Του Δημήτρη Χ. Σάββα

Περασμένη Δευτέρα, μεσημέρι ολότελα, δέχτηκα ένα ευχάριστο τηλεφώνημα στο γραφείο μου που αφορούσε μια δωρεά αρχειακού υλικού προς την βιβλιοθήκη μας, από τον ομότιμο καθηγητή της ορθοπεδικής, τον κύριο Μανόλη Δρεττάκη, έναν από τους παλιούς καλούς φίλους της Βικελαίας, που πολλές φορές τυγχάνει να επικοινωνούμε και πάντοτε δείχνει το ενδιαφέρον του για την πορεία της. Πάντα βέβαια ο σεβαστός μου καθηγητής έχει και κάτι να θυμηθεί και να μου αφηγηθεί για την πόλη μας, για άλλες εποχές, δύσκολες, μα ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες και νοσταλγικές…

Αφού μιλήσαμε γι αρκετή ώρα, συγκινημένος άρχισε να μου λέει: “Ήταν αυτές οι μέρες, τέλη του Φλεβάρη και συγκεκριμένα η 27η Φεβρουαρίου του 1943. Περίοδος κατοχής. Ήμουν δεκαέξι χρονών και ήμουν μαθητής ΓΥμνασίου, πρακτικής κατεύθυνσης. Τα σχολεία της πόλης μας δεν λειτουργούσαν είτε γιατί τα είχαν καταστρέψει, είτε γιατί τα είχαν επιτάξει οι κατακτητές. Έτσι κάναμε μάθημα στον γυναικωνίτη του Αγίου Μηνά, κάτι που συνηθιζόταν τότε. Θυμάμαι τους συμμαθητές μου, το Νίκο Πετρίδη, καθηγητή Πανεπιστημίου Μαθηματικών, τον καθηγητή Οφθαλμολογίας Γιάννη Τσαμπαρλάκη, τον Φώτη Καλατζάκη, το Μηνά Λογιάδη… Θυμάμαι τους καθηγητές μας, τον Φιλιπππάκη που μας έκανε ιστορία… Θυμάμαι έντονα εκείνο το πρωινό της 27ης του Φλεβάρη, όταν μπήκε στον προαναφερόμενο χώρο ο αγαπημένος μου καθηγητής Λευτέρης Αλεξίου, ο οποίος μας έκανε Ελληνικά, ο μπαμπάς του Στυλιανού Αλεξίου. Συγκεκριμένα πέρασε από μπροστά μου και αφου κατευθύνθηκε στην έδρα, πολύ στεναχωρημένος και ιδιαίτερα λυπημένος μας ανακοίνωσε “Πέθανε σήμερα ο Κωστής Παλαμάς!”. Και καταλήγοντας ο κ. Δρεττάκης συμπλήρωσε πως και για τον ίδιο ήταν ο αγαπημένος ποιητής».

Η επικοινωνία μας αυτή με τον καθηγητή Δρεττάκη, μου έφερε πολλές μνήμες αλλά και σκέψεις. Θυμήθηκα εκείνο το άρθρο του Μενέλαου Παρλαμά με τίτλο: “Μεθύσι στο γυναικωνίτη” στον ίδιο γυναικωνίτη του Αγίου Μηνά, όταν το κτήριο του Κοραή, όπου υπηρετούσε ο κύριος Μενέλαος, είχε καταστραφεί όπως ανέφερε ο ίδιος, από τα “στούκας” των Γερμανών. Ο ίδιος περιγράφει τον πελώριο πεταλοειδή γυναικωνίτη στο δεύτερο όροφο του Αγίου Μηνά και τα θρανία να έχουν τοποθετηθεί σε “κατατομές” ισάριθμες με τις τάξεις, σε κάποια απόσταση η μια από την άλλη. Τα μαθήματα βέβαια γίνονταν σε χαμηλό τόνο, για να αποφεύγεται η αμοιβαία ενόχληση των τάξεων. Όπως και σ’ ένα άλλο σημείο του κειμένου του ο Παρλαμάς κάνει λόγο για την Βικελαία Βιβλιοθήκη που δεν ήταν προσβάσιμη στο κοινό και ειδικότερα στους μαθητές, συγκεκριμένα αναφέρει “ήταν παραπεταμένη από τους Γερμανούς στα υπόγεια του Δημοτικού Μεγάρου με τα βιβλία της “ατάκτως ερριμμένα”. Νεόδμητος τότε στο επάγγελμα και σ’ εκείνα τα κατοχικά χρόνια, δεν είχα βιβλία και παρηγοριόμουν με τους … στίχους του Ι. Τζέτζη: Ημιν βιβλιοθήκη δε η κεφαλή τυγχάνει, βιβλία δ’ ημίν ου πάρεισι δεινώς αχρηματούσιν…”.

