Η θέσπιση ορίων με τον κατάλληλο τρόπο βοηθά το παιδί να αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεων του, να επιλύει προβλήματα, να αποκτά εμπιστοσύνη στις ικανότητές του και να αναγνωρίζει την προσωπική του αξία.

Τα όρια στοχεύουν στην προστασία από κινδύνους (κρατάω το χέρι ενός μεγάλου όταν περνάω τον δρόμο, φοράω ζώνη στο αυτοκίνητο) καθώς και στην εύρυθμη λειτουργία της οικογενειακής ζωής (μαζεύω τα παιχνίδια μου, ενημερώνω για την ώρα επιστροφής μου).

Η θέσπιση ορίων δεν έχει σχέση με την αντίληψη ότι ο γονιός κατέχει θέση εξουσίας και επιβάλλει στο παιδί τη θέλησή του. Αντίθετα, όταν ο γονιός είναι  δημοκρατικός, σέβεται τη γνώμη και τις ανάγκες του παιδιού, συζητάει μαζί του και δείχνει ότι το θεωρεί ισότιμο μέλος της οικογένειας, είναι πιθανότερο το παιδί να συνεργαστεί τόσο για τη θέσπιση, όσο και για την τήρηση των ορίων.

Κάποια όρια είναι διαπραγματεύσιμα, άλλα όχι. Όσα αφορούν την ασφάλεια του παιδιού είναι αδιαπραγμάτευτα. Αντίθετα, οι γονείς μπορούν να δεχθούν εξαιρέσεις σε κανόνες που αφορούν το καθημερινό πρόγραμμα, όταν συντρέχει λόγος. Έτσι, το παιδί μπορεί να κοιμηθεί πιο αργά όταν συγγενείς επισκέπτονται το σπίτι.

Όταν ο γονιός λέει όχι, είναι σημαντικό να παραμένει σταθερός στη θέση του και να εξηγεί ήπια και φιλικά τους λόγους. Ακόμα κι όταν η άρνηση είναι δυσάρεστη, εξαρτάται από τη συμπεριφορά του γονιού αν το παιδί θα εισπράξει αγάπη και ενδιαφέρον και θα καταλάβει ότι ο γονιός θέλει το καλύτερο και επιθυμεί να το προστατεύσει.

Η γενικότερη τάση του γονιού να εξηγεί στο παιδί και να επιδιώκει τη συνεργασία μαζί του, δημιουργεί στο παιδί την αίσθηση ότι το υπολογίζει και συμβάλλει στην αυτοεκτίμησή του. Οι επιπτώσεις είναι απαραίτητο να προκύπτουν ως φυσιολογικό αποτέλεσμα της μη τήρησης των κανόνων και να μην είναι αυθαίρετες, διαφορετικά μπορεί να ερμηνευτούν ως τιμωρία.

Αν έχει συμφωνηθεί ότι κάθε Σάββατο το παιδί θα πρέπει να τελειώσει τα μαθήματά του για να βγει, και ζητάει να πάει σινεμά με έναν συμμαθητή του ενώ δεν έχει μελετήσει, ο γονιός υπενθυμίζει σε ήρεμο τόνο τη συμφωνία τους: «Η συμφωνία μας ήταν ότι για να βγεις θα πρέπει πρώτα να μελετήσεις. Από τη στιγμή που δεν το έκανες, δεν μπορείς να πας σήμερα στο σινεμά. Θα έχεις όμως ξανά την ευκαιρία το επόμενο Σαββατοκύριακο». Η συνέπεια και σταθερότητα είναι απαραίτητες.

Αν ο γονιός μεταβάλλει τη στάση του ανάλογα με τη διάθεση του, με το πόσο κουρασμένος, εκνευρισμένος ή χαρούμενος είναι,  η όλη διαδικασία θα αποτύχει, επειδή το παιδί μαθαίνει ότι οι κανόνες δεν ισχύουν πάντα ή ακόμα χειρότερα, μαθαίνει ότι οι κανόνες τηρούνται όταν ο μπαμπάς είναι θυμωμένος και κουρασμένος, και θα εκλάβει την τήρησή τους ως τιμωρία. Η σταθερότητα δίνει τη δυνατότητα στα παιδιά να προβλέπουν τι αναμένεται από αυτά και ενισχύουν το αίσθημα ασφάλειας για το περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσονται.

Σημαντικό, τέλος, είναι να προσφέρουν οι γονείς εναλλακτικές λύσεις από τις οποίες μπορεί να επιλέξει το παιδί. Έτσι, δείχνουν στο παιδί ότι έχει τη δυνατότητα να αποφασίζει για τον εαυτό του και ενισχύει την ικανότητά του να αναλαμβάνει ευθύνες και να παίρνει αποφάσεις.

* Η Γιάννα Χουρδάκη είναι ψυχολόγος