«Οι μεταβαλλόμενες ερμηνείες των διαφόρων στιγμών του ιστορικού χρόνου υπόκεινται στην ίδια διαδικασία ανάλυσης, γιατί είναι από μόνες τους παράγωγα ιστορικών διαδικασιών».

ΓΙΩΡΓΟΣ Β. ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗΣ

 

Γεγονός σημαίνει κάτι το οποίο έχει γίνει, ένα συμβάν, μια πραγματικότητα, κάτι αναμφισβήτητο, ένα δεδομένο βάσει συλλογισμού, ένα τετελεσμένο γεγονός1.

Ένα γεγονός μπορεί βεβαίως να οφείλεται σε πολλαπλές αιτίες ή παράγοντες γένεσης. Λ.χ. σήμερα στην πρόταση: «είναι γεγονός ότι η βία στην κοινωνία εξαπλώνεται συνεχώς» εκφράζεται ένα συμβάν της σύγχρονης εποχής.

Αντίθετα, η πρόταση «είναι γεγονός ότι οι θρησκευτικοί πόλεμοι το Μεσαίωνα ήταν αιτία να χαθούν πολλές χιλιάδες ψυχών» είναι μια κρίση για ένα γεγονός που απέχει χρονικά πολύ μακριά από την εποχή του ερευνητή ιστορικού.

Φαίνεται λοιπόν ότι το παρελθόν μπορεί να βρίσκεται πολύ κοντά αλλά και πολύ μακριά από τον ιστορικό-ιστοριογράφο. Από μόνη της, λοιπόν, η δήλωση που έγινε ανωτέρω για το παρελθόν, ότι είναι μια πραγματικότητα, κάτι αναμφισβήτητο, εμπεριέχει το στοιχείο της αβεβαιότητας ως προς την καθολική σύλληψή του και περισσότερο αφορά το μακρινό παρελθόν.

Η γνώση του παρελθόντος, για να θεωρείται κατά το δυνατόν πλήρης, χρειάζεται να περιλαμβάνει την ανίχνευση των συνιστωσών που το δημιουργούν. Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο, αφού δεν έχουμε διαθέσιμα όλα τα κατάλοιπα του παρελθόντος τα οποία συνιστούν ένα γεγονός, καθώς κάποια έχουν χαθεί ή δεν έχουν ανευρεθεί ακόμη.

Είναι βέβαιο ότι τα ανευρεθέντα κατάλοιπα απεικονίζουν μόνο μια όψη του παρελθόντος και ενδεχομένως μια άλλη όψη του να αποσιωπάται, ελλείψει άλλων στοιχείων.

Όσοι όμως ερευνούν το παρελθόν είναι υποχρεωμένοι να τα αναζητούν και να μη προτρέχουν να δώσουν ερμηνείες, καθώς νέα ευρήματα ίσως θα διαψεύσουν τις δοθείσες ερμηνείες τους. Από το πλήθος των στοιχείων του παρελθόντος, ο ιστορικός επιλέγει συνήθως να ασχοληθεί με ορισμένα που θεωρεί ενδεικτικά, παραλείποντας άλλα2.

Φαίνεται εκ τούτου ότι η Ιστορία και κατ’ επέκταση η ιστοριογραφία είναι ένα τεράστιο σύνολο γεγονότων από το οποίο, βέβαια, απουσιάζουν πολλά κομμάτια, όπως παρατηρεί ο Καρ (Carr Edward) 3, το οποίο σύνολο προσπαθεί να συμπληρώσει ο ιστορικός.

Ωστόσο, το κύριο πρόβλημα της Ιστορίας δε βρίσκεται στα κενά των γεγονότων, αφού αργά ή γρήγορα ενδεχομένως θα συμπληρωθούν, αλλά και στην ερμηνεία των διαφόρων γεγονότων.

Αυτό το έργο, δηλαδή την ερμηνεία των γεγονότων, προφανώς αναλαμβάνει να το κάνει ο ερευνητής – ιστορικός4. Στόχος βεβαίως του ιστορικού είναι να δείξει πώς ακριβώς έγιναν τα γεγονότα και όχι απλά να τα παραθέτει, ωσάν χρονογραφία, γιατί αυτό δεν είναι ιστορική ερμηνεία και η αποτύπωσή τους δεν είναι ιστορία, καθώς χρειάζεται να προστεθεί η προσωπική άποψη του ερευνητή του γεγονότος για να μεταβληθεί σε ιστορία.

