Η απερχόμενη Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε ευρύτερη απήχηση από τον νεοεκλεγμένο, αν και πολιτικά ενταγμένη στον ίδιο χώρο. Όχι μόνο επειδή ο νέος είναι τέκνο του κομματικού σωλήνα. Προπάντων διότι η ίδια είχε ευρύτερη κοινωνική απήχηση. Εκτός από πρώτη γυναίκα πρόεδρος του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου έχει σύγχρονες αντιλήψεις. Η άρνηση μιας δεύτερης θητείας στο πρόσωπό της, προσβλητική για την ίδια, είναι αντίθετη και με τη συνταγματική πρόνοια για το θεσμό. Μειώνει σε τελική ανάλυση την απήχηση του κυβερνώντος κόμματος. Γιατί αυτή η επιλογή; Πιστεύω πως το μεγάλο αμάρτημα, που πλήρωσε, ήταν η δημόσια αποδοχή, πως θα μπορούσε και η ίδια να ήταν θύμα υποκλοπών. Να παρακολουθείται δηλαδή από το κύκλωμα του γνωστού σκανδάλου, που περιλάμβανε τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, πολλά μέλη του Υπ. Συμβουλίου, τον Αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων, χώρια τα μέλη της αντιπολίτευσης. Στα πρώτα βήματα της αποκάλυψης είχε πει ο κ. Μητσοτάκης, πως ο καθένας μπορούσε να παρακολουθείται. Μια δήλωση που δεν εξαιρούσε τον εαυτό του. Προκάτοχός του, άλλωστε, του ίδιου κομματικού χώρου έχει αποδειχθεί με δικαστικές αποφάσεις ότι παρακολουθούνταν. Κάθε πολίτης μπορεί στις συνθήκες αυτές να αναρωτηθεί: Ποιος θεσμικός εκπρόσωπος της εθνικής κυριαρχίας βρίσκεται πίσω από τον σκοτεινό ωτακουστή, αν η πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο πρωθυπουργός και ο ΑΕΔ είναι στο στόχαστρό του;

Το καθεστώς είναι πάντα προσεκτικό για να παρουσιάζει, πως όλα κυλούν ομαλά στη χώρα. Όπως κάθε άλλο Ευρωπαϊκό κράτος, έτσι και η Ελλάδα υποτίθεται πως λειτουργεί με όρους αυτοδιάθεσης και θεσμούς κυριαρχίας. Ο ρόλος του σκοτεινού ωτακουστή και των άλλων μηχανισμών, που εδραιώνουν το προτεκτοράτο στη χώρα κρύβονται. Πιστεύω, πως ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος θα έδινε διαφορετική απάντηση στο ερώτημα προς την κυρία Σακελλαροπούλου. Προσεκτική ήταν και η διαχείριση των απόνερων του σκανδάλου των υποκλοπών. Αναφέρομαι στα επακόλουθα της έρευνας του Αρείου Πάγου, που έκρινε ότι δεν υπάρχει εθνικό κέντρο υποκλοπών, και πως οι πράξεις του ως τότε ήταν πταίσματα. Μπορώ να διαβεβαιώσω πως έκτοτε άλλαξε η τεχνική των υποκλοπών. Δε χρησιμοποιούνται πχ. όπως πριν δεκαψήφιοι αριθμοί για εγκατάσταση του μολυσματικού λογισμικού. 

Αλλά πίσω από τα προσεκτικά φτιασιδώματα του καθεστώτος υποτέλειας, γεγονός είναι πως βλάπτει τη χώρα, είναι αναχρονιστικό, στο δε νέο διεθνές σκηνικό που διαμορφώνεται είναι και οξύμωρο. Η επιβολή δικτατορίας και δραματικών για τη χώρα επεμβάσεων, όπως της Κύπρου, την κρατούν σε μόνιμη αρνητική τροχιά. Κατρακυλούμε στις πιο χαμηλές θέσεις των Βαλκανίων, όταν αυτοί που μας εποφθαλμιούν αναλαμβάνουν μεγάλους γεωπολιτικούς ρόλους. Στις συγκεκριμένες συνθήκες η κοινωνία είναι σε μαρασμό. Ανατάσεις, όπως η αντίδραση στο δυστύχημα των Τεμπών, μόνο σημειακά παραπέμπουν σε στιγμές λαϊκής έξαρσης. Αναρωτιέται κανείς για την προοπτική που επιφυλάσσει το αύριο στην Ελλάδα.

Είναι και αναχρονιστικό το καθεστώς, διότι υποτίθεται πως αποβλέπει στη διασφάλιση του διεθνή μας προσανατολισμού. Μια χώρα που συμμετείχε πάντα σε διεθνή όργανα της δυτικής συμμαχίας, πως αλλιώς θα αποδείξει την αφοσίωση της; Ιδιαίτερα σήμερα που η ηγεσία των ΗΠΑ -δίκαια στο θέμα αυτό- περιφρονεί εκπροσώπους κρατών χωρίς εθνικά προτάγματα επειδή ποδηγετούνται, κάνει τη σχέση οξύμωρη. Ο κ. Μητσοτάκης είχε δηλώσει πέρυσι στο Νταβός, πως θα συνεργαζόταν το ίδιο καλά με τους κκ. Μπάϊντεν και Τραμπ. Σε ενδεχόμενο, όμως, αίτημα στο δεύτερο, να αντικαταστήσει τα όπλα των ελληνικών νησιών που αφοπλίστηκαν για χάρη της Ουκρανίας με σύγχρονα, υπάρχει σήμερα προοπτική θετικής ανταπόκρισης; Η πολιτική της εξάρτησης αποδείχνεται για άλλη μια φορά βλαπτική. 

Μια σοβαρή χώρα με ιστορία και πολιτισμό δεν μπορεί να είναι προτεκτοράτο. Πρέπει να απασχολήσει το σύνολο του πολιτικού κόσμου, διότι η συλλογική συνεννόηση του είναι αναγκαία -όχι και ικανή από μόνη της- να δώσει τέλος στην επικυριαρχία. Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε το θάρρος να δείξει τη σημασία της υποτέλειας, που βρίσκεται πίσω από το μηχανισμό των παρακολουθήσεων. Μηχανισμό που ταλαιπωρεί χιλιάδες πολίτες. Το κράτος δεν ενδιαφέρεται, αν ξένες δυνάμεις ταλαιπωρούν τους πολίτες με υποκλοπές. Η ίδια, όμως, έγινε πάρεδρος στο Συμβούλιο της Επικρατείας όταν ήταν ακόμη ζωντανή η παρακαταθήκη του Μιχαήλ Στασινόπουλου, πρώτου προέδρου της Δημοκρατίας. Στις επόμενες μέρες, ζοφερές για τα συμφέροντα της χώρας, θα δικαιώσει δίνοντας ιστορικό περιεχόμενο στο θεσμικό ρόλο που είχε αναλάβει, αν κάμει βήματα για κάθαρση του τοπίου. Η ίδια θα έχει ζήσει και άλλα πολλά που η επιστημονική της κατάρτιση σε συνδυασμό με τα βιώματά της κάνουν τη μαρτυρία της πολύτιμη.   

 

*Ο Νίκος Λεβεντάκης είναι μηχανικός