«Εγώ, όταν θα μεγαλώσω θα γίνω Σεπτέμβρης, έλεγε ο Αύγουστος…», με τη μοναδική ποιητική χροιά της Κικής Δημουλά! Μεγάλωσε και τούτος ο Αύγουστος και είναι πια έτοιμος να γίνει Σεπτέμβρης. Για την ακρίβεια, θέλει μια μέρα ακόμα για να μεγαλώσει.

Την τελευταία του μέρα.

Αύριο θα ‘χουμε Σεπτέμβρη. Την τελευταία μέρα του καλοκαιριού θα τη ζήσουμε σήμερα. Θα την τιμήσουμε όπως της πρέπει. Είμαστε λίγο πριν το μεγάλο φινάλε.

Δεν έχουμε καιρό για χάσιμο. Μετά θα έχουμε και πάλι όλο το χρόνο δικό μας, για να βυθιστούμε στη γλυκιά μελαγχολία του φθινοπώρου. Σήμερα όμως είναι ακόμα καλοκαίρι…

Την τελευταία μέρα του καλοκαιριού στην αρχαιότητα την γιόρταζαν ως Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Αλλά και σήμερα, έχουμε την αίσθηση πως με το τέλος του Αυγούστου ολοκληρώνεται, όχι μόνο το καλοκαίρι, αλλά και ολόκληρη η χρονιά. Με τον Σεπτέμβρη δεν ξεκινάνε μόνο τα σχολεία, αλλά και όλες οι άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες.

Όταν ήμασταν παιδιά, την τελευταία μέρα του καλοκαιριού κάναμε τη «σούμα» για τα πεπραγμένα της ομορφότερης εποχής του χρόνου. Μετράγαμε τα μπάνια που είχαμε κάνει, το μαύρισμα που πήραμε, τα παγωτά που φάγαμε, τα παιχνίδια που παίξαμε, τους καινούριους φίλους που γνωρίσαμε, τα βιβλία που διαβάσαμε (τότε δεν είχαμε κινητά και διαβάζαμε και κανένα βιβλίο), και βεβαίως τις ατέλειωτες σκανδαλιές που σκαρώναμε για να τροφοδοτούμε τα αναγκαία για εμάς και ακατάβλητα παιδικά μας χαμόγελα!

Μέσα απ’ αυτή τη μέρα δεν περνούσε μονάχα ολόκληρο το καλοκαίρι, αλλά και όλα τα καλοκαίρια που είχαμε ζήσει μέχρι τότε. Εκεί, πάνω σε αυτή τη μέρα καταστάλαζε η μνήμη, παίζοντας κρυφτό με τις αναμνήσεις και κυνηγητό  με τις μικρές μας εμπειρίες. «Θυμάσαι εκείνο το καλοκαίρι…», ήταν μόνο η αρχή μιας συνηθισμένης πρότασης που πυροδοτούσε τη συζήτηση, για να θυμηθούμε όλοι με τη σειρά μας και από μια ιστορία καλοκαιρινής τρέλας. Η μια κουβέντα έφερνε την άλλη και η συζήτηση δεν είχε τελειωμό.

Η μέρα όμως έφευγε σιγά-σιγά παραχωρώντας τη θέση της στην τελευταία καλοκαιρινή νύχτα που φώτιζε τις πεζούλες του μικρού χωριού, που πάνω τους καθόμασταν στη σειρά, κάτω από τον έναστρο ουρανό. Όλη τη νύχτα «αλητεύαμε» στους ατέλειωτους δρόμους του τελευταίου αυγουστιάτικου φεγγαριού. Το ξέραμε καλά όλοι μας, πως κάτι θα την πόναγε εκείνη τη βραδιά. Γιατί το επόμενο φεγγάρι θα ανέτελλε στην αυλή του Φθινόπωρου…

Αλήθεια, τι θα ‘μασταν χωρίς τα καλοκαίρια μας; Χωρίς τη βαθιά ανάσα πριν από το μακροβούτι, αλλά και χωρίς εκείνη τη λυτρωτική ανάσα πριν από τη «βουτιά» μας στην καθημερινότητα που μας επιφυλάσσει κάθε φορά ο δύσκολος χειμώνας, που νομοτελειακά ακολουθεί το καλοκαίρι μας; Τι κι αν τσουρουφλίσαμε τους ώμους μας στην προσπάθειά μας να ανακαλύψουμε εκείνη την κρυμμένη, μαγική παραλία, που δεν βρήκαμε ποτέ;

Τι κι αν περιμέναμε ώρες ολόκληρες κάτω απ’ τον καυτό ήλιο, να έρθει το καραβάκι της γραμμής; Τι κι αν μας εκμεταλλεύτηκαν και πάλι οι γνωστοί πλέον επιτήδειοι καιροσκόποι της καυτής τουριστικής σεζόν; Εμείς εκεί, σταθεροί μέσα στην κάψα του θέρους, διεκδικήσαμε ξανά το καλοκαίρι που ονειρευτήκαμε, ανακαλύπτοντας για ακόμα μια φορά το παιδί που κρύβουμε μέσα μας. Γιατί το καλοκαίρι δεν είναι μόνο αναμνήσεις.

