Στις 31 Μαρτίου προς την 1η Απριλίου 1955 είχε ξεκινήσει η Ε.Ο.Κ.Α. τον αγώνα της, με ρίψη βομβών στη Λευκωσία και στις άλλες πόλεις της Κύπρου κατά της βρετανικής κατοχής του νησιού. Την ίδια περίοδο υπήρχε η κυβέρνηση Παπάγου στην Ελλάδα και στην Τουρκία η κυβέρνηση του Μεντερές.

Στην Τουρκία, η οικονομική κατάσταση δεν ήταν καλή, είχε αναπτυχθεί ο τουρκικός εθνικισμός, ανεβασμένος από τη Βρετανική πολιτική σε αντιπερισπασμό του αγώνα των Ελλήνων Κυπρίων. Πολιτική του “Διαίρει και βασίλευε”.

Ο Μεντερές, ως εκ τούτου, ισχυρίσθηκε δημοσίως στις 25 Αυγούστου του 1955 ότι οι Ελληνοκύπριοι προγραμμάτιζαν εκκαθαριστικές σφαγές των Τουρκοκυπρίων, στα πλαίσια της σχεδιαζόμενης ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα.

Σύμφωνα με την πολιτική Μεντερές, σχεδιάστηκε έκρηξη μικρού μηχανισμού στις 6 Σεπτεμβρίου 1955, στον κήπο του τουρκικού προξενείου, στη Θεσσαλονίκη, με αποτέλεσμα να προκληθούν ελάχιστες ζημιές στην τζαμαρία του σπιτιού του Κεμάλ Ατατούρκ.

Ως δράστης θεωρήθηκε ο μουσουλμάνος της Κομοτηνής Οκτάι Εγκίν, τον οποίο αργότερα η τουρκική κυβέρνηση αντάμειψε ως κυβερνήτη σε τουρκική επαρχία. Το γεγονός αυτό το εκμεταλλεύθηκαν τουρκικές εφημερίδες, με την υποκίνηση του τουρκικού κράτους.

Την ίδια μέρα, στις 5:00 το απόγευμα, οργανώθηκε το λεγόμενο “πογκρόμ της Κωνσταντινούπολης”, από την τουρκική κυβέρνηση Μεντερές. Με έξοδα που δεν πληρώθηκαν ποτέ, χρησιμοποιήθηκαν τέσσερις χιλιάδες ταξί και άλλα μέσα να μεταφέρουν πενήντα χιλιάδες Τούρκους από την Ανατολική Τουρκία και Ανατολική Θράκη.

Υποσχέθηκαν κατά κεφαλή Τούρκου 6 δολάρια. Επίσης, με φορτηγά μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη ρόπαλα, λοστοί, σκαπάνες, βενζίνες, εκρηκτικά και άλλα εργαλεία, με τα οποία όπλισαν το πλήθος και της Κωνσταντινούπολης. Εν συνόλω, υπολογίζεται ότι ήσαν 100.000 οι δράστες.

Ο μαινόμενος όχλος, καθοδηγούμενος, όμως, από αστυνομικούς και στρατιωτικούς, στράφηκε κατά των Ελλήνων και των περιουσιών τους στην Πόλη. Οι λεηλασίες, δολοφονίες και βιασμοί κράτησαν ως τις πρώτες πρωινές ώρες της 7ης Σεπτεμβρίου, όταν πλέον ο στρατός, φοβούμενος τη γενίκευση, επενέβη, ενώ οι αρχές μέχρι τότε παρέμεναν απαθείς ή διευκόλυναν το καταστροφικό έργο.

Μάλιστα, το Δημοκρατικό Κόμμα Μεντερές, που ήλεγχε τα συνδικάτα, βοηθούσε και καθοδηγούσε τα έκτροπα. Τα συνθήματα κατά των Ρωμιών και των σπιτιών τους ήταν ανθελληνικά, “σπάστε, γκρεμίστε, είναι γκιαούρης”, με προτροπές για εισβολή στην Ελλάδα.

Την οργή του πλήθους υπέστησαν σπίτια των Ελλήνων στην Πόλη, καθώς και εκείνα των Ελλήνων στρατιωτικών που υπηρετούσαν στο Στρατηγείο του ΝΑΤΟ, στη Σμύρνη.

Τα ρωμέικα σπίτια είχαν σημαδευτεί και είχαν φτιαχτεί κατάλογοι των στόχων λεηλασίας. Όπως αποκαλύφθηκε, στις 12 Αυγούστου 2008, από την εφημερίδα Ραντικάλ, τα γεγονότα της 6ης και 7ης Σεπτεμβρίου 1955 εναντίον των Ελλήνων είχαν οργανωθεί από το γραφείο Ειδικού Πολέμου (Özel Harp Dairesi), για την απόκρουση κομμουνιστικού κινδύνου.

Στα γεγονότα της Πόλης καταστράφηκαν 1004 σπίτια και άλλα 2500 υπέστησαν σοβαρές ζημίες. Επίσης, 4348 καταστήματα, 27 φαρμακεία, 26 ελληνικά σχολεία, ελληνόφωνες εφημερίδες, ξενοδοχεία, εργοστάσια και 73 εκκλησίες κατεστράφησαν. Πολλοί τάφοι συλήθηκαν και καταστράφηκαν δύο κοιμητήρια.

Περί τους 30 Έλληνες δολοφονήθηκαν, άλλοι ξυλοκοπήθηκαν και έγιναν βιασμοί γυναικών, κατά τους ομογενείς 2000, αν και επισήμως καταγγέλθηκαν 200. Άγρια ξυλοκοπήθηκαν οι ιερωμένοι, ξεγυμνώθηκαν και διαπομπεύθηκαν, εξαναγκαζόμενοι να φωνάζουν: “Η Κύπρος είναι τουρκική”. Δύο επίσκοποι ξυλοκοπήθηκαν και ο Μητροπολίτης Ηλιουπόλεως Γεννάδιος παραφρόνησε από το ξύλο.

