Φυσικά και το βιβλίο είναι ένα εμπορεύσιμο είδος. Διαφέρει όμως, και ως προς τον κοινωνικό ρόλο που υπηρετεί και ως προς τις απαιτήσεις που επιβάλλει σε όσους ασχολούνται μαζί του. Αν κάνουμε μια απλή αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν, θα διαπιστώσουμε με έκπληξη, πόσο έχουν βελτιωθεί τα πράγματα στον τόπο μας.
Οι περισσότεροι εκδότες μεγάλοι και μικροί σέβονται το ρόλο τους. Έχουμε αρκετές πολύ καλές εκδόσεις και στη μορφή, αλλά και εξαιρετικούς μεταφραστές. Εκείνη που απουσιάζει είναι η Πολιτεία διαχρονικά, που καταβάλλει ελάχιστη προσπάθεια για να στηρίξει ένα είδος, που αναμφισβήτητα συμβάλλει στη μορφωτική ανάπτυξη. Αν μάλιστα υπολογίσουμε ότι το αναγνωστικό κοινό είναι μικρό σε σχέση με άλλες γλώσσες, η ευθύνη της είναι ακόμα μεγαλύτερη, αλλά δυστυχώς δεν την αντιλαμβάνονται. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να βοηθήσει.
Με ιδιαίτερη χαρά παρακολουθώ τα τελευταία χρόνια τη διακριτική παρουσία στο χώρο του βιβλίου του εκδοτικού οίκου ΠΕΡΙΣΠΩΜΕΝΗ. Ο διευθυντής της Σωτήρης Σελαβής είναι εραστής του βιβλίου που ξέρει να χαϊδεύει τρυφερά το αντικείμενο του πόθου του. Γι’ αυτό οι μέχρι τώρα εκδόσεις του έχουν τέτοια αρτιότητα. Ποιητής ο ίδιος δίνει τη μάχη του για να μεταφερθεί στη γλώσσα μας η μεγάλη ποίηση και φυσικά οι μεταφράσεις, χωρίς να αντικαθιστούν το πρωτότυπο είναι άξιες δημιουργίες.
Θα περιοριστώ στα ΦΥΛΛΑΔΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΣΠΩΜΕΝΗΣ που κυκλοφορούν και είναι κομψοτεχνήματα πραγματικά και στη μορφή και στο περιεχόμενο. Στα τέσσερα φυλλάδια μεταφραστής είναι ο Αντώνης Ζέρβας, που είναι επίσης πολύ καλός δοκιμιογράφος. Υπάρχουν επαρκή στοιχεία για τον ποιητή και παρατίθεται το πρωτότυπο κείμενο.
Λυπούμαι, γιατί αδυνατώ να τα παρουσιάσω αναλυτικά. Θα δώσω μόνο ένα μικρό δείγμα με ποιήματα του Γ. ΜΠ. Γέητς (1865-1939) από το έκτο φυλλάδιο «Μια γυναίκα και μια γραία». Όπως σωστά παρατηρεί ο μεταφραστής ο ποιητής δεν «πέρασε στο ποιητικό κεκτημένο της ηπειρωτικής Ευρώπης και στην Ελλάδα», αν και τιμήθηκε με Νόμπελ το 1923, ίσως γιατί δεν είναι εύπεπτος.
«Προτού ο κόσμος γίνει»
Που βάφω τις βλεφαρίδες μαύρες
Και κάνω πιο φωτεινά τα μάτια
Κι ακόμα πιο φωτεινά τα χείλη,
Και που ρωτώ από καθρέφτη σε καθρέφτη,
Αν όλα έχουν καθώς πρέπει,
Δεν είναι από ματαιοσύνη:
Αναζητώ το πρόσωπο που είχα
Προτού ο κόσμος γίνει.
Τι κι αν κοιτάζω έναν άντρα
Σαν να ‘ναι ο άντρας της ζωής μου
Ενώ το αίμα στέκει παγωμένο
Και δεν σκιρτάει η καρδιά μου;
Άσπλαχνη τάχα γιατί να με νομίσει;
‘Η και να νοιώσει προδομένος;
Θα μ΄άρεσε αυτό που ήμουν ν’ αγαπήσει
Προτού ο κόσμος γίνει.
Στο δεύτερο φυλλάδιο ο Θανάσης Λάμπρου μεταφράζει της ΩΔΗ ΣΤΗ ΧΑΡΑ. Του Φρ. Σίλλερ που μελοποίησε ο Μπετόβεν στο τελευταίο μέρος της 9ης Συμφωνίας του και σήμερα είναι ο επίσημος ύμνος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
…..
Σ’ όποιον έλαχε το πιο ωραίο απ’ όλα,
Έναν φίλο να ‘χει αληθινό,
Όποιος δική του έκανε μια γλυκειά γυναίκα,
Μαζί μας ας χαρεί εδώ!
Ναι ας έρθει όποιος έχει έστω και μια ψυχή
Πάνω σ’ ολόκληρη τη γη που να τη λέει δική του!
Στο τέταρτο φυλλάδιο «ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΕΡΗΜΙΤΕΣ» μεταφραστής είναι ο φίλος πανεπιστημιακός δάσκαλος και ποιητής Νάσος Βαγενάς. Μεταφράζει 19 ποιήματα διαφόρων ποιητών. Το πρώτο είναι του Μπόρχες «Ο ερωτευμένος». Αφού αρνείται την ύπαρξη όλων όσα υπάρχουν καταλήγει:
……..
Ας υποθέσουμε ότι υπάρχουν οι άλλοι: Ψέμα.
Εσύ μονάχα υπάρχεις, θλίψη μου κι ελπίδα,
απελπισία, χαρά, έρεβος, φως μου
Πολύ ενδιαφέρον επίσης έχουν τα ποιήματα «Ιθάκη» και «Οι βάρβαροι» που δείχνουν πώς διάβασαν τον Όμηρο και τον Καβάφη, ανατρέποντας συχνά το μύθο τους κάποιοι ποιητές.
«Ιθάκη»
Το νησί σου δεν είναι το ίδιο ή τα μάτια σου
πλημμυρίσαν για πάντα απ’ τα χρώμα της θάλασσας.
Και το κύμα που σπάει δεν ξεχνά τον ορίζοντα
στη μικρή τούτη κόχη της γης.
Ιοσίφ Μπρόνσκι
«Οι βάρβαροι»
Καθώς ήταν γραφτό, οι βάρβαροι ήρθαν
και δέχτηκαν απ’ τα χέρια του βασιλιά μας της πόλης τα κλειδιά.
……………..
Όμως φορούσαν τα δικά μας ρούχα
κι οι νόμοι τους οι δικοί μας ήταν νόμοι.
Κι όταν άρχισαν να μας προστάζουν στη γλώσσα μας
δεν ξέραμε πώς βρέθηκαν στη χώρα μας
χωρίς να τους πάρουμε μυρωδιά
Αμίρ Ορ
Ίσως αδικώ και τους ποιητές και τους μεταφραστές με την αποσπασματική αναφορά μου. Οι αναγνώστες ελπίζω να αναπληρώσουν τα κενά τώρα που τα βιβλιοπωλεία δεν θα είναι πηγή μόλυνσης και θα μπορέσουν να χαρίσουν στον εαυτό τους λίγες στιγμές απόλαυσης και αναπόλησης.