Δεν είναι μόνο ξεγνοιασιά και χαλάρωση. Είναι η εποχή όπου ο χρόνος μετριέται διαφορετικά. Είναι το μυστικό μας καταφύγιο. Ένα φωτεινό μονοπάτι, που μας οδηγεί, από τη ρουτίνα της ενηλικίωσης, στους χαμένους παιδικούς μας παραδείσους. Είναι η χαρά της ζωής, χωρίς όρους και προϋποθέσεις…

Την τελευταία μέρα του καλοκαιριού μαζεύουμε σιγά-σιγά τα «σύνεργα» της ξεγνοιασιάς, να τα φυλάξουμε για του χρόνου. Εκεί, μαζί με τις αναμνήσεις μας, τα εναποθέτουμε με νευρικές κινήσεις μέσα σε μια μεγάλη σακούλα του «Τζάμπο». Αντηλιακά, πετσέτες, κουβαδάκια, μάσκες, στρώματα, σωσίβια, βατραχοπέδιλα, και πολλές… καλοκαιρινές στιγμές. Οι πιο τυχεροί δεν θα τα μαζέψουν ακόμα, δίνοντας μια μικρή παράταση στο καλοκαίρι τους.

Φέτος βέβαια, λίγο πριν από την εκπνοή του καλοκαιριού, ο χειμώνας «εισέβαλε» βίαια στο καλοκαίρι μας, παρακάμπτοντας το φθινόπωρο και παραβιάζοντας τα θερινά πρωτόκολλα. Κεραυνοί κι αστραπές, ξάφνου στ’ ανήξερο καλοκαίρι, αιφνιδίασαν τον ανύποπτο καταγάλανο ουρανό, αλλάζοντας συλλήβδην τις συνθήκες της καλοκαιρινής ατμόσφαιρας. Οι βροχές που έπεσαν σε όλη τη χώρα την προηγούμενη εβδομάδα, μας «έκλεψαν» κάποιες μέρες από τον Αύγουστο, που θύμισε περισσότερο Δεκέμβρη.

Κάθε χρόνο ετούτη τη μέρα, η ίδια πάντα εικόνα μου έρχεται στο νου, στοιχειώνοντας τη σκέψη μου. Με αυτό το στιγμιότυπο αποχαιρετώ το καλοκαίρι. Το κάθε καλοκαίρι. Όλα μου τα καλοκαίρια. Μια εικόνα βγαλμένη από τους παιδικούς μας παραδείσους, εκεί στην ταπεινή γωνιά της Γης που μεγαλώναμε, στη μικρή επαρχία της ανάμνησης, στο γραφικό χωριουδάκι που ζήσαμε τα ξεχωριστά αγνά και ανέμελα χρόνια της αθωότητας. Και φέτος ήρθε ξανά και με βρήκε, πάλι η ίδια εικόνα, που σημαδεύει τα καλοκαίρια μου:

Το καλοκαίρι, μοιάζει λέει να φεύγει σαν το αγροτικό φορτηγάκι, ένα αμάξι γέρικο στην ανηφοριά, που περνούσε και χανόταν στο χωματόδρομο, εκείνα τα όμορφα χρόνια, σηκώνοντας τον πάσπαρο του δρόμου, που λίγο πριν πάνω του περπατάγαμε ξυπόλυτοι. Στην καρότσα του κουβάλαγε όλες εκείνες τις αναμνήσεις από όλα όσα ζήσαμε και τις έπαιρνε μαζί του φεύγοντας.

Εμείς, τα ακούραστα μικρά «ζιζάνια», αγόρια και κορίτσια, που δεν χορταίναμε ποτέ το καλοκαίρι μας, και που δεν θέλαμε ακόμα να μας εγκαταλείψει και να φύγει, σκαρφαλώναμε και γαντζωνόμασταν στην πόρτα της καρότσας του μικρού φορτηγού, απολαμβάνοντας έτσι και τα τελευταία μέτρα της μοναδικής αυτής διαδρομής.

Τώρα που δεν είμαστε πια παιδιά, και δεν μπορούμε πλέον να σκαρφαλώνουμε στις καρότσες των αγροτικών, ας γαντζωθούμε από την τελευταία μέρα του καλοκαιριού, φτάνοντας μέχρι το τέλος μιας ακόμα υπέροχης διαδρομής…

Αύριο πάντως θα ‘χουμε Φθινόπωρο, αλλά ας μην το κάνουμε και θέμα. Αγνόησέ το, όπως λέει και κάποια καλοκαιρινή διαφήμιση. Γιατί σήμερα είναι ακόμα καλοκαίρι κι εσύ ζεις στο σήμερα. Ζήσε την κάθε του στιγμή όπως της αξίζει και αποτύπωσε ακόμα μερικές τελευταίες «λήψεις» στο μυαλό σου, που θα μείνουν – και όχι στο κινητό σου που θα χαθούν μόλις πάρεις καινούρια συσκευή – από την καλύτερη εποχή του χρόνου.

Όλα μας προειδοποιούν ότι, ο χειμώνας που έρχεται θα είναι ο πιο δύσκολος. Αν είμαστε όμως προετοιμασμένοι γι αυτό, και αν η βαθιά ανάσα που πήραμε το καλοκαίρι πριν από τη βουτιά, βοήθησε να καθαρίσει κάπως το μυαλό μας, θα μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση καλύτερα.

Σύντομα θα αποχαιρετήσουμε κι ετούτο το καλοκαίρι. Αφού αποτινάξουμε και τους τελευταίους κόκκους άμμου απ’ τα σώματα, και λίγο πριν να ξεκινήσουμε το ταξίδι της επιστροφής, με τις πρώτες κιόλας σταγόνες της βροχής θα αναζητήσουμε μια τελευταία ευκαιρία καθυστέρησης, πάλι μέσα από την ποίηση και με τους όμορφους στίχους της Κικής Δημουλά, από τη «Βροχή επιστροφής»:

«Εγώ θα μείνω ακόμα

λίγο. Μήπως και ξαναβρέξει. Να σε ξεπλύνω λίγο. Είσαι μες στην αλμύρα και τ’ αλάτια από τότε που ήμουνα θάλασσα».

Καλό Φθινόπωρο…!

 

https://moschonas.wordpress.com