Τα πρώτα κρατούμενα σε συνοδεύουν από γεννησιμιού σου με μια άσπρη κόλλα χαρτιού, που είναι στην πάνω μεριά μουτζουρωμένη με τη ρετσινιά, το DNAτων γονιών σου, των παπουδογιαγιάδων σου ή τη φλέγα κανενός μακρινού συγγενή και συμπληρώνονται από τη συμπεριφορά του στενού περιβάλλοντος στα πρώτα χρόνια της διαδρομής σου. Αυτή είναι η προίκα σου προκαταβολικά, είτε το θέλεις, είτε όχι.
Μεγαλώνοντας παίζει καθοριστικό ρόλο το ορμέμφυτο (ένστικτο) δηλαδή: Η αυτοσυντήρηση, η επικοινωνία (ο μοναχός άνθρωπος είναι ή θεός, ή θηρίο, κατά τον Αριστοτέλη), η διαιώνιση του είδους και ο σκοπός, το νόημα της ζωής. Ακολουθούν η τρέλα σου, η ταμακιά, η τσιγγουνιά, ο δεβαριεστισμός, η σπατάλη, η κραιπάλη κλπ.
Όλα στιγματίζουν την ύπαρξη, τη συνύπαρξή σου, όλα είναι πάρε δώσε, όλα έχουν κρατούμενα και πολλά, ειδικά σήμερο την εποχή του ευδαιμονισμού, της ιδιοτέλειας και της αδιαφορίας και έτσι χάνεις τον έλεγχο στα κρατούμενα. Ποιος θα ξεχάσει τον ανελέητο δήμιο ή την καρακάξα, που θα ευχόσουν να μη ζούσες εκείνη τη στιγμή, αν ήσουν από τους “τυχερούς” να νοιώθεις πίσω σου το δάσκαλο ή τη δασκάλα, με τη βέργα σηκωμένη, έτοιμους να σου βγάλουν κέρατα πριν την ώρα σου, ή κρατώντας σε από τα μαλλιά να προσπαθούν να σπάσουν τον πίνακα, αν τυχόν ξεχνούσες τα κρατούμενα σε μια πρόσθεση;
Δεν ξέρω αν ήταν η αγωνία και το ενδιαφέρον για τη μάθησή σου και εκδηλωνόταν μ’ αυτόν τον τρόπο, ή έβγαζαν απωθημένα ή έτσι επιβεβαιωνόταν η εξουσία τους: Δάσκαλε, το κρέας εδικό σου και τα κόκαλα δικά μου, έλεγε ο πατέρας. Λίγοι ήταν εκείνοι που υπελόγιζαν τα κρατούμενα στον ουρανό, στη Γη, στους ανθρώπους, αν και τους έξυνε όλους πότε – πότε αυτή η πληγή, χωρίς να σκέφτονται, ότι ίσως κάποτε γίνει συρίγγιο.
Όλοι έχουν κρατούμενα: Ταγοί, πλούσιοι, φτωχοί, έξυπνοι, βλάκες, γραμματιζούμενοι, αγράμματοι, αλλά διαφέρουν στην ποιότητα, ποσότητα και ++μέγεθος. Ποτέ δε σκέφτηκες ή δε φαντάστηκες ότι στο τέλος της παραγωγικής σου ηλικίας, τότε που γίνεται ο λογαριασμός, η σούμα, ότι θα έχεις τόσα πολλά κρατούμενα, κίτρινες και κόκκινες κάρτες, γιατί δε θυμάσαι, γιατί δεν θέλεις να θυμάσαι, γιατί δεν σε συμφέρει.
Τότε είναι που αρχίζουν να επαναστατούν το ένα μετά το άλλο τα κρατούμενα και αρχίζεις να κάνεις χαχαλιές το σταυρό σου, να παίρνεις διαμάσκαλα το βιβλιάριο υγείας, να κάνεις αγαθοεργίες κλπ, μήπως σε παγουδιάσουν η κεφαλή, το πλευρό, το στομάχι ή ο πισινός σου. Ο υψηλός πυρετός αφήνει δέκατα, λέει η παροιμία.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά καθορίζεται το τελευταίο κομμάτι της ζωής σου. Γιατί καλέ μου άνθρωπε, που λέει ο Βέγγος, απλοποίησες, υποτίμησες τον εφιάλτη, που έζησες με το δάσκαλο και αρκέστηκες να τον διηγείσαι σα μια εμπειρία σχολική στα παιδόγγονά σου και στους φίλους σου και δεν του έδωσες το πραγματικό του νόημα, τη σημασία του στη ζωή, μήπως και γλίτωνες κάμποσα κρατούμενα;
Πολλές μέρες ταξίδευε ένας καουμπόυ με το άλογό του και τη γυναίκα του στα καπούλια. Μια μέρα έκανε κάποιο σφάλμα το άλογο και σε αυστηρό τόνο τού είπε ο καουμπόυ: ΕΝΑ. Ταξιδεύοντας κάνει και δεύτερο σφάλμα και του λέει: ΔΥΟ. Στην πορεία κάνει τρίτο σφάλμα, κατεβαίνει και το σκοτώνει. Τότε, τον παρατήρησε η γυναίκα του, γιατί να σκοτώσει το άλογο για δευτερεύοντα σφάλματα. Και της λέει: ΕΝΑ.
Ουφ… το νου σου στα κρατούμενα, αν υπάρχει ακόμη καιρός, που σίγουρα υπάρχει.
* Ο Σπανάκης είναι συν/χος καθηγητής