Ο παππούς ο κύριος Νίκος έχει περάσει τα ενενήντα και έγινε λίγο κουφός. Στο σπίτι, για να ακούσει τις ειδήσεις στην τηλεόραση (τον ενδιαφέρουν πολύ, θέλει να ξέρει τι γίνεται στον κόσμο, που πρόκειται πια να αφήσει) βάζει τον ήχο σε μεγάλη ένταση. Και όλοι τότε ενοχλούνται και φωνάζουν.

-Ε! Παππού! Χαμήλωσε την ένταση! Μας κούφανες!

Ή όταν πλησιάζει στην οθόνη για να ακούσει τι ακριβώς λένε οι ηθοποιοί – ας πούμε στο έργο που παίζεται – όλοι πάλι ενοχλούνται. 

-Παππού, φύγε από την μέση! Θέλουμε να δούμε κι εμείς…

Μα μήπως είναι μόνο η ακοή; Είναι και η όραση. Δεν καλοβλέπει τα γράμματα στους υπότιτλους. Και δεν προλαβαίνει να τα διαβάσει. Και πλησιάζει στα δυο μέτρα, για να τα δει. Και πάλι όλοι του φωνάζουν.

-Παππού, φύγε από μπροστά. Θέλουμε κι εμείς να δούμε…

Αχ! Οι άλλοι δεν τον καταλαβαίνουν τον παππού. Και μερικές φορές του δημιουργείται η εντύπωση ότι έχει γίνει πια βαρετός και ενοχλητικός. Δεν βοηθάει στην ζωή. Εμπόδιο γίνεται.

Όμως η εντύπωση αυτή άλλαξε στα γενέθλια του παππού. Τα εγγόνια του κρυφά τού τα ετοίμασαν. Τον κάλεσαν στο σπίτι τους ξαφνικά. Είχαν ετοιμάσει και μια τούρτα, που, εκτός από τα χρόνια της ηλικίας του, έγραφε επάνω Your spirit is ageless (στην αγγλική γλώσσα, μοντέρνες συνήθειες). Και όταν μπήκε στο σαλόνι, ήταν όλοι μαζεμένοι εκεί και τραγούδησαν: “Να ζήσεις, παππούλη, και χρόνια πολλά/ κι ας είσαι μεγάλος με άσπρα μαλλιά/ παντού να σκορπίζεις της γνώσης το φως/ και όλοι να λένε: Να ένας σοφός”. Και ο παππούς συγκινήθηκε. Και όταν έσβησε ο ίδιος της τούρτας τα κεριά, ήρθε η δισεγγονούλα του, τον φίλησε και του είπε “Χρόνια πολλά, αγαπημένε μου παππούλη”. Ήταν δασκαλεμένη. Και ο παππούς συγκινήθηκε πιο πολύ. Και έκλαψε από χαρά. “Ωραία είναι ακόμη η ζωή” σκεφτότανε.