Ο Άκτον (Acton 1907) με σιγουριά έγραφε5 ότι θα υπάρξει στο μέλλον μια οριστική ιστορία, αλλά ο Κλαρκ (Clark 1957)6 σημείωνε πως οι ιστορικοί θεωρούν αναμενόμενο ότι το έργο τους θα ξεπεραστεί ξανά και ξανά και αυτό γιατί η γνώση του παρελθόντος έχει φτάσει σε εμάς με τη μεσολάβηση και άλλων ανθρώπινων σκέψεων, επεξεργασμένο ήδη, αλλά ελλιπές.

Τα γεγονότα είναι στη διάθεση του ιστορικού μέσω τεκμηρίων, επιγραφών, προφορικής ιστορίας και άλλων στοιχείων που ο ιστορικός «παρουσιάζει». Σύμφωνα με τους εμπειριστές πρώτα πρέπει να εξακριβωθούν τα γεγονότα και έπειτα να γίνει η ερμηνεία τους.

Πώς όμως μπορεί να διακριθεί ένα απλό γεγονός από το ιστορικό γεγονός; Ο επιστήμονας ιστορικός είναι εκείνος που αποφασίζει, υπηρετώντας την αλήθεια, ότι λ.χ. η διάβαση του Ρουβίκωνα από τον Καίσαρα είναι ιστορικό γεγονός, ενώ η ίδια διάβαση του ίδιου ποταμού από εκατομμύρια άλλους ανθρώπους δεν είναι.

Έτσι, η ιδιότητα του ιστορικού γεγονότος είναι τελικά ζήτημα ερμηνείας του ίδιου του ιστορικού.

Ο Lytton Strachey7 υπογραμμίζει ότι η άγνοια είναι το πρώτο απαιτούμενο για τον ιστορικό, γιατί η άγνοια τον οδηγεί πιθανώς στο να αποσαφηνίζει, απλοποιεί, επιλέγει, παραλείπει τα ιστορικά τεκμήρια που θα χρησιμοποιήσει για τη συγγραφή του ιστορικού του λόγου.

Επομένως κύρια φροντίδα του δεν είναι να καταγράφει απλώς και να παραθέτει γεγονότα, όπως γίνεται σε πολλές περιπτώσεις, αλλά να τα κρίνει και να τα αξιολογεί.

Αν δεν τα αξιολογεί ή δεν δύναται να τα αξιολογεί, πώς μπορεί να γνωρίζει τι αξίζει και τι όχι για να το συμπεριλάβει στην ιστοριογραφία του;

Αυτό είναι απαραίτητο να γίνεται, διότι ο ιστορικός δε μελετά ένα νεκρό παρελθόν, αλλά ένα παρελθόν που θέλει να «ζωντανέψει» και κατά κάποιο τρόπο επεκτείνεται στο παρόν και θα επεκτείνεται και στο μέλλον.

Αν ένα γεγονός του παρελθόντος φαίνεται να είναι μια νεκρή πράξη του σήμερα, δεν είναι νεκρή η σκέψη του ιστορικού προσώπου που κρύβεται πίσω από την πράξη αυτή που περιγράφει.

Αυτή ακριβώς τη σκέψη χρειάζεται να αντιληφθεί μετέπειτα ο αναγνώστης και να κατανοήσει το βαθύτερο πνεύμα του επιστήμονα ιστορικού.

Με βάση το παραπάνω, ιστορία είναι η ανάπλαση στο νου του ιστορικού, του θέματος που μελετά και το μεταδίδει ως σκέψη στον αναγνώστη. Όπως υποστηρίζει ο Collingwood8, ο ιστορικός πρέπει να αναπλάσει νοητικά τι έχει συμβεί στο νου των πρωταγωνιστών – ηρώων του, ο αναγνώστης πρέπει και αυτός με τη σειρά του να αναπλάσει τι ακριβώς συμβαίνει στο μυαλό του ιστορικού, προκειμένου να δώσει την ιστορική εκδοχή του και όχι μια άλλη.

