Εγώ καφέ δεν έπινα. Μου τον συνήθισε όμως ο φίλος μου ο Βασίλης. Προχθές το απόγευμα, κουρασμένος από το περπάτημα, κάθισα σε ένα καφενείο, στην πλατεία στα Λιοντάρια, για να πιω έναν καφέ. Μόνος. Στο διπλανό τραπέζι συζητούσαν χαμηλόφωνα δυο σοβαροί κύριοι. Ο
ένας ήταν ψηλός και φαλακρός, φορούσε γραβάτα – φαινόταν δημόσιος υπάλληλος – και ο άλλος κοντός με πλούσια κόμη που ανοιγόκλεινε συνεχώς τα μάτια του σαν να τον ενοχλούσε σκουπιδάκι. Έστησα αυτί να τους ακούσω. Διακριτικά βέβαια.
– Το να ξεζουμίζεις φορολογικώς τους πολίτες σου, για να παρουσιάσεις στο τέλος στον προϋπολογισμό σου πλεόνασμα, και ύστερα να προσπαθείς να τους παρηγορήσεις με ένα δυο ψευτοεπιδόματα, δεν είναι σωστή πολιτική, έλεγε ο ψηλός και φαλακρός.
– Η υψηλή φορολογία απομακρύνει και τους επενδυτές, πρόσθεσε ο κοντός. Όμως και το να περιμένεις να πεθάνουν οι συνταξιούχοι για να μπορέσεις να παρουσιάσεις ανάκαμψη στην οικονομία του κράτους είναι επίσης παράλογο. Αφού ώσπου να πεθάνουν οι τωρινοί, άλλοι θα έχουν γεράσει στο μεταξύ και θα βγουν στην σύνταξη, συνέχισε ο κοντός. Και μάλιστα έτσι γερασμένη που κατάντησε η ελληνική κοινωνία, το κράτος ποτέ δεν πρόκειται να απαλλαγεί από το πρόβλημα των πολλών συνταξιούχων.
– Επίσης – πήρε τον λόγο ο ψηλός – εγώ δεν καταλαβαίνω την ανοχή που δείχνει η κυβέρνηση στην αναρχία και ιδίως στην παραβατικότητα μιας μερίδας πολιτών, κυρίως νεαρής ηλικίας. Την ώρα μάλιστα που αυτή η παραβατικότητα έχει φτάσει στα όρια της εγκληματικότητας. Ιδίως στην Αθήνα κάθε λίγο καίνε και ρημάζουν την πόλη. Και ανατινάζουν τα ΑΤΜ για να ληστέψουν τις κασετίνες με τα λεφτά. Η αστυνομία τι κάνει; Γιατί την έχομε; Εκεί φοβάσαι να κυκλοφορήσεις την νύχτα έξω…
– Αυτοί, φίλε μου, οι νεαροί, οι παραβατικοί… είναι οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτοί που τους ψηφίζουνε. Η κυβέρνηση δεν θέλει να τους δυσαρεστήσει…
– Πρόσεξε ακόμη πόσες προσπάθειες καταβάλλει τελευταία ο πονηρός Τσίπρας για να επιτύχει μετακύληση της λήψης αποφάσεως για μείωση των συντάξεων. Σκοπός του είναι να αποφύγει απώλειες στις επικείμενες εκλογές. Ενώ οι δανειστές μας με γαϊδουρινό πείσμα επιμένουν ότι αυτό, η μείωση, είναι συμφωνημένο μέτρο που πρέπει να παρθεί από τώρα χωρίς αναβολή. Και δεν υποχωρούν.
– Άνθρωποι εντελώς επιπόλαιοι και ανήξεροι. Ερασιτέχνες της πολιτικής. Όλοι τους. Προθυμοποιήθηκαν να λύσουν το μακεδονικό. Και το μπέρδεψαν τόσο, που λύση του δεν φαίνεται πια να υπάρχει, έλεγε ο κοντός και εξακολουθούσε να ανοιγοκλείνει, ακόμη εντονότερα, τα μάτια του από τα νεύρα του.
– Και έχουν το θράσος ακόμη να επιμένουν να μας κυβερνούν…
– Αριστοτέχνες όμως στην ψευτιά…
– Μόνο ο αρχηγός τους! Γιατί οι υπόλοιποι ούτε στο ψέμα δεν έχουν ικανότητα…
Στο μεταξύ ο ψηλός κύριος που πρώτος άρχισε την κουβέντα και μιλούσε εκείνη την στιγμή παρατήρησε ότι είχα στήσει αυτί στην συζήτησή τους. Έσπρωξε με το πόδι του κάτω από το τραπέζι τον κοντό. Γύρισε και με κοίταξε ύποπτα και εκείνος.
Έκανα τον ανήξερο. Σηκώθηκα, πλήρωσα τον καφέ μου και έφυγα. Σίγουρα με πέρασαν για κατάσκοπο του Τσίπρα που τους παρακολουθούσα. Ο κόσμος ξύπνησε, σκεφτόμουν περπατώντας. Για να δούμε πώς θα ψηφίσουν στις επόμενες εκλογές, όποτε έρθουν.