Με αφορμή τη φετινή άνοδο των βάσεων στις Παιδαγωγικές Σχολές ακολουθούν κάποιες σκέψεις – παρατηρήσεις που αφορούν το θέμα της  εισαγωγής των υποψηφίων στις Παιδαγωγικές Σχολές και πιο συγκεκριμένα αυτούς που ενδιαφέρονται να ασκήσουν το λειτούργημα του δασκάλου τα δημοτικά σχολεία της χώρας μας.

Απουσιάζει δε η ανάπτυξη των γενικότερων προβλημάτων στον χώρο της Παιδείας. προβλήματα που σίγουρα υπάρχουν και αναγνωρίζεται από όλους η σοβαρότητά τους.

Καταρχάς οι πάντες αντιλαμβάνονται τη σημασία της αγωγής (για κάθε μαθητή). Έχουν τονίσει τη σημασία της αρκετοί δάσκαλοι των αρχαίων αλλά και των νεότερων χρόνων όπως: Σωκράτης, Πλάτωνας, Αριστοτέλης, έρασμος, Ratke, Κομένιος, Leibniz κ.α.

Αγωγή όμως που συντελείται πάντα με όχημα (και) τον δάσκαλο. Δεν χρειάζεται επίσης να αναπτύξουμε αναλυτικά τις βασικές προτεραιότητες που (πρέπει να) υπάρχουν σε κάθε Σχολική κοινότητα, για κάθε μαθητή. Επιγραμματικά οι προτεραιότητες αυτές (πρέπει να) είναι:

1ον η περαιτέρω κοινωνικοποίηση του παιδιού, η διαμόρφωση ήθους, η αύξηση της επιθυμίας για μελέτη – γνώση με τελικό στόχο την ανάδειξη ελεύθερου και αυτόβουλου χαρακτήρα και

2ον η προσφορά γνώσης σε επιμέρους θέματα που αφορούν: Ιστορία, Γλώσσα, Μαθηματικά κ.λπ. Είναι λοιπόν από όλους κατανοητή η επίδραση του δασκάλου στη διαμόρφωση των μαθητών του κατά την κρίσιμη ηλικία των σχολικών χρόνων και από όλους επίσης αναγνωρίζεται το υψηλό χρέος που έχει να επιτελέσει.

Εδώ και αρκετά χρόνια όμως, συντηρείται μια λανθασμένη κατά τη γνώμη μου αντίληψη – αντιμετώπιση που έχει σχέση με την εισαγωγή των υποψηφίων τις Παιδαγωγικές Σχολές και αφορά κυρίως τους υποψήφιους δασκάλους.

Εξηγώ αμέσως τι εννοώ.

Το γνωστικό αντικείμενο που καλείται να διδάξει ο δάσκαλος στα παιδιά του δημοτικού σχολείου – όπως όλοι ξέρουμε – δεν αφορά μόνο Γλώσσα, Ιστορία, Μελέτη Περιβάλλοντος, Θρησκευτικά κ.λπ. Ο δάσκαλος δηλαδή, δεν είναι αυτό που λέμε στο Γυμνάσιο ή στο Λύκειο, φιλόλογος.

Οι μαθητές κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στο δημοτικό σχολείο διδάσκονται και μαθήματα της λεγόμενης θετικής κατεύθυνσης, όπως: Φυσική, Χημεία και κυρίως Μαθηματικά. Παρατηρούμε όμως εδώ και αρκετά χρόνια να απουσιάζει το μάθημα των Μαθηματικών από τα προς εξέταση μαθήματα για τους υποψήφιους των Παιδαγωγικών Σχολών – κάποιοι από αυτούς είναι και υποψήφιοι δάσκαλοι – κατά τις πανελλαδικές εξετάσεις. Δεν πρέπει ο υποψήφιος αυτός να ελέγχεται για τις γνώσεις του στο μάθημα αυτό;

Γιατί οι δάσκαλοι να προέρχονται κυρίως από την θεωρητική κατεύθυνση όπου σωστά κυριαρχούν σαν εξεταζόμενα μαθήματα η Γλώσσα, η Ιστορία, τα Αρχαία Ελληνικά, αλλά απουσιάζουν τα Μαθηματικά; Αυτό κατά την άποψή μου είναι μια αστοχία η οποία οφείλει αμέσως να διορθωθεί.

