά της από το ομώνυμο μοναστήρι που υπήρχε εκεί. Ένα ερείπιο, που θαρρείς πως αρνείται στον αδυσώπητο χρόνο να πέσει, για να θυμίζει την ιστορία μιας οικογένειας, κοσμεί αρμονικά τον χώρο.

Ένας χώρος, ένα μονοπάτι, που συνέδεε την επαρχία Μυλοποτάμου με την επαρχία Μαλεβιζίου και ένα χάνι, που ‘’ανέστησε’’ ζωές και έδεσε τη μοίρα δύο οικογενειών, έμελλαν να αφήσουν τα αποτυπώματά τους στο χρόνο και να γράψουν ιστορία μέσα στην Ιστορία.

Ήταν παραμονές της Επανάστασης του 1866 στην Κρήτη. Της Επανάστασης που ως γνωστόν, για καμιά άλλη δεν γράφτηκαν τόσα πολλά όσα γι’ αυτήν και αυτό δεν είναι τυχαίο, καθώς η Επανάσταση του 1866 αποτέλεσε την εμβληματική εξέγερση για την κυρίαρχη ιδεολογία της Μεγάλης Ιδέας στην Ελλάδα του 19ου αιώνα. Συγχρόνως βέβαια είχε σημαντική απήχηση και λόγω της καταστροφής του Αρκαδίου, τον Νοέμβριο του 1866, στους Ευρωπαίους οι οποίοι συγκινούνταν από τα φιλελεύθερα και εθνικά κινήματα, που είχαν πυκνώσει στα μέσα του αιώνα.

Τις μέρες εκείνες λοιπόν που η ατμόσφαιρα ήταν εκρηκτική παντού, επέλεξαν να κατέβουν στο Ηράκλειο, από το μετόχι “Χαρκιδιανά” της Αξού Μυλοποτάμου, για την επίλυση κληρονομικών τους υποθέσεων, ο Μανόλης ο Καναβός με τη γυναίκα του και το στεροβύζι τους, το Γιωργιώ.

Περνώντας από το Χάνι οι ιδιοκτήτες του, Αικατερίνη Μπρίνταλου και ο σύζυγός της Νικόλαος Γιανναδάκης, προειδοποιούν τους ταξιδιώτες πως στο Ηράκλειο είχαν αρχίσει οι εξεγέρσεις και κινδύνευαν τόσο εκείνοι όσο και το παιδί τους.

«Πού πάτε, μωρέ, με το κοπέλι στη Χώρα;», τους λέει η Μπριντάλαινα. «Και ήντα να κάνουμε, πού θα τα αφήσουμε», απαντάνε οι γονείς του. «Αφήσετέ το επαδέ», λέει η Μπριντάλαινα, ενώ συναινεί με ένα νεύμα και ο άνδρας της ο Νίκος ο Γιανναδάκης, ο οποίος είχε μεγάλες ευαισθησίες, καθότι  η οικογένειά του είχε θρηνήσει πολλά θύματα στην Επανάσταση του 1821.

Ο Καναβός με τη γυναίκα του αφήσανε το κοπέλι στο Χάνι και μπήκανε στη Χώρα. Η Επανάσταση όμως που είχε ξεκινήσει στο μεταξύ, τους ανάγκασε να κρυφθούν για να γλυτώσουν και να επιστρέψουν στο Χάνι μετά από πολλές μέρες.

Το Γιωργιώ, στο μεταξύ, είχε γίνει Γιώργης. Έφαγε, πλύθηκε, ντύθηκε, καλικώθηκε και έδωσε απερίγραπτή χαρά τόσο στη Μπριντάλαινα όσο και στο σύζυγό της που δεν είχαν αξιωθεί να γίνουν γονείς.

Έκπληκτος ο Καναβός αντικρίζει το παιδί του γεμάτο ζωντάνια να καβαλικεύει τη φοράδα του ζευγαριού που τον φιλοξενούσε. Η εικόνα αυτή τον φόβισε αρκετά, γιατί ο νεαρός γιος του, καθώς ήταν ζωσμένος και με τα άρματα του Νικόλαου Γιανναδάκη, φαινόταν σαν να ήταν ο νοικοκύρης του σπιτιού.

«Άντε Γιωργιώ να γιαγίρομε στο χωριό», του είπε και ο μικρός απάντησε: «Επαδέ θα κάτσω πατέρα με τους ανθρώπους ετούτους  που μπορούνε να με αναθρέψουνε και να γίνουνε κι αυτοί γονείς μου. Φτωχοί άνθρωποι είσαστε, έχετε πολλά στόματα να ταΐσετε, αφήστε με εμένα επαδέ που μου έπεψε ο Θεός».

Έτσι κι έγινε! Ο Γεώργιος Εμμανουήλ Καναβάκης υιοθετήθηκε επίσημα και πλέον γραφόταν ως Γεώργιος Νικολάου Γιανναδάκης, έμεινε όμως γνωστός με το όνομα Χαρκιδιανός λόγω της καταγωγής του.

Μεγάλωσε στην Τύλισο και αργότερα παντρεύτηκε και έκανε οικογένεια με τη Μαρία (Μαρούλη) Γεωργίου Βασιλοκωνσταντάκη αποκτώντας οκτώ παιδιά, τέσσερα  αγόρια και τέσσερα κορίτσια. Τον Κωνσταντίνο (χαρκιδιανοκωνσταντής), τον Ιωάννη, τον Βασίλειο (χαρκιδιανοβασίλης), τον Εμμανουήλ (χαρκιδιανομανώλης), την Αικατερίνη – σύζυγο Αντωνίου Παπάζογλου, την Ειρήνη – σύζυγο Νικολάου Παπάζογλου, τη Χριστίνα – πρώτη σύζυγο Θεοδώρου Κουβίδη και την Ελισάβετ – σύζυγο Αντωνίου Ανδρουλάκη.

Τα παιδιά του Χαρκιδιανογιώργη παντρεύτηκαν και έζησαν όλα στην Τύλισο. Μάλιστα ο μικρότερος του γιος ο Χαριδιανομανώλης, διετέλεσε αρχηγός της συντηρητικής παράταξης (λαϊκοί της Τυλίσου), πρόεδρος της κοινότητας Τυλίσου και πρόεδρος του συνεταιρισμού  του χωριού.

Βέβαια προκομμένα ήταν όλα του τα παιδιά στη ζωή τους. Μέσα από ένα πλαίσιο αρχών, αξιών και ιδανικών, ‘’έφτιαξαν’’ ανθρώπους, δημιούργησαν συνθήκες και προϋποθέσεις για ένα καλύτερο αύριο στους απογόνους τους, που ήταν αρκετοί. Μεταξύ αυτών και η συντάκτρια του άρθρου Νεκταρία Σπυριδάκη και ο Μανώλης Αστυρακάκης, τοπογράφος μηχανικός-  ερευνητής τοπωνυμίων Κρήτης καθώς και ερευνητής  των γενεαλογικών δέντρων των οικογενειών της Τυλίσου, ο οποίος και παραχώρησε τα παραπάνω στοιχεία στην “Π”.