Το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών με τις κοινωνικές αναταράξεις, τις πολιτικές αντιπαραθέσεις, τις συζητήσεις και τα σχόλια, έκρυψε από την επικαιρότητα ένα σημαντικό οικονομικό-φορολογικό βήμα που έκανε το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, για την πάταξη της φοροδιαφυγής.

Είναι το μέτρο που εφαρμόστηκε από την περασμένη άνοιξη ύστερα από την υποχρεωτική διασύνδεση των POS με τις ταμειακές μηχανές και την διαβίβαση των αποδείξεων πληρωμών στην εφορία, μέσω της πλατφόρμας my Data.

Ο τζίρος των επιχειρήσεων και των επαγγελματιών αυξήθηκε κατά 6,6 δισ. ευρώ το έτος 2024 σύμφωνα με τα δημοσιοποιημένα στοιχεία της ΑΑΔΕ, που σημαίνει ότι φέτος τα πραγματικά δηλωθέντα εισοδήματα θα είναι ακόμη περισσότερα. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι αυξήθηκαν οι τζίροι κατά 614% στα πλυντήρια αυτοκινήτων, κατά 43,3% στις υπηρεσίες φροντίδας παιδιών, κατά 299% στους δικηγόρους, κατά 21% στους οδοντιάτρους, 10% στους γιατρούς και στην αύξηση του τζίρου της εστίασης 700 εκατ. ευρώ.

Είναι βέβαιο ότι όλα τα 6,6 δισ. ευρώ δεν θα δηλώνονταν ποτέ από τους επαγγελματίες αν δεν υπήρχε η διασύνδεση των POS με την εφορία και οι πολίτες πλήρωναν τις αποδείξεις με την κάρτα, αφού πολλοί εξακολουθούν ακόμη να πληρώνουν με μετρητά.

Η κυβέρνηση πέτυχε μια μεγάλη νίκη κατά της φοροδιαφυγής, αν και αυτό δεν οφείλεται μόνο στην πολιτική πρωτοβουλία, αλλά κυρίως στην αλλαγή νοοτροπίας των πολιτών, αφού οι πιο πολλοί χρησιμοποιούν το κινητό τους για την πληρωμή όλων των ειδών υπηρεσιών.

Η μάχη κατά της φοροδιαφυγής έχει εξαγγελθεί πολλές φορές προεκλογικά από όλες τις κυβερνήσεις που πέρασαν στην περίοδο της μεταπολίτευσης στη χώρα.

Αποτελούσε πάντοτε βασική προεκλογική δέσμευση, όμως τις περισσότερες φορές καμιά κυβέρνηση δεν το είχε επιχειρήσει και τελικά η προεξαγγελθείσα μάχη εύρισκε νικητές τους φοροφυγάδες και φυσικά χαμένους αυτούς που δήλωναν κανονικά τα εισοδήματά τους.

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 90 οι περισσότεροι επαγγελματίες δεν εξέδιδαν καμιά απόδειξη και πολλά μικρά μαγαζιά δεν διέθεταν ούτε ταμειακή μηχανή.

Είναι βέβαιο ότι οι Έλληνες αγαπάνε την Ελλάδα αλλά όπως αποδεικνύεται στην πράξη διαχρονικά, οι φοροφυγάδες αγαπάνε περισσότερο την τσέπη τους.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος του έτους 2023 και του Διοικητή Γιάννη Στουρνάρα, το 70% των φορολογουμένων με επιχειρηματική δραστηριότητα υπολογίζεται ότι ανήκει σε κλιμάκιο εισοδήματος κάτω των 10.000 ευρώ το χρόνο.

Σχεδόν έξι στα δέκα νοικοκυριά στην Ελλάδα δηλώνουν ετήσια εισοδήματα κάτω των 10.000 ευρώ και το 37% των φυσικών προσώπων εμφανίζει εισοδήματα στα όρια της φτώχειας μέχρι 5.000 ευρώ.

Με απλά λόγια με την καινοτόμο διασύνδεση των POS με τις ταμειακές μηχανές, η απόκρυψη εσόδων δυσκολεύεται και η φοροδιαφυγή εισοδημάτων περιορίζεται σημαντικά.

Ωστόσο κάθε βήμα που γίνεται σε αυτή την κατεύθυνση μπορεί και πρέπει να δημιουργήσει περιθώρια για μειώσεις φόρων εκεί που χρειάζεται, κυρίως για την ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής του κράτους.

Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί η κυβέρνηση με δραστική μείωση των συντελεστών φορολόγησης εισοδήματος και στόχο την ελάφρυνση της μεσαίας τάξης.

Σε μια εποχή που η ακρίβεια επιβαρύνει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα η ελάφρυνση των οικογενειών και των παιδιών τους.

Η κυβέρνηση δεν πρέπει να φοβηθεί το πολιτικό κόστος και η νέα αυτή μάχη κατά της φοροδιαφυγής να τύχει ιδιαίτερης φροντίδας. Ενδεχόμενο πολιτικό κόστος θα είναι προσωρινό, γιατί με ενημέρωση, πειθώ και αποφασιστικότητα είναι βέβαιο ότι θα κερδίσει την προσδοκώμενη αποδοχή εκ μέρους της κοινωνίας.

Η κυβέρνηση οφείλει να δώσει τέλος στο φαινόμενο της φοροδιαφυγής ενεργοποιώντας όλα τα συστήματα αντικειμενικών φορολογικών κριτηρίων αγνοώντας το υποτιθέμενο πολιτικό κόστος, ενημερώνοντας ξεκάθαρα τους πολίτες ότι η δίκαιη απόδοση των φορολογικών στοιχείων είναι εθνική υποχρέωση και πράξη κοινωνικής δικαιοσύνης.