Στη συλλογική μας μνήμη το Πάσχα συμβολίζει, πέραν των θρησκευτικών, την ανάσταση της φύσης μέσα από τον χειμώνα και κατ’ επέκταση την ανάταση της ψυχής που υποδέχεται το χαρμόσυνο μήνυμα. Όμως, όλο αυτό στην πράξη, αποτυπώνεται πάνω σε έναν καμβά συναισθημάτων γεμάτο με αντιφάσεις.

Κάθε χρόνο αυτές τις μέρες, γιορτάζουμε την άνοιξη και την αναγέννηση της φύσης, κατασπαράσσοντας δύο εκατομμύρια και πλέον νεαρά αμνοερίφια, τα οποία, δύο μόλις μήνες ή και λιγότερο μετά την γέννησή τους, οδηγούνται στο θάνατό τους, κάτω από τις πιο άθλιες συνθήκες, που μόνο ανθρώπινες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν…

Κάθε Πάσχα, εμείς οι άνθρωποι, γιορτάζουμε τη μεγαλύτερη γιορτή της Χριστιανοσύνης, την Ανάσταση του Κυρίου, με βουλιμία και λαιμαργία. Και το μοναδικό ανθρώπινο στοιχείο που φαίνεται να πλησιάζει εκείνες τις Άγιες μέρες στον Θεό, είναι ο δείκτης της χοληστερίνης. Πολύ θα ήθελα να είχα ακούσει έναν άνθρωπο της Εκκλησίας, όλα αυτά τα χρόνια, από όλους αυτούς που κηρύττουν «την αγάπη του Χριστού», να τοποθετείται πάνω σ’ αυτό το θέμα. Μέχρι και σήμερα πάντως δεν έχω ακούσει απολύτως κανέναν…

Οι περισσότεροι άνθρωποι, έρμαια ενός άκρατου καταναλωτισμού, είτε αδιαφορούν απέναντι σε μια συνθήκη άδικη, που τους έχει όμως γίνει συνήθεια, ακολουθώντας πιστά ένα έθιμο που το βρήκαν από τους παππούδες τους, είτε αντιλαμβάνονται τα ζώα αυτά ως κατώτερα όντα και την τραγική τους μοίρα, αναπόφευκτη. Οι λίγοι είναι εκείνοι που μπαίνουν στον κόπο να έρθουν στη θέση αυτών των άμοιρων πλασμάτων του Θεού και να αναρωτηθούν, αν εκείνα τα άκακα ζωντανά είναι σε θέση να σκέφτονται το τέλος τους.

Αν αντιλαμβάνονται τον πόνο, την οδύνη και το θάνατο;

Όσοι από εμάς έχουμε μπει στη διαδικασία να κάνουμε τέτοιου είδους σκέψεις, είναι αναπόφευκτο να συμπεραίνουμε πως, και η έννοια του θανάτου θα πρέπει να αποτελεί μια ιδιότητα, πάνω κάτω κοινή, για όλα τα πλάσματα του Κυρίου. Υπάρχουν απόψεις επιστημόνων που υποστηρίζουν ότι οι διαφορές μεταξύ ανθρώπων και ζώων είναι οντολογικής φύσης, αποκαλύπτοντας την ανικανότητά μας να σκεφτούμε ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι σύνδεσης με το θάνατο και τη ζωή, εκτός εκείνων που έχει επιβάλει μια συγκεκριμένη αντίληψη του ανθρώπου, καθότι γνωρίζουμε καλά πως, ούτε μεταξύ όλων των ανθρώπων είναι ίδια η ιδέα του θανάτου. Πολύ περισσότερο δε, όταν έχουμε να κάνουμε με πλάσματα, που ακόμα δεν καταδεχόμαστε να γνωρίσουμε πραγματικά.

