“Προστατευόμαστε. Εμβολιαζόμαστε. Βγαίνουμε νικητές”. Κάτι είναι και αυτό. Ανάμεσα στην μαυρίλα και στην απογοήτευση που μας έχει φέρει αυτή η πανδημία, το μήνυμα του υπουργείου υγείας έρχεται να μας τονώσει, προσφέροντας μας μια νότα αισιοδοξίας αλλά και ελπίδας. Κάτι αναγκαίο και απολύτως απαραίτητο για όλους μας και ειδικά για τους ήρωες αυτής της πολύμηνης και “εμπόλεμης” περιόδου της πανδημίας, γιατρούς, νοσηλευτές και γενικά όλους τους εργαζόμενους που κοπιάζουν και μοχθούν για μας. Ας μου επιτραπεί το άρθρο που ακολουθεί, ως ελάχιστο δείγμα σεβασμού, να το αφιερώσω σ’ αυτούς τους Ανθρώπους!

Βρισκόμαστε στα 1890. Το Τούρκικο Κάστρο όπως έλεγαν το Ηράκλειο βρίσκεται στα χέρια Τούρκου Διοικητή. Μια άσημη πολιτεία, με καλντερίμια, με στενούς δρόμους με φανάρια εδώ κι εκεί, με τα ψηλά καφάσια, χωρίς πολλά σχολεία, αφού οι Τούρκοι απαγόρευαν τους Χριστιανούς να χτίσουν. Φτωχή επίσης η Καστρινή πολιτεία και από εκκλησίες και νοσοκομεία και φυσικά από κάθε φιλανθρωπικό ίδρυμα. Δύο ήταν τα νοσοκομεία που λειτουργούσαν, το χριστιανικό νοσοκομείο εκεί που σήμερα είναι το 8ο Δημοτικό σχολείο και το Τούρκικο νοσοκομείο που βρισκόταν στο σημερινό χώρο του αρχαιολογικού μουσείου.

Καθαρά τούρκικο το χρώμα του Ηρακλείου με τζαμιά και μιναρέδες, χωρίς τίποτα το αξιόλογο σε τέχνες και γράμματα. Τα χρόνια περνούν και στα 1895 γίνεται σκέψη να κτισθεί ένα νοσοκομείο, ο ρόλος του οποίου θα είναι καθαρά φιλανθρωπικός. Ο κατάλληλος χώρος είχε βρεθεί, η ανάλογη έκταση, αλλά και ο φιλάνθρωπος άνθρωπος που ήταν έτοιμος να διαθέσει χρήματα. Πρόκειται για τον αείμνηστο Πανανό Θεοδουλάκη και την σύζυγό του Αθηνά.

Ένα όνειρο των χριστιανών φαίνεται ότι πραγματοποιείται, αφού την Κυριακή 28 Μαΐου του 1895, εορτή των Αγίων Πάντων τίθεται ο θεμέλιος λίθος, αρχιερατεύοντάς του Τιμοθέου Καστρινογιαννάκη, ένα χρόνο μετά από τα εγκαίνια του Αγίου Μηνά. Το έργο προχωρούσε ταχύτατα, αλλά τον Ιούλιο του 1896 εκρήγνυται η επανάσταση και το Ηράκλειο επνίγηκε στο αίμα τόσων χριστιανών. Κάθε τι το χριστιανικό κάηκε, γκρεμίστηκε σε σωρούς ερειπίων από τους λυσσώντας τότε επαναστάτες. Επόμενο ήταν να διακοπούν οι εργασίες αποπεράτωσης του νοσοκομείου για αρκετό διάστημα. Εξι μήνες μετά η ησυχία αποκαταστάθηκε, αφού πέρασε η φουρτούνα της Επανάστασης και επανάρχισαν οι εργασίες της ανοικοδόμησης του νοσοκομείου για να σταματήσουν πάλι το επόμενο έτος 1897.

Το έργο της αποπεράτωσης έμεινε ημιτελές για 3 χρόνια μέχρι το 1900. Εκείνη την περίοδο ήταν αρχιεπίσκοπος ο Ευμένιος Ξηρουδάκης και άρχισαν ξανά οι εργασίες αποπεράτωσης του νοσοκομείου. Εκτός από το Νοσοκομείο δίπλα του κτιζόταν και ο Ιερός Ναός του Αγίου Παντελεήμονος με άλλη εισφορά των ιδίων ιδρυτών του Πανανείου.

Έτσι συμπληρώθηκαν και τα δύο ιδρύματα και έγιναν τα εγκαίνια τους, τόσο του Πανανείου, όσο και του Ιερού Ναού του Αγίου Παντελεήμονα στις 10 Φεβρουαρίου του 1902.

Μετά τα επίσημα εγκαίνια αυτών οι ιδρυτές τους τα εδώρησαν στην τότε κοινότητα του Αγίου Μηνά, θεωρηθέντα ως τελεία, ιδιοκτησία το Ναού. Τα εγκαίνια έγιναν με μεγαλοπρέπεια και επιβλητικότητα. Επειδή ο Δήμος Ηρακλείου δεν ήταν εξολοκλήρου Χριστιανικός και αποτελούνταν και από Τούρκους, ο Πανανός έκρινε σωστό να τα δωρήσει στον ‘Άγιο Μηνά.

