Συχνά, ιδίως τα βράδια και πριν με πάρει ο ύπνος, φίλε αναγνώστη, σκέφτομαι και βασανίζομαι μ’ ένα σωρό “γιατί”, που αφορούν την πολιτική και κοινωνική κατάσταση και ζωή του τόπου μας. Γιατί το ένα κακό, γιατί το άλλο. Όπως πηγαίνουμε, πού θα καταλήξουμε και ποια θα είναι η μοίρα η δική μας και των απογόνων μας; Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι παραλάβαμε από τους προγόνους μας μια πατρίδα ελεύθερη και σχεδόν ανεπτυγμένη. Τι θα παραδώσουμε εμείς στους απογόνους μας, που στο κάτω κάτω δε φταίνε σε τίποτε για τη σημερινή κατάντια της χώρας μας, της οποίας το μέλλον φαίνεται να είναι σκοτεινό και αβέβαιο, παρά την ψευτοαισιοδοξία των πολιτικών μας;
Mέσα σ’ αυτή την καταχνιά και τους φόβους που πλακώνουν την ψυχή μας για το παρόν, αλλά και την αβεβαιότητα για το μέλλον της φυλής και της πατρίδας μας και δεδομένου ότι ως υπαίτιους της κατάστασης θεωρώ τους πολιτικούς μας των τελευταίων πενήντα ετών κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, για να μην πω εξολοκλήρου, μου φαίνεται πως το μόνο πράγμα που μου έμεινε πλέον, για να παρηγορώ τον εαυτό μου και να μετριάζω την απαισιοδοξία μου, είναι να ονειρεύομαι ξύπνιος, σαν πέσω το βράδυ στο κρεβάτι μου.
Να ονειροπολώ σαν μικρό, αλλά ώριμο παιδί, πως κατακρίνω τους υπαίτιους του παρελθόντος και του παρόντος και πώς φαντάζομαι ότι θα ενεργούσα εγώ, αν λ.χ. ήμουνα στη θέση τους. Πιστεύω, έστω και ονειροπολώντας, πως αν ήμουνα, λέει, υπουργός, δεν θα κοιμόμουν τη νύχτα, έχοντας μεγάλη αγωνία για το τι πρέπει να κάνω για το Α ή το Β θέμα της ευθύνης μου, ώστε όλα να εξελίσσονται ομαλά και προς τη σωστή και επιθυμητή κατεύθυνση.
Και θα ενεργούσα έτσι, όχι από φιλοδοξία ή προσωπικό συμφέρον, ούτε για να μου πουν “μπράβο” ο πρωθυπουργός ή οι ψηφοφόροι μου, αλλά από καθαρή αγάπη για τον τόπο μου. Θα με ερωτήσετε ίσως, αν με το υπάρχουν σάπιο πολιτικό σύστημα, θα παρέμενα ακέραιος ή θα με κατάπινε η δυσώδης και απαίσια διαφθορά που βασίλευε και βασιλεύει ξετσίπωτα στον τόπο μας. Απαντώ, πιστεύοντας ότι: Αν ήμουνα στην ενεργή πολιτική ζωή, θα αποσυρόμουνα απ’ αυτήν αμέσως. Αν όχι, δεν θα ‘θελα ποτέ και με κανένα τρόπο να ασχοληθώ με την πολιτική.
Τώρα και κάμποσες βραδιές, φίλε αναγνώστη, έντονα και επίμονα με απασχολεί το ανεύθυνο και ατιμώρητο των βουλευτών και προπάντων των υπουργών μας. Θα αναφέρω κάποιες σκέψεις και απόψεις μου για το θέμα αυτό, τις οποίες αν εγκρίνεις, υιοθέτησέ τις, αν όχι, απόρριψέ τις. Άλλωστε, ο καθένας που ζει σε μια όντως δημοκρατική χώρα, μπορεί ελεύθερα να διατυπώνει τις σκέψεις του, έστω και αν δεν συμφωνούν οι άλλοι μαζί του. Το ίδιο ασφαλώς ισχύει και για τους αξιωματούχους μας με την εξής όμως διαφορά: Όταν αυτοί εκφράζουν απόψεις ή προτείνουν λύσεις ή αποφασίζουν και ενεργούν ως αξιωματούχοι της χώρας ή του λαού, έχουν περισσότερους περιορισμούς, μεγαλύτερες ευθύνες και δεσμεύσεις και απαιτείται και πολλή σκέψη και σοβαρότητα.
Αυτό λ.χ. το “Αναλαμβάνω την πολιτική ευθύνη” και τελειώσαμε, είναι για τους πολίτες άνευ περιεχομένου και γελοίο, γιατί απλούστατα αυτή δεν επισύρει ουσιαστικά καμία απολύτως κύρωση ή ποινή για τον αναλαμβάνοντα την πολιτική ευθύνη πολιτικό. Ο λαός βέβαια, που θα πληρώσει τα σπασμένα εξαιτίας των κακών αποφάσεων ή πράξεων του αναλαμβάνοντα, πρέπει να περιμένει να λήξει η τετραετία για να τον τιμωρήσει, στέλνοντάς τον στην αντιπολίτευση ή στο σπίτι του, αν εξακολουθεί βέβαια να θυμάται την αρνητική προσφορά του.