Είναι δύσκολο λοιπόν να φανταστούμε ότι τα ζώα δεν αντιλαμβάνονται το θάνατο. Γιατί αν ο δικός μας τρόπος αντιμετώπισης του θανάτου συνιστά φιλοσοφική-μεταφυσική προσέγγιση, για τα ζώα, αυτός αποτελεί μια συνεχή καθημερινή πραγματικότητα.

Σύγχρονες επιστημονικές μελέτες συγκριτικής θανατολογίας, αποκαλύπτουν πως, τα ζώα ζουν και αντιλαμβάνονται το θάνατο. Τις ακριβείς διαστάσεις όμως της ψυχολογίας των ζώων που υφίστανται το θάνατο, δεν είμαστε σε θέση να τις αντιληφθούμε εμείς οι άνθρωποι. Ο σημαντικότερος λόγος αυτής της αδυναμίας, εντοπίζεται από τους επιστήμονες, ακριβώς στον ανθρωποκεντρισμό μας και στην δογματική μας προσήλωση σε έναν στερεότυπο ορθολογισμό. Είναι ίδιον της ανθρώπινης ματαιοδοξίας να πιστεύουμε ότι, τα δικά μας συναισθήματα είναι ανώτερα από εκείνα των υπολοίπων πλασμάτων της φύσης, που επιμένουμε να υποτιμούμε ή να αγνοούμε.

Πολλές επιστημονικές έρευνες, όπως αυτή που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Guardian», υποστηρίζουν την ύπαρξη των συναισθημάτων στα ζώα. Οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει ενσυναίσθηση σε αυτά. Οι τρέχουσες έρευνες επιβεβαιώνουν ότι αρκετά ζώα βιώνουν μια σειρά συναισθημάτων όπως, φόβο, χαρά, ευτυχία, ντροπή, οργή, συμπόνια, σεβασμό. Ο Πυθαγόρας πίστευε ότι τα ζώα διαθέτουν όλο το φάσμα των ανθρώπινων συναισθημάτων και αισθημάτων.

Πιο πρόσφατα, ο Κάρολος Δαρβίνος μας διαβεβαίωνε ότι δεν υπάρχει καμία θεμελιώδης διαφορά μεταξύ του ανθρώπου και των ζώων στις νοητικές τους λειτουργίες. Σύμφωνα με το «The National Sheep Association» τα αρνιά είναι πολύ έξυπνα και ο εγκέφαλος τους έχει πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες από ό,τι νομίζουμε.

Τα κατσίκια, έχει διαπιστωθεί ότι είναι τόσο έξυπνα, όσο οι σκύλοι. Μια μελέτη από το Πανεπιστήμιο «Queen Mary» αναφέρει ότι «οι κατσίκες προσπαθούν να επικοινωνήσουν με τους ανθρώπους με τον ίδιο τρόπο όπως τα εξημερωμένα ζώα, όπως οι σκύλοι και τα άλογα». Ένα ζώο θα μπορούσε να καταλάβει το θάνατο ενός άλλου ζώου του ίδιου είδους, δίχως να δείξει σημάδια θλίψης, όπως ο άνθρωπος. Ένα είναι σίγουρο. Τα ζώα που είναι σε θέση να κατανοήσουν το θάνατο, είναι πολύ περισσότερα απ’ όσα μπορούμε να φανταστούμε.

Στον κόσμο των ανθρώπων, απέναντι στην έννοια του θανάτου διακρίνουμε έναν διττό ανθρωποκεντρισμό. Από την μια, έναν διανοητικό ανθρωποκεντρισμό, που θεωρεί αποκλειστικό ανθρώπινο ποιοτικό χαρακτηριστικό γνώρισμα, την ικανότητα αντίληψης του θανάτου, η οποία δύναται να έχει διαβαθμίσεις, και από την άλλη, έναν συναισθηματικό ανθρωποκεντρισμό, ο οποίος δεν αναγνωρίζει άλλες συγκινησιακές αντιδράσεις απέναντι στο θάνατο που να είναι διαφορετικές από εκείνες του ανθρώπινου είδους, που εκδηλώνονται με την έκφραση του πένθους.