Η οικογενειακή περιουσία καταστράφηκε, οι Ρωμιοί έμειναν με τα ρούχα που φορούσαν και τα πάντα των σπιτιών και των καταστημάτων λεηλατήθηκαν ή καταστράφηκαν. Κατά συνέπειαν, οι επιχειρήσεις διαλύθηκαν, με αποτέλεσμα το σύνολο των εργατών και εργαζομένων να μείνουν άνεργοι.

Οι ζημιές ανέρχονταν στο σύνολό τους, από 200 έως 500 εκατομμύρια δολάρια. Αργότερα, η τουρκική κυβέρνηση έδωσε, δήθεν, αποζημιώσεις που αντιστοιχούσαν στο 1% της πραγματικής αξίας, αντιθέτως, μάλιστα, άλλοι Ρωμιοί πλήρωσαν και φόρο.

Από πλευράς Ελλάδας, ο κυβερνήτης Παπάγος νοσούσε βαριά, η αντίδραση η ελληνική ήταν χλιαρή, πιεζόμενη η χώρα από τον Υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζων Φόστερ Ντάλας.

Από την τούρκικη κυβέρνηση συνελήφθησαν 3.151 ταραχοποιοί, οι οποίοι παρέμειναν υπό κράτηση, για λίγους μήνες, ειδικά μέλη της Kibris Türktür, που τελικά αθωώθηκαν όλοι.

Στις 27 Μαΐου 1960, αξιωματικοί με τον Στρατηγό Γκιουρσέλ κατέλαβαν την εξουσία, συνέλαβαν τον Μεντερές και άλλους αξιωματούχους της διεφθαρμένης Κυβέρνησης, δικάστηκαν, αλλά κανείς για το πογκρόμ της Πόλης. Ο Μεντερές και ο Ζορλού τον Σεπτέμβρη του 1961 απαγχονίστηκαν, για παραβίαση του Συντάγματος.

Η Κωνσταντινούπολη αριθμούσε τότε περί τους 100.000 Ρωμιούς. Πολλοί εξαναγκάσθηκαν να φύγουν, άλλοι οδηγήθηκαν σε καταναγκαστική εργασία στα βάθη της Μικράς Ασίας, με αποτέλεσμα σήμερα να αριθμεί μόλις 2.000 ψυχές, μετά την “τελευταία άλωση της Πόλης” (1955).

Από την Δυτική Θράκη δεν απελάθηκε κανείς μουσουλμάνος ούτε το 1964 στις άλλες διώξεις των ομογενών της Πόλης ή του 1974, με αποτέλεσμα η αντίστοιχη μουσουλμανική κοινότητα στη χώρα μας να ανθεί και να δημιουργεί σήμερα θέμα Θράκης η Τουρκία. Κι αυτό είναι αποτέλεσμα μιας κακώς εννοούμενης “αψόγου στάσεως”, την τήρηση, δηλαδή, των διεθνών  συνθηκών, μονομερώς, εκ μέρους της Ελλάδας.

Το ίδιο, δυστυχώς, ισχύει και σήμερα. Και είναι απορίας άξιο, το γιατί η ελληνική Κυβέρνηση, στα πλαίσια της τουρκικής προπαγάνδας και επιβουλής, εις βάρος της χώρας, δεν αντιπροβάλλει, διεθνώς, έστω τα γεγονότα “των κρυστάλλων” στην “Πόλη των πόλεων”, τον Σεπτέμβρη του 1955. Σε εποχή, μάλιστα, κατά την οποία οι Μυστικές Υπηρεσίες προπαγάνδας της Τουρκίας δρουν οργανωμένα, διεθνώς, με εκατοντάδες πράκτορες, ενώ στην Ελλάδα λειτουργούν ελάχιστοι, ασυντόνιστα μάλιστα, στις προκλήσεις και την προπαγάνδα της γείτονος.

Η πολιτική του κατευνασμού στις τουρκικές επιθετικές διαθέσεις θεωρείται εκ μέρους του τουρκικού αναθεωρητισμού ως ηττοπάθεια, γεγονός που επαυξάνει την τουρκική επιθετική ρητορική και τις απειλές, ενώ μεγιστοποιεί τις ιμπεριαλιστικές βλέψεις της εις βάρος της χώρας μας. Ο κατευνασμός και η αναφορά στο διεθνές δίκαιο δεν είναι αρκετά για τον νέο οθωμανισμό του τουρκικού κατεστημένου. Ούτε, βεβαίως, και οι πολεμοχαρείς ιαχές πρόκλησης του αντιπάλου προκρίνεται. Το να πολεμά, όμως, μια χώρα, τον αντίπαλο, με τα όπλα του τα ίδια, όπως με τα γεγονότα του 1955, οργανωμένα, διπλωματικά και όχι εκ του προχείρου, είναι υποχρέωση της Διπλωματίας της χώρας μας.

ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ

  1. Εφημερίδα “Ελευθερία”, 7-10 Σεπτεμβρίου 1955.

  2. Ειρήνης Σαριόγλου-Καίτης Σαριόγλου, Πενήντα χρόνια από τα Σεπτεμβριανά, Αθήνα 2005.

  3. Ραϋμόνδος Αλβανός, Πόλη 1955, Η τελευταία Άλωση, τα Σεπτεμβριανά.

* Ο Αντώνης Σανουδάκης-Σανούδος είναι καθηγητής Ιστορίας-συγγραφέας