Ένα άλλο φαινόμενο, παντελώς απαράδεκτο και πέρα για πέρα αντιδημοκρατικό και ανεπίτρεπτο, είναι αυτό που οι πολιτικοί μας ή κάποιοι απ’ αυτούς συνηθίζουν ως δημαγωγοί: Άλλα να διακηρύσσουν προεκλογικά ή ως αντιποίτευση, εύηχα για τ’ αυτιά του λαού, ιδίως των αφελών, προκειμένου να υφαρπάξουν την ψήφο τους, και άλλα να αποφασίζουν ως κυβέρνηση.
Καταντά μάλιστα εξοργιστικό όταν τα αποφασιζόμενα και ψηφιζόμενα είναι τελείως αντίθετα των όσων προεκλογικά εξαγγέλθηκαν. Άρα, οι πολιτικοί μας μπορούν ανεύθυνα και ανεδνοίαστα να λένε, να αποφασίζουν και να εκτελούν ό,τι νομίζουν ως ορθό ή σκόπιμο, αβασάνιστα και χωρίς να φοβούνται ότι θα τιμωρηθούν, εκμεταλλευόμενοι την κάλυψη και προστασία που τους παρέχει το σύνταγμα, η βουλευτική ασυλία και ο επαίσχυντος νόμος περί ευθύνης υπουργών, που δεν εννοούν να τον καταργήσουν, γιατί τους βολεύει και απόλυτα τους εξυπηρετεί.
Ένα τρίτο θέμα, εξόχως σπουδαίο και σοβαρό, είναι και το εξής: Ενώ υπάρχει εκπεφρασμένη, με δημοψηφίσματα ή εντυπωσιακά σε πλήθος και παλμό συλλαλητήρια, η θέση του λαού σ’ ένα ζήτημα κεφαλαιώδους σημασίας γι’ αυτόν και που πολύ τον πονά, η κυβέρνησή του παίρνει μια θέση διαφορετική ή και τελείως αντίθετη για το συμφέρον και το μέλλον της χώρας και του λαού, όπως αυτός πιστεύει.
Δικαίως λοιπόν διερωτάται ο λαός, π.χ. στο Σκοπιανό: Ποιος είσαι εσύ, κύριε Δείνα, που όχι μόνο δε συμμερίζεσαι τις βέβαιες ανησυχίες μου για το μέλλον μου, αλλά και πηγαίνεις κόντρα και στην εκπεφρασμένη βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας των μελών μου, που δεν συμφωνεί καθόλου με τις θέσεις και τις απόψεις σου; Υπάκουσε λοιπόν στο θέλημά μου εφαρμόζοντας το λαϊκό “Δέσε τον γάιδαρο όπου σου πει τ’ αφεντικό (εγώ) και ας ψοφήσει! “Ή μπας και πιστεύεις ότι λύνοντας το Σκοπιανό όπως οι Σκοπιανοί και οι προστάτες τους θέλουν, κάνεις επίτευγμα θαυμαστό για το έθνος και την πατρίδα;
Σταμάτα λοιπόν τις εξυπνάδες σου και τις επικίνδυνες για μένα κινήσεις σου, επικαλούμενος ιδέες και προτάσεις άλλων συναδέλφων σου πολύ ανόητες, άχρηστες, παλιές και επικίνδυνες. Φαίνεται να ξεχνάς πως η καρέκλα που κάθεσαι είναι προσωρινή και για σένα επικίνδυνη. Και λέω επικίνδυνη γιατί αν βλάψεις ανεπανόρθωτα το έθνος και την πατρίδα εξαιτίας της ανικανότητας ή της στενοκεφαλιάς σου στο εν λόγω ή άλλο σοβαρό εθνικό πρόβλημα και σε σύρω σε δίκη για εθνική προδοσία, τι θα απολογηθεί;
Συμπέρασμα: 1) Η πολιτική ευθύνη είναι στην ουσία μια φάρσα. 2) Οι πολιτικοί μας και τα κόμματά τους, προκειμένου να κερδίσουν τις εκλογές ή να μπουν στη Βουλή δεν διστάζουν ούτε ντρέπονται να χρησιμοποιούν το ψέμα και 3) οι κυβερνήσεις μας δεν άσκησαν ποτέ εθνική εξωτερική πολιτική, γιατί πάντα και χωρίς αντίρρηση εκτελούν τις εντολές και επιθυμίες των αθλίων της Δύσης, των οποίων γίνονται υποχείρια…
*Ο Μανώλης Ροδιτάκης είναι τ. εκπαιδευτικός και ειδ. πάρεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών