Κατά τη διάρκεια της Κατοχής στο Ηράκλειο ο δημοσιογράφος Πέτρος Βάρβογλης είχε κυκλοφορήσει τη γερμανική ελληνόφωνη εφημερίδα “Κρητικός Κήρυξ”, αντίστοιχη του γερμανόφωνου “Παρατηρητή” Χανίων. Είχε, βέβαια, προϋπηρεσία στη συντηρητική “Ίδη”, μεσοπολεμικά, ως πρόσφυγας του 1922. Την περίοδο της μεταξικής δικτατορίας ήταν υπεύθυνος της φασιστικής Νεολαίας ΕΟΝ.

Παραλλήλως, είχε ερωτικές σχέσεις με τη Μαρίκα Σωμαράκη, στο χωριό Σάρχου, ενώ και η αδερφή της Χαρίκλεια (Χαρούλα) διατηρούσε άλλο, όμοιο δεσμό με Γερμανό.

Όταν ο Βάρβογλης θέλησε να επισκεφθεί τη Μαρίκα Σωμαράκη, εκτελέστηκε από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ, οι οποίοι εκτέλεσαν και τον πατέρα της.

Στις 12 Αυγούστου 1944, “πήγε στη γερμανική Αστυνομία Φελντγιανταρμερή, της οποίας ήταν Δ/ντής ο Υπολοχαγός Βίλλυ Κρον, η Χαρούλα Σωμαράκη από το χωριό Σάρχου Μαλεβιζίου και συνάντησε το λοχία Ριχάρδο Χάαρ, τον οποίο γνώριζε… και του ανέφερε ότι έμαθε ότι σκότωσαν τον πατέρα της αντάρτες του ΕΛΑΣ” (Κάββος 1991, 542).

Καπετάν Γρηγόρης Χναράκης

Ο Χάαρ το ανέφερε στον Προϊστάμενό του, Ανθυπολοχαγό Βίλλυ Κρον και διά μέσου του Μεράρχου Στρατηγού Φρίμπε στάλθηκε ο Ανθυπολοχαγός Φάισερ της Προπαγάνδας και ο Λοχίας Μίζωκ, Αστυνομικός Διοικητής Κρουσώνα, με τη δύναμη του φυλακίου και τους Γερμανούς του Κρουσώνα και πήγαν στου Σάρχου.

Επικεφαλής ήταν ο ανθυπολοχαγός Όστερ Λοχ. Ορισμένοι άνδρες του χωριού διέφυγαν, τους υπόλοιπους τους συγκέντρωσαν στην εκκλησία, με τη συνεργασία διερμηνέα συνέλαβαν είκοσι και τους εκτέλεσαν, μαζί με τον πρόεδρο Γεώργιο Ζ. Χριστοδουλάκη. Συνέλαβαν, επίσης, άλλους δεκαπέντε, τους οδήγησαν στα Ανώγεια, στις επιχειρήσεις λεηλασίας του χωριού, τις ίδιες ημέρες, και μετά τους εκτέλεσαν στα Σείσαρχα.

Η δίκη της οικογένειας Σωμαράκη έγινε στις 30 Οκτωβρίου 1945, στο Ηράκλειο. Την επομένη, ο Ανώτατος Διοικητής Χωροφυλακής Κρήτης έστειλε το εξής σήμα στο Υπουργείο Εσωτερικών:

“Σήμερον προ της 12 μ. εις το Ειδικόν Δικαστήριον Ηρακλείου, κατεδικάσθησαν, κατηγορηθέντες επί συνεργασία μετά του εχθρού, εξ ής προεκλήθη η θανάτωσις 37 ομο χωρίων των” (Ξενοκρατία, 1975, 48-49).

Ακολουθούν τα ονόματά τους, σε συντομογραφία, με τις ποινές: η Χαρίκλεια Σ., εις θάνατον, η Μαρία Σ., σε ισόβια δεσμά, η Ελένη Σ., σε 4 1/2 χρόνια φυλακή, ο Σταύρος,  σε τρία έτη φυλάκιση και απαλλάχθηκε ο 14ετής Κωνσταντίνος Σωμαράκης.

Η απόφαση του Δικαστηρίου θεωρήθηκε επιεικής και προκάλεσε την οργή του πλήθους εντός του δικαστηρίου, το οποίο “αυξανόμενον έξω του Δικαστηρίου υπολογιζόμενον εις 2000, διέσπασαν την ζώνη της αστυνομικής φρουράς και θραύσαντες την θύραν παρακειμένου προς την αίθουσα του Δικαστηρίου δωματίου, όπου οι ως άνω κατάδικοι είχαν εγκλεισθή, κατέσφαξαν τούτους διά μαχαιρών.” (ό.π., 49).