Οι επιχορηγήσεις όμως του Αγίου Μηνά ήταν φτωχές και δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στα έξοδα του Νοσοκομείου, αναγκάστηκε να τα παραχωρήσει στο Δήμο Ηρακλείου με την υποχρέωση αυτός να συνδράμει το έργο για να μπορέσει να εκπληρώσει τον ιερόν του προορισμό. Τα δύο νοσοκομεία, χριστιανικό και οθωμανικό, χάρη στην ανέγερση του Πανανείου, συνεπτύχθησαν σε ένα, στο Πανάνειο Νοσοκομείο Ηρακλείου. Αυτό άρχισε τις εργασίες του σε ανθρωπιστικό επίπεδο, παρέχοντας σε κάθε φτωχό και δυστυχισμένο ασθενή την προστασία του. Κάθε αρχή όμως είναι και δύσκολη. Έτσι και για το συγκεκριμένο νοσοκομείο που μπορεί να εργαζόταν μεν για την εκπλήρωση του σκοπού του, όμως τα μέσα που είχε στη διάθεση του ήταν πενιχρά και πολύ φτωχά. Έπρεπε να τελειοποιηθεί ακόμα πιο πολύ και να επεκτείνει τις εργασίες του περισσότερο καθώς και το σύστημα της λειτουργίας του. Σίγουρα τα τμήματά του έπρεπε να εμπλουτισθούν με ιατρικά εργαλεία και φαρμακευτικά είδη. Η επιχορήγηση του Δήμου βέβαια δεν μπορούσε ν’ ανταποκριθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό.

Το Πανάνειο αρχίζοντας τη λειτουργία του διέθετε μόνο δύο τμήματα ένα παθολογικό και ένα χειρουργικό, τα οποία ανταποκρίνο- νται αρκετά καλά ανάλογα με τις υπάρχουσες ανάγκες. Πολλοί ήταν στη συνέχεια οι δωρητές όπως η Πελαγία Αρχανιωτάκη και τόσοι άλλοι. Στη συνέχεια το νοσοκομείο απέκτησε και ένα μικρό βιολογικό εργαστήριο. Εκτός όμως από αυτά σχημάτισε και σημαντική περιουσία όπως το τηλεγραφείο, το ξενοδοχείο Μίνως και το οίκημα Πετυχάκη.

Στο νοσοκομείο όμως αρχίζουν να προστίθεται και άλλοι κλάδοι της ιατρικής όπως το Μαιευτικό και Γυναικολογικό τμήμα, το ακτινολογικό (ακτίνες Ράϊγκεν), δωρητής του οποίου υπήρξε ο χειρούργος ιατρός Στυλιανός Γιαμαλάκης.

Επίσης, με χρήματα του αειμνήστου Φραγκίσκου Λαμπίρη δια της δημόσιας διαθήκης του που έκανε το 1917 ιδρύθηκε και οφθαλμολογικό τμήμα το οποίο διηύθυνε ο αείμνηστος χειρούργος Σάββας Σαββάκης.

Πανάνειο Νοσοκομείο Ηρακλείου! Μια εστία αγάπης και προσφοράς στον συνάνθρωπό μας. Η ζωή του και γενικά η μακρόχρονη πορεία του είχε σημείο αναφοράς τις έννοιες του ανθρωπισμού και της φιλανθρωπίας. Αυτό ακριβώς  ήταν και το μέλημα των πολλών νοσοκόμων του, αλλά και όλων των εργαζομένων σ’ αυτό και φυσικά των υπηρετούντων ιατρών, αφού η αγάπη στον φτωχό ασθενή και σε κάθε πάσχοντα ήταν εμφανής. Ισως οι πιο παλιοί Καστρινοί να θυμούνται, περιφερόμενοι τα γραφεία της Διοίκησης τα αναρτημένα πορτραίτα των ιατρών που κατά καιρούς το υπηρέτησαν ασκώντας κατά τρόπο μοναδικό το λειτούργημά τους, μαζί φυσικά με τα ονόματα τους: Σφακιανάκης Καπετανάκης, Χαράλαμπος Γιαμαλάκης, Σάββας Σαββάκης, Καστρινάκης, Πετάσης, Βασίλης Θειακάκης, ο διευθυντής Μηλιαράς, ο Στεφανίδης, ο Βασιλείου, ο μικροβιολόγος Σπυριδάκης, ο Δρακόπουλος, Ο Βίκτωρ Γουναλάκης και ο Δημήτριος Ελευθεράκης. Οι τρεις τελευταίοι ήταν και ιατροί του Δήμου.

Μια υπόκλιση σ’ εκείνους, αλλά και στους σημερινούς υπηρέτες της υγείας μας, καθώς και ένα μεγάλο ευχαριστώ, όπως τους αρμόζει και είναι το πρέπον.

Δεν θα μπορούσα όμως να μην αναφερθώ σ’ ένα Άνθρωπο, σ’ έναν ευπατρίδη, τον αείμνηστο λόγιο Ιατρο και ερευνητή, Μανόλη Δετοράκη, ο οποίος εκτός από την υποδειγματική άσκηση του λειτουργήματος του, μας άφησε τόσα και τόσα ενδιαφέροντα στοιχεία, ειδικότερα σε θέματα ιατρικής της πόλης μας, αλλά και ευρύτερου Κρητολογικού ενδιαφέροντος.