‘Ενα είδος μιαρό, απεχθές ίσως όμως και παρεξηγημένο. Οι περισσότεροι, θεωρούν πως γνωρίζουν τα τρωκτικά αρκετά καλά, ώστε μάλιστα να βρίσκονται στην προνομιακή θέση να τα αντιμετωπίζουν και να τα εξοντώνουν. Είναι αλήθεια όμως, αυτή η πεποίθηση; Για να μπορέσει κανείς να απαντήσει όσο το δυνατόν πιο ορθολογικά σε αυτή την ερώτηση, θα πρέπει αρχικά να μελετήσει τα είδη των τρωκτικών. Γιατί κανείς εχθρός δεν αντιμετωπίζεται αν πρώτα δεν αναγνωριστεί.
Τα χειρότερα λοιπόν είδη τρωκτικών στην Ελλάδα θα έλεγε κανείς πως είναι:
α) ο νορβηγικός αρουραίος (rattus norvegicus), κοινώς και ως καστανός αρουραίος, β) ο αρουραίος της στέγης, γ) ο οικιακός αρουραίος και δ) η μεγαλύτερη κατηγορία τρωκτικών, αυτή των θεσμικών τρωκτικών.
Τα πρώτα τρία είδη έχουν σχεδόν τα ίδια χαρακτηριστικά και τους ίδιους γενετικούς παράγοντες. Το σμάλτο των δοντιών τους είναι 5,5 φορές ισχυρότερο από το ατσάλι, ενώ ταυτόχρονα διαθέτουν ένα ζεύγος κοπτήρων. Τρέφονται με διάφορα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, ενώ συνολικά υπολογίζεται ότι καταστρέφουν το 20% των φυτειών που καλλιεργούνται ανά έτος και το 3-4% της παγκόσμιας αποθηκευμένης τροφής.
Εκτός των άλλων, ευθύνονται για πυρκαγιές και βραχυκυκλώματα σε κτήρια και βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Εξέχουσας σημασίας ωστόσο, είναι οι επιπτώσεις που επιφέρουν στον τομέα της υγείας, καθώς είναι φορείς πολλών παθογόνων οργανισμών. Οι ασθένειες που οφείλονται στα τρωκτικά έχουν οδηγήσει στο θάνατο χιλιάδες ανθρώπινες ψυχές.
Αέναος εχθρός των τρωκτικών είναι η γάτα, που τα τελευταία χρόνια έχει συνθηκολογήσει με τα τρωκτικά. Από την άλλη τα φίδια και πολλά άλλα αρπακτικά, μάχονται ακόμη, με στόχο φυσικά την εξόντωση του αντίπαλου είδους. Εκτός όμως των εχθρών, που όρισε η φύση για τα τρωκτικά, τα ίδια καταπολεμούνται και από το ανθρώπινο είδους, με χημικά μέσα, δηλητήρια και δολώματα (μυοκτονίες). Παλαιότερα είχαν να αντιμετωπίσουν και ένα μεγάλο φτερωτό εχθρό, το γεράκι, αλλά και την κουκουβάγια, ευρέως γνωστή και ως σκλόπα.
Έχοντας ήδη περιγράψει τα τρία πρώτα είδη των τρωκτικών, η προσοχή μας πρέπει να στραφεί στο τελευταίο είδος, που έχει εξαρχής τονιστεί για την υψίστη σημασία που το συνοδεύει, έναντι των υπολοίπων. Τα θεσμικά τρωκτικά λοιπόν μάχονται για να επιβάλλουν και να εγκαθιδρύσουν την θέση τους στην κοινωνία.
Είναι οι γνωστοί παράγοντες της δημόσιας ζωής που δρουν ως τρωκτικά των κοινών αγαθών. Ροκανίζουν τις δημόσιες δομές έρποντας σε όλα τα παρακλάδια της κοινωνίας. Μετατρέπουν τις κοινωνικές δομές σε μέσα εξυπηρέτησης της πελατείας τους και σέρνονται στα λαγούμια των πολιτικών υπονόμων.
Η εκμετάλλευση των αδυνάμων και η εμπορευματοποίηση της ελπίδας είναι τα κύρια στοιχεία τους. Κυκλοφορούν το δημόσιο χρήμα μέσα από επίγειους «αόρατους» ηλεκτρονικούς διαδρόμους (βλέπε Ελβετία, τα νησιά Καϋμάν-των πλέον διεφθαρμένων offshore εταιρειών και τα λοιπά).
Οι φθορές τώρα που το συγκεκριμένο είδος προκαλεί είναι: τα μνημόνια, οι αυτοκτονίες, οι στρατιές αστέγων αλλά και εν γένει η φτωχοποίηση της κοινωνίας.
Οι φυσικοί εχθροί των θεσμικών τρωκτικών δυστυχώς δεν μπορούν να ενεργοποιηθούν ή ακόμα ακριβέστερα δεν υπάρχουν. Γιατί ως γνωστόν, “Οι θεσμοί δεν επιτίθενται στους θεσμούς”. Διότι τότε θα μιλάγαμε για αυτοάνοσα νοσήματα, ικανά να σκοτώσουν αν όχι άμεσα σίγουρα παροδικά. Και επειδή ακριβώς δεν έχουμε να κάμνουμε με αυτοάνοσα, μια καλή αρχή για την καταπολέμηση των θεσμικών τρωκτικών είναι να σταματήσει η ανοσία της πλατιάς μάζας.
Διότι από αυτή την ανοσία (και τον ωχαδερφισμό) τρέφονται και μεγαλώνουν τα θεσμικά τρωκτικά. Απάνω τους λοιπόν!
* Ο Γιάννης Κυπριωτάκης είναι πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Επισκοπής