Δεν μπορεί δηλαδή, να εισάγεται στις Παιδαγωγικές Σχολές ο αυριανός δάσκαλος ο οποιός θα διδάξει Μαθηματικά σε μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης χωρίς να εξετάζεται στοιχειωδώς και να ελέγχονται οι γνώσεις του πάνω στο μάθημα αυτό.

Σε κάποια προηγμένα ευρωπαϊκά κράτη (Φινλανδίας, ο δάσκαλος, ως ιδιότητα και ως επάγγελμα, θεωρείται η ύψιστη θέση. Η επιλογή δε των δασκάλων σε αυτά τα κράτη γίνεται μετά από ενδελεχή παρακολούθηση και έλεγχο των επιδόσεων – γνωρισμάτων τους για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε, αν κριθούν ικανοί, μόνο τότε να είναι σε θέση να διδάξουν και να λειτουργήσουν ως δάσκαλοι στα δημοτικά σχολεία. Δεν υποστηρίζω ότι και η ελληνική αντίληψη πάνω σε αυτό το θέμα πρέπει να είναι ταυτόσημη. Εξάλλου κάθε κοινωνία έχει τα δικά της γνωρίσμα τακαι κριτήρια – χαρακτηριστικά. Δεν πρέπει όμως να αφήνουμε απροστάτευτο τον υποψήφιο δάσκαλο στο συγκεκριμένο θέμα (τον έλεγχο των γνώσεών του στο μάθημα των Μαθηματικών, ενώ είναι υποψήφιος για τις Παιδαγωγικές Σχολές).

Μην ξεχνάμε δε ότι είναι πολύ βασικό, οι μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης να καταφέρουν να μπουν στη διαδικασία της μαθηματικής σκέψης και λογικής, η πορεία δε του μαθητή στο δημοτικό σχολείο όσον αφορά αυτό που λέμε “μαθηματική σκέψη” είναι καθοριστικός παράγοντας για την εξέλιξή του και την μελλοντική του πορεία στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο.

Να τονίσω με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι οι παρατηρήσεις αυτές σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν μομφή προς τους εν ενεργεία Δασκάλους οι οποίοι εκτελούν με συνέπεια και αφοσίωση τα καθήκοντά τους και προσπαθούν καθημερινά – συχνά κάτω από αντίξοες συνθήκες – να αντεπεξέλθουν στο δύσκολο έργο τους.

Υπάρχουν αρκετοί που υποστηρίζουν ότι οι κατά καιρούς υπεύθυνοι που καθορίζουν τις τύχες της Παιδείας στη χώρα μας, αντιμετωπίζουν τα θέματα αυτά ευκαιριακά, χωρίς σε βάθος χρόνου προγραμματισμό και κυρίως χωρίς συνέπεια και όραμα.

Αναφέρει π.χ. ο Π. Πολυχρονόπουλος – καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών – σε ένα από τα βιβλία του: «Οι κατά καιρούς κρατούντες δεν φαίνεται να δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ή να επιθυμούν αρτίως εκπαιδευμένους και φιλοσοφικώς καταρτισμένους εκπαιδευτικούς. Προτιμούν τους εκπαιδευτικούς υπαλλήλους – εκτελεστές μάλλον, παρά επιστήμονες – λειτουργούς».

Δυσκολεύομαι να αποδεχθώ την άποψη αυτή. Ίσως και να ισχύσει. Ας ελπίσουμε ότι το συγκεκριμένο «πρόβλημα» που αναφέραμε πολύ συνοπτικά στις προηγούμενες γραμμές δεν είναι κάτι που συντηρείται συνειδητά, αλλά απλώς δεν έχει τύχει της προσοχής και της αντιμετώπισής του από τους… εκάστοτε κρατούντες.

* Ο Μάνος Καμπάκης είναι μαθηματικός