Η «εξουσία» ανέκαθεν αποτελούσε μια μεγάλη πρόκληση για εκείνον ή εκείνη που την κατείχε. Δεν χρειάζονται στερεότυπα ρητά ή αποφθέγματα για να τεκμηριωθεί αυτή η άποψη. Μια «δύναμη» που παρέχεται ή κατακτάται και από το σημείο αυτό αρχίζουν τα «δύσκολα».
Πώς ο κατέχων ή κατέχουσα θα χρησιμοποιήσει αυτή τη «δύναμη»; Για ποιον και επ’ ωφελεία για πόσους; Πόσο δίκαια, ηθικά, με βάση αρχές, αξίες και ιδανικά θα αξιοποιήσει την δυνατότητα που έχει; Όλα αυτά προφανώς δεν είναι προκαθορισμένα.
Τα διαμορφώνει ο ίδιος ή η ίδια που κατέχει αυτή τη «δύναμη». Κρίνει, αντιλαμβάνεται, αξιολογεί και αναλόγως πράττει. Άλλωστε η εξουσία ως δύναμη δεν είναι «ιδιοκτησία» του.
Τη δανείζεται για κάποιο χρονικό διάστημα για να μπορέσει με ευθύνη να την αξιοποιήσει εν ονόματι ενός συνόλου που προσδοκά τα οφέλη της, όχι με κριτήρια ιδιοτελή ή ατομικά, αλλά κοινωνικά και δίκαια. Οι «παγίδες» για τους κατόχους της εξουσίας είναι πολλές.
Αν δεν διαθέτουν ένα ισχυρό υπόβαθρο ηθικών, πνευματικών, συναισθηματικών αποθεμάτων μπορεί να τους μεταλλάξει σε ασύδοτους εξουσιολάγνους που δεν ορρωδούν προ ουδενός.
Κάπου εκεί έχουν χάσει τα πάντα. Θα «απολαύσουν» ίσως αυτάρεσκα την πρόσκαιρη υπεροχή τους και σταδιακά θα κατρακυλήσουν στα αδιέξοδά τους.
Πολλοί από τους κατέχοντες εξουσία ουδέποτε συνειδητοποιούν ότι είναι περισσότερο «υπηρέτες» παρά «αφεντικά» του κοινωνικού συνόλου. Για παράδειγμα η λέξη «υπουργός» είναι σύνθετη: «υπό και έργον», επομένως και λεξιλογικά παραπέμπει όχι σε «αφεντικό», αλλά σε «υπηρέτη».
Όλα τα παραπάνω καταλήγουν στην κλασική πάντα «κατακλείδα» που θέλει την πραγματική «παιδεία» να καθορίζει και να ρυθμίζει εν τέλει όλα τα ανθρώπινα. Τίποτα εξ ορισμού δεν υπάρχει «καλό» ή «κακό».
Αυτό διαμορφώνεται από τον ίδιο τον άνθρωπο. Εδώ βέβαια υπάρχουν ευθύνες πάντα και στο «περιβάλλον» της εκάστοτε εξουσίας. Στον «στρατό» του ανθρώπου που την κατέχει. Όλοι αυτοί προσεγγίζουν την δύναμη της εξουσίας από ιδιοτέλεια ή από ειλικρινή εκτίμηση και εμπιστοσύνη;
Το ερώτημα είναι ρητορικό και την απάντηση την γνωρίζουμε όλοι…