Αυτός ο ανθρωποκεντρισμός, που μετατοπίζει το όριο μεταξύ ανθρώπινου (που κατέχει τη σκέψη και την ομιλία) κι εκείνου του μη-ανθρώπινου, εκτοπίσημου είδους (που δεν σκέφτεται και δεν ομιλεί), φροντίζει διαρκώς ώστε να μην γεφυρωθεί ποτέ το χάσμα που απείλησαν να ακυρώσουν, ο Δαρβινισμός και η Βιολογία, μεταξύ των ανθρώπων και των υπόλοιπων έμβιων όντων.

Ωστόσο, δεν παύει να αποτελεί πλέον πεποίθηση ότι τα ζώα πεθαίνουν όπως και οι άνθρωποι – και δεν ψοφάνε όπως ισχυρίζονται κάποιοι – απλώς πεθαίνουν με διαφορετικούς τρόπους. Δεν αποτελεί μόνο δογματική αγκύλωση, αλλά και στενομυαλιά, να θεωρούμε τα ζώα ως ένα σύνολο καταναλωτικών προϊόντων, άμορφο και αδιαφοροποίητο, και καλό θα είναι να αρχίσουμε να διαφοροποιούμαστε εμείς σιγά-σιγά, από τέτοιου είδους ισοπεδωτικές αφαιρέσεις, υιοθετώντας μια λιγότερο αλαζονική και περισσότερο ηθική σχέση συνύπαρξης.

Κάθε ζώο έχει τον δικό του κόσμο και άρα τον δικό του θάνατο. Τα ζώα βλέπουν, ζουν και αντιλαμβάνονται τον κόσμο τους με άλλους τρόπους από τους δικούς μας, έχοντας τις δικές τους προσλαμβάνουσες παραστάσεις και τους δικούς τους κώδικες επικοινωνίας. Όμως είναι βέβαιο ότι αισθάνονται το φόβο, τον τρόμο  και τον πόνο. Υποφέρουν, αγωνιούν και αντιλαμβάνονται το θάνατο.

Προς Θεού! Δεν έχω καμία πρόθεση, αλλά ούτε και διάθεση – μέρες που ‘ναι – να δημιουργήσω ενοχικά σύνδρομα στον οποιονδήποτε πιστό ακόλουθο των εθίμων και των παραδόσεων του λαού μας. Απλώς προσπαθώ να αναδείξω μια κραυγαλέα αντίφαση μιας μεγάλης γιορτής, που όμως γιορτάζεται με τρόπο εντελώς ασύμβατο από την περιγραφή της…

Διανύοντας και τη φετινή Μεγαλοβδομάδα, με σεμνότητα και περισυλλογή, γιορτάζουμε το «Πέρασμα» από το θάνατο στη ζωή, βιώνοντας με ευλάβεια το Σεφερικό γραμμένο:

«Η υψηλότερη μορφή της άνοιξης που ξέρω: Μια Ελληνική Μεγάλη Εβδομάδα».

Θα ακολουθήσει το «Άγιον Πάσχα, όπου ο θάνατος κατήργηται», κατά τας γραφάς. Μόνον κατά τα γραφάς! Το Ελληνικό Πάσχα πάντως, δεν θα πάψει ποτέ να γιορτάζεται μεγαλοπρεπώς, να ενώνει τις οικογένειες, να συσφίγγει τις φιλίες και να ευφραίνει τις καρδιές των ανθρώπων. Κάθε φορά που το Άγιο Φως της Ανάστασης θα φωτίζει τον κόσμο, θα συνεχίζουν να ακούγονται παντού, πέρα ως πέρα – εκτός από τα βαρελότα – οι ευχές, τα γέλια, τα τραγούδια, οι μουσικές και τα ξεφαντώματα των ανθρώπων. Δεν θα ακούγονται βέβαια τα βελάσματα, αλλά ας είναι κι έτσι…

Καλή Ανάσταση σε όλους!

https://moschonas.wordpress.com