Για το μοίρασμα του πλούτου της γης έχουν γραφτεί και έχουν γίνει πολλά, όπως η κοινοκτημοσύνη και ο τεμαχισμός της γης. Μίλησαν για δίκαιη ανισότητα, για ίσους μεταξύ ίσων, άνισους μεταξύ άνισων, για δημοκρατία, λαϊκή κυριαρχία κλπ. Κατέληξαν στον τεμαχισμό της Γης, με αποτέλεσμα να σκοτώνονται για τα σύνορα και τον ατομικισμό. Ο θάνατός σου η ζωή μου. Μπάχαλο η δουλειά.

Το πρώτο δούναι και λαβείν γινόταν με τις ανταλλαγές προϊόντων, μετά κόπηκαν τα πρώτα δύσχρηστα νομίσματα, και σιγά-σιγά φθάσαμε στη σημερινή μορφή. Με διάφορα τεχνάσματα έγινε και γίνεται άνιση κατανομή του πλούτου, άλλοι έχουν πετσετάκια τα πεντοχίλιαρα και άλλοι κυνηγούν μια μερίδα φαγητού ή μια μερίδα ζωής. Ο μπάρμπα Αποστόλης έλεγε: “έχεις λεφτά – Χριστός ανέστη – δεν έχεις θάνατον πατήσας”. Ο μπαρμπα Μιχάλης: “Να ‘χα μια σύνταξη 200 φράγκα, ένα τσιγάρο από εδώ μέχρι το Ηράκλειο και ένα τηλέφωνο, να λέω: άναψέ μου το τσιγάρο”.

Ο παππούς μου: “Γιατί μωρέ σε βάλανε φυλακή; Λέει, για δυο ριάλια (η πιο φτηνή νομισματική μονάδα), αφού δεν είχα να τα δώσω;” Τα ιερά βιβλία: Τι να κερδίσεις τον κόσμο, αν χάσεις την ψυχή σου;  Η Ιστορία: Τον πλούτον εμίσησαν, την δόξαν ουδείς (μερικοί λένε και το ανάποδο). Και τα τραγουδάκια εκφράζουν επιθυμίες και διαπιστώσεις: … για τα λεφτά τα κάνεις όλα, … τι τα θέλεις τα λεφτά, όλα είναι δανεικά,   … το  χρήμα λέει να ‘χαμε, και τη μιζέρια μας να δεις πού θα τη γράφαμε…

Θα μου πείτε, γιατί αυτή η φλυαρία και η αναδρομή; Μήπως κέρδισες κανένα λαχείο; ΟΧΙ, προς Θεού. Δεν τη θέλω τέτοια τύχη, γιατί δεν έχω μάθει την τέχνη να τρώγω τα λεφτά, θα τσακωθούν τα κοπέλια μου στη μοιρασιά, θα μου τη στήσουν οι κλέφτες, να με μισερώσουνε, να μου τα πάρουν και η ζωή μου θα γίνει κόλαση. Άλλοι τα ‘χουν πιο πολλή ανάγκη και ξέρουν να τα τρώνε.

Απλώς πριν πολλά χρόνια, όταν ακόμα κατέγραφε ο σκληρός δίσκος, άκουσα ένα τραγουδάκι και συνεχίζω ακόμη να το σιγοτραγουδώ και να σφυρολογώ, γιατί μου άγγιξε την ψυχή με τα λόγια του και το σκοπό του. Τώρα το 2018 το τραγουδώ και σαν προσευχή.

Δεν ξέρω αν ο Παπαδόπουλος, ο Λοϊζος και η Γαλάνη είχαν υπ’ όψιν τους εμένα και γι’ αυτό το δημιούργησαν: “…να ‘χαμε τρεις δραχμές στην τσέπη και τρεις ο διπλανός, θα ‘ταν ο κόσμος πιο καλός, παράδεισος η πλάση, στου φεγγαριού το τάσι, καφές βαρύ γλυκός…”

Μήπως πρέπει να ξαναβάλομε στο τραπέζι για συζήτηση τους τρόπους σκέψης και αξιολόγησης των πραγμάτων;

Έλα που πάλι δεν θα λυνόταν το πρόβλημα, γιατί καθένας έχει τις δικές του προτεραιότητες, τις δικές του αδυναμίες κλπ. Δεν έχομε πάντα με τα ίδια δεδομένα τα ίδια αποτελέσματα. Στο βάθος του μυαλού του ανθρώπου θα υπάρχει πάντα η πονηριά.

Αυτή την εποχή με τις άγιες ημέρες του Θείου Πάθους, τους Χαιρετισμούς, τους Ευαγγελισμούς, τις ευχές, σε συνδυασμό με την αναγέννηση της φύσης, που έχει ντυθεί στα γιορτινά της, με τα λογιών-λογιών χρωματιστά φουστανάκια και φουστίτσες, είναι ευκαιρία να δείξομε ότι νοιαζόμαστε για τον διπλανό μας και ότι μπορεί να απολαύσει και αυτός το βαρύ γλυκό καφεδάκι, σ’ ένα καλό και αλληλέγγυο κόσμο. Να δει τα Κύθηρα και να μην χάνει πάντα το πλοίο της γραμμής.

Ουφ… αν κέρδισα την ευαισθησία σας, βρείτε το τραγούδι, ακούστε το και αναλογιστείτε.

 

* Ο Μανόλης  Σπανάκης είναι συν/χος  καθηγητής

**  Οι απόψεις των συνεργατών της “Π” είναι προσωπικές και δεν εκφράζουν τη διεύθυνση της εφημερίδας