Όμως… θυμήθηκα και τα δικά μου γυμνασιακά χρόνια, όταν η τότε φιλόλογός μας, η αείμνηστη Μαρία Καραβολάκη – Χουρμουζιάδη, μας έκανε μάθημα(σπάνια τέτοιες διδασκαλίες ξεχνιούνται από τους μαθητές, ακόμα και από τους μετρίους ή και αδιάφορους), αναλύοντας με εκείνο τον αυστηρό και υποδειγματικό τρόπο που είχε, το ποίημα του Άγγελου Σικελιανού “Ηχήστε οι σάλπιγγες… καμπάνες βροντερές…” για να φτάσουνε και να σχολιάσουμε με την καθοδήγησή της και τη βοήθειά της, στους επόμενους στίχους “Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένας λαός σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει…”.

Τέτοιες διδασκαλίες σε σημαδεύουν, δεν περνούν απαρατήρητες με σχόλια και προβληματισμούς, ακόμα και στους μικρούς μαθητές του Γυμνασίου. Όλα τα προαναφερόμενα λοιπόν ήταν η αιτία να θυμηθούμε τη σημερινή μέρα, την 27η Φεβρουαρίου ή να γυρίσουμε σ’ εκείνη την εποχή, τέτοια μέρα, που ένας από τους πιο σπουδαίους μας ποιητής, ο Κωστής Παλαμάς, έφυγε από τη ζωή στα 1943. Χαρακτηριστικά η Ιωάννα Τσάτσου ανέφερε στο προσωπικό της ημερολόγιο. «Χτες βράδυ μια είδηση ακατανόητη μας ήρθε. Μια είδηση ασύλληπτη. Ο Γέρο-Παλαμάς πέθανε. Είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός».

Στην κατοχική Αθήνα ο λαός θέλει να βροντοφωνάξει, να δώσει “το παρών”, προσπαθώντας ν’ αγγίξει έστω και για λίγο την έννοια της λευτεριάς. Οι επίσημες αρχές προσπαθούν να περιορίσουν το νόημα της παλλαϊκής συγκέντρωσης. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, δοτός, ο Κων/νος Λογοθετόπουλος καθώς και εκπρόσωποι γερμανικών και ιταλικών κατοχικών δυνάμεων, συμμετέχουν στην κηδεία. Κάτι βέβαια που δεν αποτρέπει τη μετατροπή της σε εκδήλωση πατριωτικής έξαρσης. Καθοριστικό το βροντερό παρών του πνευματικού κόσμου: Σπυρίδων Μελάς, Κων/νος Τσάτσος, Γιώργος Θεοτοκάς, Αγγελος Σικελιανός, Ηλίας Βενέζης, Γιώργος Κατσίμπαλης, Ιωάννα Τσάτσου, Μαρίκα Κοτοπούλη και άλλοι!

Ο λαός δεν μπόρεσε με τίποτα να συγκρατήσει τη “φωνή” του. Ακούστηκε ο εθνικός ύμνος, τον οποίο όλοι τραγούδησαν με πάθος, με δύναμη. Μια φωνή που μυριόστομη κατέκτησε όλο τον κόσμο, εκείνες τις ώρες και τις μέρες, τις τόσο δύσκολες που βίωνε ο λαός μας και η πατρίδα μας.