Μάλιστα, οι τριάντα χωροφύλακες “και εθνοφύλακες της φρουράς κακοποιήθηκαν αγρίως από το πλήθος που πέταξε τα πτώματα από τα παράθυρα του δικαστηρίου στον δρόμο, όπου πολτοποιήθηκαν με μανία.” (ό.π., 49). Δηλαδή, στη σημερινή οδό Δικαιοσύνης. Το οργισμένο πλήθος επιχείρησε να λιντσάρει και τους περίτρομους δικαστές: “Η έξαλλη μάζα κινήθηκε και εναντίον τους με την κραυγή:

-Τι τους φυλάμε κι αυτούς; Θάνατος!”

Στα γεγονότα της αυτοδικίας ήταν παρών ο καπετάν Γρηγόρης Χναράκης, γνωστός, εκτός των άλλων, ως βασικός της απαγωγής του Στρατηγού Κράϊπε. Όπως μας αφηγείται στα απομνημονεύματά του, “εκείνη την ώρα είχα δει ’γώ δυο δικαστές. Ένας ο εισαγγελέας ο Γιαννακόπουλος και ήτονε κι ένας δικαστής που είχενε λάβει μέρος εις τη δίκη και μάλιστα είχα αντιληφθεί ένα από τους όχλους που ήταν εκεί πέρα, ένα από το πλήθος, και είχε σημαδέψει να σκοτώσει τον εισαγγελέα με το δικαστή. Εγώ του επετέθηκα και του λέω:

-Τι πα’ να κάνεις εκεί πέρα;;!! Είναι άνθρωποι που ότι τσι μαρτυρίες σας ελέγανε, σας ερωτούσανε και σύμφωνα με τσι μαρτυρίες εδικάσανε. Δε φταίνε αυτοί οι άθρωποι” (Σανουδάκης-Χναράκης, 1985, 108-109).

Αύξηση των ασθενών στην Κρήτη
Στη συνέχεια, κατά τον Χναράκη, “εκατεύνασα τα πνεύματά-ν-τος και παίρνω δα ύστερα τον Εισαγγελέα με το δικαστή και τσι πάω στην Ασφάλεια που είχαμε, τση χωροφυλακής  και τσι πήα  κει πέρα …τσι πήα ’γώ ύστερα εκεί που μένανε, ναι, και έτσι γλιτώσαν αυτοί.” (ό.π. 109).

Το γεγονός της αυτοδικίας είχε αντίκτυπο, καταρχάς στην πόλη του Ηρακλείου, στην οποία “διεγράφη όμως ο κίνδυνος να σφαγούν από το πλήθος όλοι οι κρατούμενοι ως δωσίλογοι στις φυλακές Ηρακλείου.” (ό.π., Ξενοκρατία, 49).

Ο επίλογος της αυτοδικίας ήταν να συλληφθούν ορισμένοι και να περάσουν δικαστήριο για τη συμμετοχή τους στο λιντσάρισμα. Έτσι, στις 26-5-1946, δημοσιεύθηκε στις τοπικές εφημερίδες ότι εκδόθηκε σήμερα η απόφαση του κακουργιοδικείου Χανίων για τη δίκη των πατριωτών Κοντάκη, Διακοντάκη, Λυγεράκη και Μαγκουσάκη από το Σάρχο που κατηγορούνταν για το λιντσάρισμα της προδοτικής οικογένειας Σωμαράκηδων στο Ηράκλειο. Το δικαστήριο απάλλαξε όλους τους κατηγορουμένους.

Ως φαίνεται, όμως, το φοβερό εκείνο επεισόδιο λιντσαρίσματος του Ηρακλείου κατατρόμαξε και την υπόλοιπη Ελλάδα, στην οποία ξεκίνησε “περισσότερο δίωξη των Αντιστασιακών, περισσότερη ανοχή των δοσιλόγων” (Ξενοκρατία, ό.π., 50). Σε σημείο, έκτοτε, όσες καταδίκες δοσιλόγων έγιναν, οι καταδικασθέντες ή συλληφθέντες να οδηγούνται στις φυλακές Αβέρωφ από τη μια είσοδο και να εξέρχονται από την άλλη.

ΠΗΓΕΣ

Ξενοκρατία, επιμ. Τζων Φρήμαν, εκδ. π. Επίκαιρα, Αθήνα, 1975.

Γεωργίου Κάββου, Γερμανο-ιταλική Κατοχή και Αντίσταση Κρήτης, 1941-1945, Ηράκλειο 1991.

Αντώνης Σανουδάκης, Καπετάν Γρηγόρης Χναράκης. Αντάρτικες Στράτες, εκδ. Κνωσός, Αθήνα 1985.

* Ο Αντώνης Σανουδάκης-Σανούδος είναι καθηγητής Ιστορίας, συγγραφέας.