Τις μέρες αυτές συνειρμικά έρχονται στον νου όσων αγαπούν την νεότερη ιστορία με αφορμή το «Πάσχα του καλοκαιριού», όπως λέγεται η Κοίμηση της Παναγίας, γεγονότα της δραματικότερης περιόδου της ιστορίας μας, όπως ο τορπιλισμός του καταδρομικού Έλλη στα καταγάλανα νερά της Τήνου στις 15 Αυγούστου 1940. Ξυπνούν, επίσης, όσα θαυμαστά σχετικά στοιχεία για την περίοδο εκείνη διασώθηκαν στα μυστικά αρχεία του Foreign Office με τα πλήθος υπερεπείγοντα έγγραφα και τηλεγραφήματά του προς τον Πάλερετ, τον τότε φιλέλληνα πρεσβευτή της Αγγλίας στην Ελλάδα.
Στοιχεία που αποκαλύπτουν όσα προηγήθηκαν της εμπλοκής της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και όσα ακολούθησαν μετά από αυτήν. Κυρίως, τους ελιγμούς και τις βλέψεις της Αγγλίας, Ιταλίας και Γερμανίας στη χώρα μας, καθώς και τη δράση των ξένων πρακτόρων στην Ελλάδα.
Τα παρασκήνια αυτών των γεγονότων, όσα τουλάχιστον σχετίζονται με τη στάση της μεγαλύτερης τότε δυτικοευρωπαϊκής δύναμης, δηλαδή της Μεγάλης Βρετανίας, οδηγούν, συνειρμικά, επίσης τη σκέψη στα όσα συνέβησαν στη συνθηκολόγηση της 9ης Μαίου του 1945, που έγινε στη Βίλα «Αριάδνη» της Κνωσού στο Ηράκλειο. Τότε που παραδόθηκαν στους Συμμάχους οι εναπομείναντες 20.000 Γερμανοί και Ιταλοί στην Οχυρά Θέση Χανίων από τον Οκτώβριο του 1944 ως το Μάιο του 1945. Δε χρειάζονταν πια, αφού η επικυριαρχία των Βρετανών μετά τα Δεκεμβριανά ήταν εξασφαλισμένη.
Τότε περίμενε οποιοσδήποτε γνώριζε τις θυσίες των Κρητών στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (και των υπολοίπων Ελλήνων βέβαια) ότι οι Σύμμαχοι και μάλιστα οι Βρετανοί, τους οποίους οι Κρήτες έκρυβαν και συντηρούσαν από το υστέρημά τους, πολλοί θυσιάζοντας και την ίδια τη ζωή τους, θα αναγνώριζαν την προσφορά αυτή έμπρακτα. Όμως η διπλωματία έχει άλλους νόμους, εκείνους των γεωπολιτικών συμφερόντων. Έτσι, οι Σύμμαχοι ξέχασαν τη στάση αυτή και οι Άγγλοι την αγγλοφιλία των Κρητικών. Όταν ο πόλεμος τελείωσε, οι Έλληνες αντιμετωπίστηκαν σαν φτωχοί συγγενείς και η Ελλάδα σαν μία αποικία, που δεν μπορεί να έχει λόγο για τη μοίρα της.
Στη βίλα «Αριάδνη», λοιπόν, οι ηττημένοι Γερμανοί παραδίδουν στους νικητές Συμμάχους και όχι στην Ελλάδα την Κρήτη, όπως τον Μάιο του 1941 έγινε το αντίστροφο, δηλαδή οι Βρετανοί παρέδωσαν το νησί στους Γερμανούς.
Το έγγραφο της συνθηκολόγησης, το οποίο οι Βρετανοί έδωσαν στους Έλληνες, γραμμένο στα ελληνικά, παραθέτει ο ιστορικός Γεώργιος Κάββος (λοχαγός πεζικού τότε), ο οποίος ήταν παρών κατά την υπογραφή ως επικεφαλής του 2ου Γραφείου Πληροφοριών της Στρατιωτικής Διοίκησης Κρήτης. Ο Γεώργιος Κάββος πίστεψε ότι η συνθηκολόγηση γράφτηκε στα ελληνικά, στα αγγλικά και στα γερμανικά και ότι και τα τρία έγγραφα έγραφαν ακριβώς τα ίδια.
Έτσι στο άρθρο 5 του ελληνικού εγγράφου διαβάζομε (Κάββος, σελίδα 768): «Το έγγραφον τούτο και αι συνοδευτικαί διαταγαί συνετάχθηκαν εις τε την αγγλικήν, ελληνικήν και γερμανικήν γλώσσαν». Το έγγραφο αυτό βρίσκομε δημοσιευμένο και στα βιβλία των Ασκληπιού Θεοδωράκη (έκδοση 1972), Α. Νάθενα (έκδ. 1978) και στο βιβλίο του G. Stewart (έκδ. 1970). Από αυτό το κείμενο ήταν γνωστή η συνθηκολόγηση της 9ης Μαΐου 1945.
Όμως αργότερα, στις 11/5/2014, οι τοπικές εφημερίδες του Ηρακλείου «Πατρίς» και «Νέα Κρήτη» δημοσίευσαν το αυθεντικό κείμενο της συνθηκολόγησης, που ήταν γραμμένο στην αγγλική γλώσσα. Μετά από δύο χρόνια το ξαναδημοσίευσαν. Διαβάζοντάς το διαπιστώνομε ότι διαφέρει από το κείμενο που δημοσιεύει ο Γεώργιος Κάββος και οι υπόλοιποι τρεις συγγραφείς που αναφέρονται παραπάνω.
Οι διαφορές του αγγλικού, αυθεντικού κειμένου, που φαίνεται ότι δε δόθηκε στους Έλληνες, αφού ο Γεώργιος Κάββος δεν το γνωρίζει (διαφορετικά θα είχε εντοπίσει τις διαφορές), είναι οι παρακάτω:
1. Στο δημοσιευμένο στις τοπικές εφημερίδες το 2004 αυθεντικό αγγλικό κείμενο στο άρθρο 5 διαβάζομε: «Αυτή η πράξη και οι διαταγές που τη συνοδεύουν συντάσσονται εις την αγγλικήν και γερμανικήν γλώσσαν».
Άραγε δεν έπρεπε να φαίνεται η ανάμειξη της Ελλάδας στη συνθηκολόγηση μεταξύ Βρετανίας (Συμμάχων) – Γερμανίας; Της Ελλάδας που έδωσε το αίμα της για την πρώτη νίκη κατά του Άξονα, στα σαμποτάζ και τα εξ αιτίας τους αντίποινα;
2. Στο αγγλικό κείμενο κάτω από την υπογραφή του βρετανού απεσταλμένου του αρχιστρατήγου της Μεσογείου Αλεξάντερ, ταξίαρχου Κίρκμαν, του οποίου γράφονται όλες οι ιδιότητες και οι τίτλοι, υπογράφει ο υποστράτηγος Γεώργιος Φουντουλάκης, διοικητής της Εθνοφυλακής Κρήτης (μετά την κατάργηση της στρατιωτικής διοίκησης Ηρακλείου του Μάρτιο του 1945). Διαβάζομε όμως μόνο την υπογραφή του στο κείμενο, χωρίς το στρατιωτικό του βαθμό και την ιδιότητα, με την οποία υπογράφει. Αλλά στο ελληνικό κείμενο που δημοσιεύει ο Γεώργιος Κάββος διαβάζομε: Ο στρατιωτικός διοικητής Κρήτης Γεώργιος Φουντουλάκης, υποστράτηγος.
Άραγε γιατί από ένα τόσο επίσημο έγγραφο απουσιάζουν η ιδιότητα, με την οποία υπογράφει και ο βαθμός του; Σε μια περίοδο που η ιδιότητα και ο βαθμός είχαν κύριο λόγο. Σίγουρα πάντως οι Βρετανοί είχαν τους λόγους τους να θέλουν να προσυπογράψουν οι Έλληνες.
3. Το έγγραφο φαίνεται σαν να αφορά τη συνθηκολόγηση και παράδοση όλης της κατεχόμενης από τους κατακτητές Κρήτης, της οποίας όμως το 95% είχε απελευθερωθεί τον Οκτώβριο του 1944 και ανήκε στο ελεύθερο ελληνικό κράτος. Γερμανοκρατούμενη ήταν έως τον Μάιο του 1945 η Οχυρά Θέσις Χανίων, το 5% δηλαδή της Κρήτης. Ο γερμανός διοικητής Μπέντακ υπογράφει ως διοικητής των γερμανοϊταλικών στρατιωτικών δυνάμεων της Φρουράς Κρήτης και όχι της Οχυράς Θέσεως Χανίων, δηλαδή για το 100% της Κρήτης, ενώ ο στρατός του κρατούσε το 5%. Το έγγραφο φαίνεται σαν να παραδίδουν οι Γερμανοί στους Συμμάχους και όχι στην Ελλάδα το 100%, δηλαδή όλη την Κρήτη.
Όποιος έχει μελετήσει την ιστορία θα πει διαβάζοντας αυτό το κείμενο: Μα αυτά είναι αυτονόητα… Είμαστε μια μικρή χώρα, στην πιο νευραλγική θέση της Υδρογείου. Αυτή είναι η μοίρα μας.
Και απαντώ εκθέτοντας την ταπεινή μου γνώμη: Όμως καλά είναι να γνωρίζομε και να συνειδητοποιούμε την ιστορική αλήθεια όλοι, κυρίως αυτοί που διαχειρίζονται τις τύχες αυτού του ευλογημένου τόπου και του λαού που τον κατοικεί. Για να πολιτεύονται με σωφροσύνη, διδαγμένοι από την παιδαγωγική ιστορία… Όσο για τους δυνατούς, ο ρόλος τους είναι, δυστυχώς, να κατακτούν και να διαφεντεύουν. Ας προφυλάσσονται οι αδύναμοι, για να συνεχίσουν να υπάρχουν. Αυτό όμως προϋποθέτει δυνατή ιστορική γνώση και μνήμη.