Επομένως, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ιστορία σημαίνει κατά βάση ερμηνεία, η οποία προκύπτει από την ανάγκη του ιστορικού να κατανοήσει πώς ανέπτυξαν τις δράσεις οι πρόγονοι, που είναι σε εμάς γνωστές ως γεγονότα, χωρίς να είναι πιθανό να οδηγηθεί σε εσφαλμένα ή κατευθυνόμενα ιδεολογικά συμπεράσματα.

Πώς όμως θα μπορούσε να οριστεί η υποχρέωση του ιστορικού απέναντι στα γεγονότα; Καθήκον του ιστορικού δεν είναι μόνο η εξάντληση του σεβασμού στα γεγονότα. Έχει υποχρέωση επίσης να βεβαιώνεται για την ακρίβειά τους διασταυρώνοντάς τα από πολλές πλευρές και πολλές πτυχές τους, κρίνοντάς τα παράλληλα.

Πολύ περισσότερο, οφείλει να φέρνει στην επιφάνεια όλα τα γεγονότα που είναι ή που θα μπορούσαν να γίνουν γνωστά και σχετίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με το προς διαπραγμάτευση θέμα του και την ερμηνεία του και όχι μια άποψη. Το παραθέτει άλλωστε και ο Ξενοφών: «παρά τῶν γεγενημένων μανθάνετε∙ αὓτη γάρ ἀρίστη διδασκαλία» 9.

Όταν ερμηνεύει ο ιστορικός μια άποψη προφορικής ιστορίας χωρίς διασταύρωση και με άλλη που θα σημειώνει τα ίδια ή παρόμοια ή ακόμη και αντίθετα, αυτό δεν είναι Ιστορία αλλά «ιστορική προπαγάνδα». Από όλα τα παραπάνω είναι φανερό ότι η διαδικασία της ιστορικής συγγραφής είναι μια πολύπλοκη εργασία και σαφώς δύσκολη υπόθεση.

Όταν ξεκινήσει την έρευνα των πηγών ο ιστορικός, έχει ερεθίσματα από τα οποία αρχίζει το γράψιμο, χωρίς να είναι απαραίτητο να ακολουθεί μια ευθύγραμμη πορεία. Είναι όμως ανάγκη έρευνα-μελέτη και γραφή να προχωρούν παράλληλα, διότι το ένα θα τροφοδοτεί το άλλο. Καθώς προχωρεί αυτή η διαδικασία, γίνονται στο συγγραφέν ιστορικό κείμενο προσθαφαιρέσεις, διαγραφές ή επαναδιατυπώσεις.

Δεν ξεχωρίζονται ούτε δίνεται προτεραιότητα σε καμία από τις δυο διαδικασίες. Αν δεν γίνει αυτό, γίνεται απλά συρραφή γεγονότων χωρίς νόημα ή γράφεται ιστορική προπαγάνδα ή ιστορική μυθοπλασία, όπου τα γεγονότα θα είναι απλά διακοσμητικά στοιχεία.

Αυτό βέβαια δεν το αγνοεί κάθε «πραγματικός ιστορικός» και δεν αναγνωρίζει μια προτεραιότητα στη μια ή την άλλη διαδικασία. Ξεκινά με μια προσωρινή επιλογή γεγονότων, και δίνει μια προσωρινή ερμηνεία. Καθώς όμως προχωρεί η εργασία του, τόσο η επιλογή όσο και η ερμηνεία, υπόκεινται σε συνειδητές ή και ασύνειδες αλλαγές.

Χωρίς τον ιστορικό τα γεγονότα είναι νεκρά και δίχως νόημα, αλλά και χωρίς τα γεγονότα ο ιστορικός είναι μετέωρος και αυθαίρετος. Αυτό συνεπάγεται μια διαρκή αλληλεπίδραση, ένα διαρκή διάλογο μεταξύ παρόντος – παρελθόντος ή ιστορικού και γεγονότων. Αυτή ακριβώς η διαλεκτική σχέση ιστορικού και γεγονότων είναι η ουσία της ιστοριογραφίας.

Είναι το πλέγμα εκείνο με το οποίο παρουσιάζεται πραγματική ιστοριογραφία  και όχι η συρραφή, η οποία κάνει να διαιωνίζονται τα ίδια ιστορικά σφάλματα. Δηλαδή, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν κοπιάζουν για την αναζήτηση της αλήθειας και στρέφονται περισσότερο σε ό,τι ευρίσκουν έτοιμο. Μαρτυρείται εξάλλου και από τον ιστορικό Θουκυδίδη «οὓτως ἀταλαίπωρος τοῖς πολλοῖς ἡ ζήτησις τῆς ἀληθείας, καί ἐπί τά ἑτοῖμα μᾶλλον τρέπονται» 10.

