Τους περασμένους αιώνες σε κάθε χωριό ή πόλη της Κρήτης σχεδόν όλα τα παραδοσιακά σπίτια και τα άλλα κτίσματα ήταν σαν μικρά ή μεσαία λαογραφικά μουσεία. Σχεδόν για όλα τα παλιά χωριά της Κρήτης δεν υπάρχουν καταγραμμένες χρονολογίες για το πότε έχουν δημιουργηθεί. Σε αυτούς τους χώρους που έχουν χτίσει οι πρόγονοί μας τα χωριά, ήταν ύπαιθρος που τα θεμελίωναν σε υψώματα-πλαγιές απέναντι από τα κρητικά πελάγη, για να βλέπουν τους ξένους εχθρούς μας όταν έρχονταν για να λαμβάνουν ανάλογα μέτρα οι Κρητικοί επαναστάτες να αντιστέκονται για τη λευτεριά μας.
Όταν έχτιζαν τα χωριά μας οι πρόγονοί μας, όλα τα οικοδομικά υλικά, τις πέτρες, την άμμο, τον ασβέστη, τα ξύλα, τα καλάμια, τα κουβαλούσαν με τους γάϊδαρους και τα μουλάρια. Οι Κρητικοί κτίστες και οι άλλοι μάστορες είχαν διδαχθεί τις κρητικές παραδοσιακές τέχνες με ακρίβεια από πιο παλιούς μάστορες και από τους άγραφους νόμους της κρητικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Έτσι οι Κρητικοί μάστορες με πολλή επιμονή, ακρίβεια και σοφία, έχτισαν τα χωριά και τις πόλεις της Κρήτης.
Για να κατοικούν πιο άνετα και ανθρώπινα, όλα τα σπίτια σε όλα τα χωριά και τις πόλεις μας ήταν πυκνοχτισμένα. Συνήθως όπου έσμιγαν τα σπίτια, έχτιζαν οι δύο γείτονες μεσοτοιχίες για να γλιτώνουν τα κουβαλήματα των πετρών.
Οι παραδοσιακοί Κρητικοί οικοδόμοι και οι άλλοι μάστορες των διαφόρων κρητικών τεχνών που καλυτέρευαν τη ζωή και την επιβίωση των προγόνων μας, ήταν πελεκάνοι-χτίστες, σοβατζήδες, ξυλοκόποι, μαραγκοί, επιπλοποιοί, χαρκιάδες, τσαγκάρηδες, ράφτες, φαμπρικάρηδες, καζανάρηδες, πεταλωτές, σωμαράδες, τυροκόμοι, φουρνάρηδες, κλαδευτάδες, περβολάρηδες, ζευγάδες, πρακτικοί γιατροί, κτηνίατροι, ανυφαντούδες, ψαράδες και άλλοι.
Σχεδόν όλα τα σπίτια του παλιού καιρού στην Κρήτη αποτελούνταν από τα ίδια δημιουργήματα των κρητικών παραδοσια- κών τεχνών.
Σχεδόν σε όλα τα παλιά κρητικά σπίτια υπήρχε η αυλή και η αυλόπορτα που συνήθως ήταν όλη μέρα ανοιχτή. Μέσα στο σπίτι υπήρχε το πόρτεγο που αν ήταν μεγάλο έκαναν στη μέση μια καμάρα για να φτάνουν τα δοκάρια. Συνήθως στα σπίτια υπήρχε εξωτερικός φούρνος, το τζάκι, το μουτουπάκι, το κτιστό ντουλάπι, τα πεζούλια, το κελάρι, ο οντάς, ένα αργαστήρι – αργαλειό, πέτρινη γούρνα, χειρόμυλος, πιατοθήκη, δεματαρά, σταμνατάτης, σοφράς, βολιστής, κόσκινο, κνισάρα, μπουγαδοτσίκαλο, κάθε λογής αγροτικά εργαλεία, δρεπάνια, σκαπέτια, λούρα, αλέτρι, ζυγός, βολόσυρος, καντηλιέρης-λυχνοστάτης και άλλα.
Συνήθως δίπλα από το κάθε σπίτι υπήρχε ο αχεριώνας, το αχίρι, γάιδαροι, μουλάρια, γιοργαλίδικα άλογα, αγελάδες, πρόβατα, αίγες, όρνιθες που γυρνούσαν όλη μέρα στα σοκάκια, αλλά και ο λεβέντης πετεινός πάντα ξυπνούσε το αφεντικό του πριν ξημερώσει για να πάει στη δουλειά.
Έτσι το κάθε κρητικό παραδοσιακό σπίτι και το κάθε κρητικό παραδοσιακό χωριό ήταν ζωντανά λαογραφικά μουσεία που υπήρχε φιλοξενία, ηθική, σεμνότητα, ανθρωπιά, λεβεντιά, ομορφιά, που συχνοτραγουδούσαν οι άνθρωποι μέρα και νύχτα χωρίς άγχος, σαν να ήταν η τότε ζωή καθημερινό αγνό πανηγύρι, έτσι έβγαινε έξω από την ψυχή των προγόνων μας η λευτεριά.
Σε κάθε πόλη ή χωριό, την πιο πολλή αξία,
την έχουν τα αγάλματα και όλα τα μουσεία.
*Ο Βαγγέλης Μπαριτάκης είναι ιδρυτής του Λαογραφικού Μουσείου Γουβών