Με τα παραπάνω προσπαθήσαμε να δώσουμε στην ολότητά του το πλέγμα του ιστορικού με τα γεγονότα, καθώς επίσης και τις αλληλεπιδράσεις που υφίσταται αυτό το πλέγμα στην προσπάθεια του ιστορικού για κατανόηση, ερμηνεία και συγγραφή ιστορίας.

Πάνω σε αυτό το πλαίσιο είναι ανάγκη να κινείται ο επίδοξος Ερευνητής της Ιστορίας και όχι όπως σήμερα γράφουν κάποιοι «Ιστορικός Ερευνητής», προκειμένου να στοιχειοθετεί την ιστορική του άποψη, που αναδεικνύεται μέσα από την ερμηνεία των ιστορικών  τεκμηρίων με τη μεγαλύτερη δυνατή ιστορική εγκυρότητα και όχι μόνο με την απλοϊκή παράθεση, γιατί αυτό δεν είναι επιστημονική ιστορία αλλά απλά καταγραφή.

Σε ένα μελλοντικό δημοσίευμα μου θα δοθεί η πραγματική διάσταση και όχι η χρονογραφική ανάπτυξη του ιστορικού γεγονότος της πτώσης ενός συμμαχικού πολεμικού αεροπλάνου που κατέρριψαν στις δυτικές υπώρειες του λόφου «Κεφάλα» στις 31 Αυγούστου του 1942 οι εγκατεστημένοι Γερμανοί στο πολεμικό αεροδρόμιο του Καστελλίου, δημοσιοποιώντας παράλληλα φωτογραφικό υλικό τόσο τμημάτων του ίδιου του αεροπλάνου που κατέπεσε όσο και του τρόπου και των μέσων που το κατέρριψαν οι Γερμανοί και αυθεντικές μαρτυρίες ανθρώπων, που ως μικρά παιδιά ή έφηβοι βρέθηκαν στο χώρο την επομένη ή μεθεπομένη και είχαν και έχουν ενθυμήσεις από το γεγονός, τις οποίες και έχω καταγράψει.

1. Μπαμπινιώτης Γ. (2002). Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε., Β΄ έκδοση. Αθήνα, σελ 403, στο λήμμα «γεγονός». Βλ. Επίσης  και Έκφραση  – Έκθεση Β΄ Λυκ. ΟΕΔΒ, σελ. 23.

 2. Κυρτάτας Δ. – Ράγκος Σ. (2013). Η Ελληνική αρχαιότητα – Πόλεμος – Πολιτική – Πολιτισμός. Αθήνα. Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, σελ. 11. (Ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΒΗΜΑ στις 14.4.2013).

3.  Καρ Ε. Χ. (1999). Τι είναι ΙΣΤΟΡΙΑ; (μτφρ. Ανδρ. Παπάς). Αθήνα. Εκδόσεις Γνώση, σελ. 23.

4.  Όχι ιστορικός ερευνητής όπως υπογράφουν πολλοί μελετητές της ιστορίας. Πρώτα γίνεται κάποιος ερευνητής – μελετητής ιστορίας και έπειτα με την ερμηνεία, που δίνει στα ιστορικά του τεκμήρια διατυπώνοντας την ιστορική του άποψη, γίνεται ιστορικός.

 5. Acton J. (1907). The Cambridge Modern History: Its Origin, Authorship and Production, σσ.10-12.

 6. Clark G. (1957). The New Cambridge Modern History, Α΄, σελ. 318∙ Καρ Ε. Χ. (1999). Τι είναι Ιστορία; Αθήνα. Γνώση, σσ. 15-16. 

 7. Lytton Strachey G. (1918).  Preface in «Eminent Victorians». New York: G.P. Putnam’s Sons. 

 8. Collingwood R. G. (1946). The Idea of History. Oxford: University Press.

9. Ξενοφώντος Κύρου Παιδεία viii, vii, 24.

10.  Θουκυδίδου Ιστορίαι Α,  21.